Αναμφισβήτητα η κυβέρνηση και το Μέγαρο Μαξίμου δεν βιώνουν τον μήνα του μέλιτος με το εκλογικό σώμα και την κοινωνία. Η μελέτη Τσιόδρα-Λύτρα, η «Ελπίδα» που κατέστρεψε προς το παρόν τα όνειρα για πρόωρες εκλογές, το απαράδεκτο δημόσιο αστειάκι on camera του δήμαρχου Σπάρτης Πέτρου Δούκα για την «εποποιία» του 2007 με τα χρήματα στις τσάντες για τους πυρόπληκτους, τα «αδιευκρίνιστα» ποσά σε λογαριασμούς πολιτικών, που ερευνήθηκαν για υπόθεση ΝOVARTIS και αρχειοθετήθηκαν, καθώς και η ακρίβεια που πλήττει τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, έχουν αρχίσει να σωρεύουν μεγάλο θυμό σε πλατιά στρώματα, που βλέπουν ότι η πραγματικότητα που παρουσιάζεται είναι μάλλον εικονική.
Αυτή διαπίστωση έχει φέρει πολλά νεύρα στο πρωθυπουργικό επιτελείο που δεν μπορούμε να πούμε ότι αναγνωρίζεται ως το ενδεδειγμένο. Η εμπλοκή τους ενός εκ των δύο υπουργών Επικρατείας, του κ. Άκη Σκέρτσου, στη σύσκεψη για την αντιμετώπιση της κατάστασης στην Αττική Οδό, που δεν έφερε κανένα αποτέλεσμα και αντιθέτως αποσιωπήθηκε στην αρχή, και η αναφορά από μια τηλεπερσόνα του υποκόσμου, για επαφές με τον έτερο υπουργό Επικρατείας τον κ. Γιώργο Γεραπετρίτη, πέρα από την αμφισβήτηση των μεθόδων και της αποτελεσματικότητας του «επιτελικού κράτους», έχουν αρχίσει να αμαυρώνουν την εικόνα του ίδιου του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, που πλέον δείχνει να το καταλαβαίνει κι ο ίδιος.
Ο επικεφαλής, λοιπόν, της ελληνικής κυβέρνησης πρέπει να έχει αρχίσει να θέτει το πολιτικό ερώτημα που πριν από έναν αιώνα έθεσε ένας ιδεολογικός του αντίπαλος ο Λένιν, γράφοντας βιβλίο με τον τίτλο «Τι να κάνουμε;» Η μόνιμη επένδυση στην επικοινωνιακή εικόνα δείχνει να έχει κορεστεί και ανά πάσας στιγμή το όποιο λάθος γίνεται θρυαλλίδα που πυροδοτεί μικρές μεν, αλλά φθοροποιές εκρήξεις. Η πιο λογική διέξοδος, αν συνυπολογίσουμε τον χρόνο διακυβέρνησης θα ήταν οι εκλογές, αλλά όπως αναφέραμε και παραπάνω, τη δεδομένη στιγμή και με αυτά που έχουν λάβει χώρα το τελευταίο διάστημα, θα συνιστούσε πολιτική αυτοχειρία.
Επιπλέον, τα δημοσκοπικά ευρήματα μάλλον αποθαρρυντικά είναι, αφού αυτή τη στιγμή το κυβερνών κόμμα κινείται στα πιο χαμηλά του ποσοστά από τον Ιούλιο του 2019, η αυτοδυναμία φαίνεται ανέφικτη και οι διαρροές προς το ΚΙΝΑΛ στην παρούσα φάση συνεχίζονται, γεγονός που έχει κάνει το Μαξίμου να δημιουργεί ψυχροπολεμικό κλίμα με τον Νίκο Ανδρουλάκη, αφού εξετάζει και το σενάριο συνεργασίας μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ και ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ, με αθροιστικό ποσοστό γύρω στο 40%. Σε αυτό το πλαίσιο και με την αναμονή των χρημάτων που θα έρθουν από την ΕΕ ο κ. Μητσοτάκης καλείται, όχι σε έναν άλλο κόσμο, αλλά στον πραγματικό να λάβει αποφάσεις για τις κεντρικές του κατευθύνσεις και επιλογές.
Αν συνεχίσει στην ίδια ρότα και με την ίδια αλαζονική συμπεριφορά των συνεργατών και τη μοιρασιά των δις σε συγκεκριμένους, τότε αργά ή γρήγορα η πτώση θα επέλθει και θα είναι πολύ τραυματική. Αν αποφασίσει να στρέψει το καράβι προς περισσότερο κοινωνικές πολιτικές, χωρίς λαϊκίστικες επιλογές, όπως αυτές του Αντώνη Σαμαρά το 2014, τότε μπορεί να σώσει την παρτίδα. Το μόνο ερώτημα είναι αν μπορεί να χωρέσει στην ιδεολογική του οπτική και πολιτική του πρακτική κάτι διαφορετικό εκτός από τον διαγνωσμένο πια ελιτισμό και την εμμονή στις νεοφιλελεύθερες πολιτικές…