Έντονη ανησυχία έχει προκαλέσει στους πολίτες του Ηρακλείου η συνεχόμενη σεισμική δραστηριότητα στην περιοχή.
Μιλώντας στον Περιφερειακό Τηλεοπτικό Σταθμό CRETA και στην εκπομπή Live με την Αντιγόνη, ο καθηγητής Φυσικής και Σεισμολογίας στο ΑΠΘ Κώστας Παπαζάχος, σημείωσε πως σαν περιοχή το Ηράκλειο έχει απειληθεί στο παρελθόν από κύριους σεισμός. «Οι κύριοι σεισμοί που το έχουν απειλήσει στο παρελθόν και έχουν κάνει βλάβες είναι σεισμοί που δεν είναι πολύ κοντά στο Ηράκλειο, το Ηράκλειο έχει καταστραφεί κατ’επανάληψη στο παρελθόν από δύο είδη σεισμών. Από μεγάλους σεισμούς που γίνονται στο εξωτερικό μέρος του ελληνικού τόξου, μεγάλα ανάστροφα ρήγματα δηλαδή νότια από την Κρήτη και κάτω από την Κρήτη σε μεγάλα βάθη. Σαν ένα σεισμό που είχε γίνει πρόσφατα νότια από τα Μάταλα αλλά σε μεγάλο βάθος, μεγάλοι τέτοιοι σεισμοί όμως, καθώς και από σεισμούς βάθους που γίνονται βόρεια από το Ηράκλειο στη Λεκάνη που είναι στην περιοχή της Σαντορίνης λίγο πιο νότια, σεισμοί γύρω στα 120 – 100 χλμ. που έχουν προκαλέσει σημαντικές βλάβες».
Έτσι, ο κ. Παπαζάχος εξήγησε πως η ιστορία του Ηρακλείου σχετίζεται με σεισμούς που είναι μακριά από την πόλη. «Στο Ηράκλειο και στην κοντινή περιοχή, υπάρχουν δείγματα που είναι βορειοανατολικά – νοτιοδυτικά σαν τα ρήγματα που είναι στο Καστέλι τα οποία κυρίως νότια αλλά και ανατολικά και δυτικά από την πόλη. Αυτά τα ρήγματα είναι σαν του Καστελίου, γενικά τα ρήγματα στην Κρήτη ξέρουμε ότι έχουν αραιές δραστηριοποιήσεις ανά αραιά τακτικά διαστήματα, πάνω στο ίδιο κομμάτι της Κρήτης που παραμορφώνεται γιατί έχει την πλάκα του Αιγαίου από κάτω, είναι γενικά χαμηλοί. Οι ρυθμοί παραμόρφωσης είναι γενικά χαμηλοί στην Κρήτη και τα ρήγματα αυτά έχουν αραιές δραστηριοποιήσεις. Δεν έχουμε πληροφορίες σοβαρές για βλάβες στο Ηράκλειο από πολύ μεγάλους κοντινούς σεισμούς. Έχει κάποιες βλάβες αλλά οι πιο μεγάλες είναι από σεισμούς βάθους και στο εξωτερικό μέρος του τόξου. Γι‘ αυτό λίγο με εκπλήσσει που οι κάτοικοι του Ηρακλείου είναι ανήσυχοι. Είναι λογικό αλλά μιλάμε για μια σεισμογενής περιοχή που δέχεται από τις χειρότερες σεισμικές δονήσεις».
Πρόσθεσε δε, πως η Κρήτη και η ομορφιά που έχει, έγινε για κάποιο συγκεκριμένο λόγο. «Η ομορφιά που υπάρχει στο νησί, τα φαράγγια του νότου, τα περισσότερα είναι ρήγματα. Δημιουργούνται όμως από μια διαδικασία σεισμών. Αν αγαπάς την Κρήτη, αυτή η φυσική ομορφιά έχει μια διαδικασία που το κομμάτι σε αυτό είναι σεισμοί. Τα καλά σπίτια είναι μια ασφαλής λύση για να αντιμετωπίσεις τη δραστηριότητα αυτή».
Ο κ. Παπαζάχος σημείωσε πως όταν γίνεται ένας σεισμός σαν του Αρκαλοχωρίου, μεταφέρονται δυνάμεις προς τα άκρα του κάθε ρήγματος. «Φανταστείτε ένα φερμουάρ που ανοίγει σε δύο κατευθύνσεις και κάπου σφηνώνει. Αν προσέξατε η ακολουθία στο Αρκαλοχώρι, τα επίκεντρα μετακινόντουσαν προς την περιοχή του Καστελίου – Επισκοπής και προς το νότο, πιο νότια από το Αρκαλοχώρι περίπου προς την Αυλή και κυρίως προς τα ανατολικά – νοτιοανατολικά. Τώρα έχουμε ξαφνικά μια ομάδα από τέτοια επίκεντρα που είναι σε μεγάλο βάθος, γύρω στα 20 χλμ. αυτό δεν είναι πολύ συχνό για τον ελληνικό χώρο, τα οποία θα μπορούσαν να θεωρήσει κάποιος ότι είναι στη συνέχεια του ρήγματος του Καστελίου ότι συνεχίζει προς το βορρά και στο βαθύτερο του κομμάτι επειδή κλείνει προς το Ηράκλειο, επειδή μεταφέρονται αυτές οι δυνάμεις έχει αρχίσει να σπάει το ρήγμα. Δεν είμαστε 100% σίγουροι αν πρόκειται για το ίδιο ή για κάποιο διαφορετικό, αυτή η κατάσταση είναι συχνή μετά τη γένεση ενός σεισμού. Στις πιο πολλές περιπτώσεις αυτή η δράση εξελίσσεται με μικρούς σεισμούς και σιγά – σιγά σβήνουν. Κάποιες φορές γίνεται γρήγορα και άλλες καθυστερημένα».
Σύμφωνα με τον κ. Παπαζάχο, υπάρχει όμως ένα σενάριο το οποίο είναι λίγο σπάνιο. «Αν υπάρχει κάποιο κομμάτι στο βόρειο τμήμα που δεν έχει σπάσει και να σπάσει με ένα καθυστερημένο μετασεισμό. Αυτό είναι πιο απίθανο σενάριο, αλλά υπάρχει σαν μικρή πιθανότητα. Η δράση αυτή σχετίζεται με το σεισμό στο Αρκαλοχώρι, πιθανώς να σχετίζεται με την ίδια ρηξιγενή ζώνη που φτάνει σε μεγάλα βάθη όμως, και είναι συχνά φαινόμενα αυτά μετά τη γένεση ενός σεισμού όπως στο Αρκαλοχώρι και σε σπάνιες περιπτώσεις μπορεί να οδηγήσουν σε ένα ισχυρότερο σεισμό περίπου 4,5 – 5 βαθμών. Είναι δύσκολο να γίνει αλλά όχι εντελώς απίθανο».
Κλείνοντας, ο κ. Παπαζάχος σημείωσε πως το μεγαλύτερο πρόβλημα στη σεισμολογία, δεν είναι να εκτιμήσεις που θα γίνουν οι σεισμοί αλλά ο χρόνος. «Η αλήθεια είναι ότι όταν έχουμε μια μεταφορά στο πεδίο δράσεων ενώ το ξέρεις, που περίπου γίνεται δεν μπορείς να ξέρεις αν είναι ώριμες οι περιοχές ή όχι για να δώσουν μια σεισμική δραστηριότητα. Ο χρόνος είναι η μεγάλη μας αδυναμία. Έχουμε μια δραστηριότητα ας μείνουμε σε αυτό. Η δραστηριότητα είναι από την Επισκοπή και βόρεια προς την παραλία στις Γούβες».