Δεκάδες συλλήψεις έγιναν αργά το βράδυ της Παρασκευής 10 Ιουλίου στο Βελιγράδι, καθώς ξέσπασαν εκ νέου επεισόδια ανάμεσα σε εθνικιστές και αστυνομικούς στο κοινοβούλιο, ενώ διαδηλωτές, που φώναζαν εθνικιστικά συνθήματα, επιτέθηκαν εναντίον δημοσιογράφων και όποιου κατέγραφε τα γεγονότα. Νεαροί εθνικιστές ξεπέρασαν χιλιάδες άλλους διαδηλωτές, που εναντιώνονται στη βία, έβαλαν στην άκρη τα μεταλλικά κιγκλιδώματα κι εξαπέλυσαν έφοδο στην αφύλακτη κεντρική είσοδο της σερβικής Βουλής, στο κέντρο του Βελιγραδίου. Αστυνομικοί που βρίσκονταν μέσα στο κτίριο τους απώθησαν, προτού στήσουν περίμετρο ασφαλείας μπροστά σε αυτό.
Στη συνέχεια, υπέστησαν καταιγισμό αντικειμένων — μπουκαλιών, πετρών, κομματιών μπετόν, φωτοβολίδων — από τους εθνικιστές διαδηλωτές, που νωρίτερα φώναζαν συνθήματα όπως «δεν θα παραδώσουμε το Κόσοβο» και «Βούτσιτς κλέφτη», αναφερόμενοι στον πρόεδρο Αλεξάντερ Βούτσιτς. Η Αστυνομία προχώρησε μετά από ώρα στη χρήση δακρυγόνων, όπως και στη χρήση ροπάλων, για να αποκρούσει τους νεαρούς, που σε δημοσιεύματα στον σερβικό Τύπο περιγράφονται με όρους όπως «εθνικιστές» ή «χούλιγκαν».
Σύμφωνα με σερβικά ΜΜΕ που επικαλέστηκαν την Αστυνομία, τέθηκαν υπό κράτηση τουλάχιστον 70 άνθρωποι που φέρονται να ενεπλάκησαν στα επεισόδια. Αναφέρθηκαν αρκετοί τραυματισμοί, κατά την εφημερίδα Blic. Η κεντρική πορεία και συγκέντρωση, πάντως, νωρίτερα χθες ήταν ειρηνική. Η χθεσινή ήταν η τρίτη νύχτα βίαιων ταραχών στο Βελιγράδι μέσα στην εβδομάδα. Οι κινητοποιήσεις άρχισαν την Τρίτη, όταν ο Βούτσιτς ανακοίνωσε πως οι Αρχές θα επέβαλλαν απαγόρευση κυκλοφορίας τις επόμενες ημέρες, λόγω της επιδείνωσης της κρίσης που προκαλεί η πανδημία του κορωνοϊού.
Μόνο την Πέμπτη δεν ξέσπασαν ταραχές, διότι τις απέτρεψαν ειρηνικοί διαδηλωτές. Δυνάμεις της Αστυνομίας με εξοπλισμό αντιμετώπισης ταραχών είχαν αναπτυχθεί μπροστά στο κοινοβούλιο τα δύο πρώτα βράδια των κινητοποιήσεων, όμως την Πέμπτη 9 Ιουλίου και την Παρασκευή 10 Ιουλίου αναπτύχθηκαν μέσα στο κτίριο και πίσω από αυτό. Τις πρώτες δύο νύχτες διαδηλώσεων, η Αστυνομία έκανε εκτεταμένη χρήση δακρυγόνων και χειροβομβίδων κρότου-λάμψης, προκαλώντας ασφυξία στο κέντρο του Βελιγραδίου. Αν και αρχικά οι διαμαρτυρίες στρέφονταν εναντίον της επανεπιβολής περιοριστικών μέτρων για την αποτροπή της διασποράς του κορονοϊού, πολύ γρήγορα μετατράπηκαν σε καταγγελία του αυταρχισμού, της διαφθοράς ή της εθνικής μειοδοσίας που προσάπτουν διαφορετικές μερίδες διαδηλωτών στον Αλεξάντερ Βούτσιτς. Την Παρασκευή, ειδικά, οι εθνικιστές κατήγγειλαν την «προδοσία» του όσον αφορά το Κόσοβο.
Την ίδια ώρα, χθες, ο Βούτσιτς βρισκόταν στο Παρίσι, όπου συμμετείχε σε βιντεοδιάσκεψη με τον Γάλλο πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν, τη Γερμανίδα καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ και τον Κοσοβάρο πρωθυπουργό Αβντούλα Χότι, γεγονός που εξαγρίωσε πολλούς εθνικιστές. Μετά τη συζήτηση, που είχε στόχο να δοθεί ώθηση στην τελματωμένη διαδικασία εξομάλυνσης των σχέσεων ανάμεσα στο Βελιγράδι και την Πρίστινα, ο Βούτσιτς αναγνώρισε ότι η Σερβία πλέον έχει μείνει ουσιαστικά μόνη στην προσπάθειά της να διατηρήσει με κάποιο τρόπο την κυριαρχία της στο Κόσοβο, όπου η πλειονότητα των κατοίκων είναι Αλβανοί. Η πάλαι ποτέ γιουγκοσλαβική επαρχία ανακήρυξε την ανεξαρτησία της το 2008· το Βελιγράδι δεν την αναγνωρίζει. Η εξομάλυνση των σχέσεων Σερβίας – Κοσόβου έχει μετατραπεί σε προαπαιτούμενο για να προχωρήσει η διαδικασία ένταξης της χώρας της Βαλκανικής στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Όπως αναφέρει το ΑΠΕ – ΜΠΕ, νωρίτερα, ο Βούτσιτς και η πρωθυπουργός Άνα Μπρνάμπιτς προέτρεψαν τους διαδηλωτές να απόσχουν από τη βία αλλά και να συμβάλλουν να αποτραπεί η εξάπλωση της πανδημίας του κορονοϊού, που έχει φέρει το σύστημα υγείας στα πρόθυρα κατάρρευσης. Η Σερβία των 7 εκατομμυρίων κατοίκων κατέγραφε ως χθες 370 θανάτους εξαιτίας της COVID-19 επί συνόλου 17.728 κρουσμάτων μόλυνσης από τον SARS-CoV-2. Ειρηνικές διαδηλώσεις έγιναν χθες και σε άλλες σερβικές πόλεις, μετέδωσαν κρατικά μέσα ενημέρωσης.
Πηγή: ethnos.gr