«Γύρισε και µε κοίταξε τραυµατισµένη στο χώµα, µετά το πρώτο χτύπηµα. Θυµάµαι το βλέµµα της. Τότε αποφάσισα να την ξαναπατήσω. Της κόπηκε τοαυτί από το δεύτερο «πέρασµα». Τότε αποφάσισα να την πάω στο καταφύγιο. Τη βίασα τρεις φορές. Μετά την πέταξα…».
Με την ανατριχιαστική αυτή περιγραφή ο 27χρονος Γιάννης Παρασκάκης παραδέχεται στους αστυνοµικούς τον σατανικό τρόπο µε τον οποίο παγίδευσε και εξουδετέρωσε την αντίσταση της 60χρονης Αµερικανίδας βιολόγου Σούζαν Ιτον, πριν προβεί στις φρικιαστικές του πράξεις.
Με απόλυτη ψυχραιµία και χωρίς να δείχνει ότι το έχει µετανιώσει, τουλάχιστον µέχρι εκείνη τη στιγµή, ο Παρασκάκης διηγείται βήµα – βήµα στους «παγωµένους» άνδρες της Ασφάλειας Χανίων πώς βασάνισε και σκότωσε την άτυχη Αµερικανίδα.
Αρχικά ο δράστης δήλωσε άγνοια στους ανακριτές του για την εξαφάνιση της βιολόγου, αλλά στη συνέχεια υπέπεσε σε πολλές αντιφάσεις σχετικά µε τις κινήσεις του και την παρουσία του σε επίµαχα σηµεία, όπως το πολεµικό καταφύγιο στο Κολυµβάρι, µε αποτέλεσµα να παραδεχθεί την ενοχή του.
«Την είδα γύρω στις 3 το µεσηµέρι να τρέχει φορώντας αθλητική φόρµα. ∆εν υπήρχε κανείς άλλος στον δρόµο. Ηθελα να βρω µία γυναίκα να κάνω σεξ, γι’ αυτό είχα πάρει το αµάξι και οδηγούσα στον δρόµο. Την αιφνιδίασα χτυπώντας την µε το αµάξι. Ηθελα να την ακινητοποιήσω. Οταν έπεσε στο έδαφος µατωµένη, γύρισε και µε κοίταξε. Τότε αποφάσισα να την ξαναπατήσω. Εβαλα όπισθεν και οι τροχοί του αυτοκινήτου πέρασαν από πάνω της. Της κόπηκε το αυτί και ούρλιαζε από τον πόνο», ανέφερε µε κυνικό ύφος ο 27χρονος.
Μετά το εγκλωβισµό της 60χρονης στους τροχούς του δράστη, ο Παρασκάκης πήρε την
απόφαση να τη µεταφέρει σε ερηµικό σηµείο για να συνεχίσει την αποτρόπαιη δράση του. Σύµφωνα µε όσα περιέγραψε στους αστυνοµικούς, «θυµήθηκα πως είχα στο αµάξι µία οµπρέλα θαλάσσης. Εβγαλα το κάλυµµα και το έστρωσα στο πορτµπαγκάζ για να µη µείνουν αίµατα. Την έβαλα µέσα και έριξα και το κοµµένο αυτί. Ηταν ζωντανή και πάλευε».
Ο δράστης του πρωτοφανούς εγκλήµατος αποµακρύνθηκε από το σηµείο και αφού οδήγησε περίπου 10 χιλιόµετρα, έφθασε στο παλιό γερµανικό καταφύγιο. Εκεί πάρκαρε το όχηµά του, δίπλα από την τρύπα που γνώριζε πολύ καλά από παλαιότερη εξερεύνησή του ότι υπήρχε εκεί, και έβγαλε από το πορτµπαγκάζ την αιµόφυρτη γυναίκα.
Σύµφωνα µε τις εκτιµήσεις των αστυνοµικών, αν και βαρύτατα τραυµατισµένη, η Αµερικανίδα συγκέντρωσε όσες δυνάµεις τής είχαν αποµείνει και προσπάθησε να αντισταθεί στον δράστη και να σώσει τη ζωή της.
Μάταια, όµως, καθώς εκείνος ήταν αποφασισµένος να ολοκληρώσει τις αρρωστηµένες του σεξουαλικές ορέξεις. «Αντιδρούσε, αλλά την κρατούσα γερά. Σχεδόν παλεύαµε και της έσφιγγα τον λαιµό για να την ακινητοποιήσω. Τη βίασα κατά φύση και παρά φύση τρεις φορές. Την έσυρα κοντά στο φρεάτιο και την πέταξα µέσα στην τρύπα. Εριξα πάνω της το κάλυµµα της οµπρέλας και ό,τι σκισµένα ρούχα υπήρχαν γύρω-γύρω…», παραδέχεται ο Γ. Παρασκάκης, σοκάροντας τους αστυνοµικούς µε την περιγραφή του.
Τέσσερις ηµέρες µετά, οι ερασιτέχνες σπηλαιολόγοι ανακαλύπτουν το άψυχο σώµα της Αµερικανίδας, ενώ η Σήµανση εντοπίζει και φωτογραφίζει βασικά πειστήρια της δολοφονίας που διέπραξε ο δράστης.
Τα φωτογραφικά αυτά ντοκουµέντα, που παρουσιάζει σήµερα η Realnews, είναι το κάλυµµα της οµπρέλας µέσα στη σπηλιά στο οποίο τύλιξε το άψυχο σώµα της 60χρονης, η παλέτα που ο 27χρονος κάλυψε το φρεάτιο και τα ίχνη από τις ρόδες του Ι.Χ. µε το οποίο µετέφερε την καθηγήτρια στο παλαιό γερµανικό καταφύγιο.
Τα λάθη
Μετά τις αρρωστηµένες του πράξεις, που συγκλόνισαν το πανελλήνιο, ο Παρασκάκης προσπάθησε να σβήσει τα στοιχεία που θα µπορούσαν να τον ενοχοποιήσουν. Οπως αποκάλυψε και ο ίδιος στους αστυνοµικούς, η πρώτη του κίνηση ήταν να εξαφανίσει τα ενοχοποιητικά στοιχεία του εγκλήµατος από το αυτοκίνητό του.
Ετσι, µετέβη στο νεκροταφείο της περιοχής για να πλύνει απο τη βρύση που υπάρχει εκεί το πορτµπαγκάζ στο οποίο υπήρχαν αίµα και ίχνη DNA. Στην προσπάθειά του αυτή, το έπλυνε τρεις φορές χρησιµοποιώντας ταυτόχρονα χλωρίνη, αφήνοντας όµως το υπόλοιπο εσωτερικό και το εξωτερικό του Ι.Χ…. βρόµικο, γεγονός που προκάλεσε τις πρώτες βάσιµες υποψίες στους έµπειρους αστυνοµικούς.
Επιπλέον, πέρασε µε ασβέστη όλο τον χώρο της βρύσης, ώστε να αποκλείσει το ενδεχόµενο να ταυτοποιηθεί από τα δακτυλικά αποτυπώµατά του.
Ωστόσο, οι Αρχές είχαν στα χέρια τους και άλλα ντοκουµέντα που τον καθιστούσαν βασικό ύποπτο της δολοφονίας. Στο σηµείο που είχε επιτεθεί αρχικά στην Αµερικανίδα υπήρχαν τα
ίχνη από τα ελαστικά του Ι.Χ., ενώ τα ίδια ίχνη υπήρχαν γύρω και από την τρύπα που βασανίστηκε µέχρι θανάτου η 60χρονη.
Ακόµα, κάµερα είχε καταγράψει τον Παρασκάκη να οδηγεί στον δρόµο προς το γερµανικό καταφύγιο, ενώ ο ίδιος επέµενε ότι δεν είχε την επίµαχη ηµέρα επισκεφθεί την περιοχή.
Στη διάρκεια της αστυνοµικής έρευνας βρέθηκε αίµα στο παπούτσι του δράστη που στάλθηκε για ανάλυση DNA, ενώ οι άνδρες της Ασφάλειας Χανίων πληροφορήθηκαν ότι ο Παρασκάκης -µετά το έγκληµα- είχε καταφύγει σε συγγενικό του σπίτι όπου και έπλυνε τα ρούχα του.
Κατά τη σκιαγράφηση του προφίλ του ύποπτου της δολοφονίας, ο 27χρονος είχε συγκεντρώσει τις υποψίες των αστυνοµικών Αρχών, καθώς τους ήταν γνωστός από το παρελθόν ως ηδονοβλεψίας, ενώ πριν από έναν χρόνο είχε συλληφθεί για εµπρησµό µετά από καταγγελίες περιοίκων.
Τότε ο Παρασκάκης είχε παραδεχτεί την ενοχή του, λέγοντας στους αστυνοµικούς ότι του άρεσε πολύ να ακούει τον ήχο από τις σειρήνες των οχηµάτων της Πυροσβεστικής.
Πηγή: Εφημερίδα Realnews/ real.gr