Η δολοφονία του 19χρονου Άλκη στη Θεσσαλονίκη γιατί ήταν φίλαθλος της ομάδας του Άρη, χωρίς να έχει ανάμιξη σε οπαδικές διενέξεις, φέρνει ξανά στο προσκήνιο τη δράση των οπαδικών στρατών, που μέσα τους καλλιεργείται το μίσος για τον φίλαθλο ή οπαδό της αντίπαλης ομάδας. Τα τελευταία δε λόγια του άτυχου νέου «σας παρακαλώ, μην με χτυπάτε άλλο», έχουν συγκλονίσει την ελληνική κοινή γνώμη, που, ωστόσο, για μια ακόμη φορά ξυπνά ξαφνιαμένη ή καλύτερα συλλαμβάνεται κοιμωμένη, για ένα φαινόμενο που στην Ελλάδα έχει κάνει την εμφάνισή του το 1982 και μέχρι και τη δολοφονία του Άλκη, 10 άνθρωποι έχουν χάσει τη ζωή τους.
Το 1982 δολοφονείται ο οπαδός του ΠΑΟΚ Α. Δημητριάδης, το 1986 στη Λάρισα ο φίλαθλος της ομάδας Χαράλαμπος Μπλιώνας από φωτοβολίδα, το 1991 οι οπαδοί του ΠΑΟΚ Ε. Λιάκας και Κ. Ντόλιος και την ίδια χρονιά ο 15χρονος μαθητής Γιώργος Παναγιώτου σε επεισόδια για το ματς ΑΕΚ-Ολυμπιακού. Το 1995 δολοφονείται ο 25χρονος φίλος του Παναθηναϊκού Γ. Καρνέζης και το 2007 ο Μιχάλης Φιλόπουλος, όνομα που μνημονεύεται συνέχεια από τους φιλάθλους του Παναθηναϊκού. Οι επόμενες δύο δολοφονίες έγιναν στην Κρήτη και το Ηράκλειο όταν το 2011 πεθαίνει ο επίσης φίλος του Παναθηναϊκού Γ. Ρουσάκης μετά από συμπλοκή οπαδών σε αγώνα του ΟΦΗ με τον Παναθηναϊκό και το 2014 ο οπαδός του Εθνικού Πειραιώς, ο 46χρονος Γ. Κατσούλης, σε αναμέτρηση Ηρόδοτος-Εθνικός για τη Γ’ Εθνική κατηγορία. Τη λίστα κλείνει ο 19χρονος Άλκης που την Δευτέρα άφησε την τελευταία του πνοή.
Δεν ξέρουμε γιατί, αλλά έχουμε την ψευδαίσθηση ότι έχουμε αφήσει πίσω μας την εποχή του χουλιγκανισμού, που πλέον γίνεται με άλλο τρόπο και ίσως σε άλλα πεδία, ίσως μόνο έξω και μακριά από τους αγωνιστικούς χώρους. Ωστόσο, το φαινόμενο είναι παρών και σε αυτό έχουν μεγάλη και διαχρονική ευθύνη οι διοικήσεις των ποδοσφαιρικών κυρίως ομάδων και των μεγάλων συλλόγων. Οι οπαδικοί στρατοί ανέκαθεν βόλευαν τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό αυτούς που διοικούν συλλόγους από τον πιο μεγάλο επαγγελματικό έως τον πιο μικρό ερασιτεχνικό, αφού συγκροτούνται σχέσεις εξουσίας και ισχύος. Δεν αποτελεί απλώς εκτίμηση ότι οι μεγάλοι επιχειρηματίες που εμπλέκονται στα αθλητικά και δη τα ποδοσφαιρικά, πέρα από τον χαρακτήρα της «επένδυσης» αποβλέπουν και στην επιρροή σε ευρύτερα κοινά.
Το πιο ιστορικό παράδειγμα είναι ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι που με την ιδιοκτησία μιας από τις μεγαλύτερες ποδοσφαιρικές ομάδες, τη Μίλαν και την κατοχή ιδιωτικών μμε, κατάφερε να γίνει μέχρι και πολιτικός κυρίαρχος στην ιταλική πολιτική σκηνή. Ο «μπερλουσκονισμός» είναι ένα εξαιρετικά «ποιοτικό» εξαγώγιμο προϊόν που ενδημεί πια και στη χώρα μας, χωρίς να έχουμε ακόμη πρωθυπουργό ανάλογης προέλευσης. Ωστόσο, έχουμε βουλευτές, δημάρχους και πολιτευόμενους που επενδύουν, σε αγαστή συνεργασία με τους μεγάλους «επενδυτές», στην αλίευση ψήφων από αυτές τις μεγάλες δεξαμενές που λειτουργούν σαν στρατοί. Μάλιστα, δεν είναι τυχαίο και το σύμπτωμα που εμφανίστηκε δυναμικά στα χρόνια της κρίσης, οι «κερκίδες» να πολιτικοποιούνται ανάλογα με τη σχέση της ομάδας τους με την εκάστοτε κυβέρνηση, στηρίζοντας κατ’ ουσία και τις επιλογές των προέδρων τους.
Αλλά, δυστυχώς, η ιστορία έχει αποδείξει ότι όταν εκπαιδεύεις εντατικά στρατούς για πόλεμο κάποτε θα συμβεί τουλάχιστον ένα θερμό επεισόδιο. Και εδώ δεν είναι ένα, είναι πολλά. Γιατί σε συνδυασμό με τις κοινωνικοοικονομικές συνθήκες, οι απογοητευμένοι νέοι ή απόκληροι αυτού του κόσμου ψάχνουν τρόπο να εκτονωθούν ή αν γαλουχούνται μισαλλόδοξα, να εκδικηθούν. Χωρίς, βέβαια, να καταλαβαίνουν ότι χειραγωγούνται. Φαινόμενο που το είδαμε και σε καθαρά πολιτικό επίπεδο με τη στρατολόγηση μελών της εγκληματικής οργάνωσης «Χρυσή Αυγή» και τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα ή μεταναστών, καθώς και τις επιθέσεις στους Αιγύπτιους ψαράδες. Και κατά την ταπεινή μας άποψη, το κλειδί για να ξεκλειδώσουμε την πόρτα του μέλλοντος είναι να τα δούμε όλα αυτά στη συνολική τους διάσταση και εικόνα.
Μαγικές λύσεις δεν υπάρχουν που από τη μια στιγμή στην άλλη θα ζήσουμε την κοινωνική γαλήνη. Η πρώτη κίνηση πρέπει να είναι το κλείσιμο όλων των συνδέσμων των ομάδων. Ταυτόχρονα να διαλευκανθούν όλες οι οπαδικές δολοφονίες. Στη συνέχεια να υπάρξει νέο και εκσυγχρονισμένο πλαίσιο για τις παραβάσεις εντός των αγωνιστικών χώρων. Δεν είναι δυνατόν να πηγαίνουμε με τα παιδιά μας να δούμε έναν αθλητικό αγώνα και γονείς οπαδοί, ακόμη και προπονητές, να μιλούν ή να συμπεριφέρονται με χυδαίο τρόπο. Τρίτον, έλεγχος και συνεργασία με τους συλλόγους. Και τέλος, ειδικό μάθημα αθλητικής και φιλαθλητικής αγωγής στα σχολεία, καθώς και πολλά άλλα μέτρα που τα γνωρίζουν καλύτερα οι παιδαγωγοί, οι κοινωνιολόγοι, οι ψυχολόγοι και οι νομικοί…