Ιδιαίτερο προβληματισμό προκαλεί στους ειδικούς ο μεγάλος αριθμός νεκρών από κορωνοϊό στη χώρα μας σε σύγκριση με τα επιβεβαιωμένα κρούσματα που καταγράφει κάθε μέρα ο ΕΟΔΥ, αφού η θνησιμότητα ποσοστιαία είναι αρκετά υψηλότερη σε σχέση με πολλές άλλες χώρες της Ευρώπης αλλά και τις ΗΠΑ.
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει στο ethnos.gr ο καθηγητής της Πολυτεχνικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, επικεφαλής του Εργαστηρίου Περιβαλλοντικής Μηχανικής και επικεφαλής του Κέντρου Έρευνας για το Εκθεσίωμα και την Υγεία «Heracles», Δημοσθένης Σαρηγιάννης, όλο το Νοέμβριο αλλά και τις πρώτες μέρες του Δεκεμβρίου η θνησιμότητα από κορωνοϊό που καταγράφει καθημερινά η Ελλάδα βρίσκεται περίπου στο 5% σε σχέση με τα εντοπισμένα κρούσματα και περίπου στο 2% σε σύγκριση με τα εκτιμώμενα κρούσματα, αυτά που πραγματικά υπάρχουν στην κοινωνία.
Για το λόγο αυτό ο κ. Σαρηγιάννης εκφράζει την άποψη ότι θα ήταν πολύ πιο ασφαλές, αν το lockdown ολοκληρωνόταν μετά τις γιορτές και η χώρα άνοιγε με ιδιαίτερη προσοχή κοντά στα Θεοφάνια. «Αυτή θα ήταν η καλύτερη και η πιο ασφαλής λύση. Αν η οικονομία σηκώνει κάτι τέτοιο και ανοίξουμε μετά τις γιορτές, ο αριθμός των επιβεβαιωμένων κρουσμάτων θα βρίσκεται κάτω από τα 500. Έτσι θα έχουμε όλες τις δυνατότητες να ανοίξουμε με προσοχή, αλλά και ο εμβολιασμός θα μπορέσει να λειτουργήσει ως ανάχωμα σε μία ενδεχόμενη τάση αύξησης των κρουσμάτων. Το προσεκτικό άνοιγμα της χώρας στις 21 Δεκεμβρίου είναι κάτι που συζητείται, ωστόσο, σε αυτή την περίπτωση θα έχουμε σημαντική αύξηση κρουσμάτων μέσα στις γιορτές και κυρίως λίγο έπειτα από αυτές, οπότε θα χρειαστεί να κλείσουμε και πάλι κάποια στιγμή μέσα στον Ιανουάριο», τονίζει στο ethnos.gr ο κ. Σαρηγιάννης.
Κατά τον ίδιο, έχει πολύ μεγάλη σημασία το άνοιγμα της χώρας να συνδυαστεί με μία ευφυή στρατηγική εμβολιασμών. «Δηλαδή, να χρησιμοποιηθεί ο εμβολιασμός όχι μόνο ως ανοσία, αλλά ως εργαλείο αντιμετώπισης του μηχανισμού της πανδημίας. Για παράδειγμα, μπορούμε να κάνουμε μία πρόβλεψη για το ποιες περιοχές της χώρας θα παρουσιάσουν σημαντική αύξηση στον αριθμό των κρουσμάτων μετά τις γιορτές και σε αυτές να κάνουμε μαζικότερους εμβολιασμούς», σημειώνει ο κ. Σαρηγιάννης.
Υψηλός ο αριθμός των νεκρών και ο ρυθμός της διασποράς
Κατά τον καθηγητή της Πολυτεχνικής Σχολής του ΑΠΘ, είναι ξεκάθαρο στους επιστήμονες ότι στη χώρα μας όλο τον Νοέμβριο αλλά και τις πρώτες μέρες του Δεκεμβρίου είναι πολύ υψηλός ο αριθμός των νεκρών σε σχέση με τα κρούσματα (επιβεβαιωμένα ή πραγματικά), καθώς και η διασπορά στην κοινότητα και κυρίως μέσα στις οικογένειες. Ο κ. Σαρηγιάννης αναφέρεται μέσω του ethnos.gr και στις αιτίες που προκαλούν αυτό το δραματικό γεγονός.
«Ένας από τους σημαντικούς λόγους είναι η ηλικιακή κατανομή που σχετίζεται άμεσα με το μηχανισμό διασποράς. Η Ελλάδα έχει από τη μία πλευρά μεγάλο αριθμό ηλικιωμένων ατόμων και από την άλλη ο πυρήνας της οικογένειας στη χώρα μας διαφέρει πάρα πολύ, για παράδειγμα, από αυτόν στη Σουηδία. Στην Ελλάδα οι ηλικιωμένοι μένουν στο ίδιο σπίτι με τους νεότερους και άρα η διασπορά στις ευπαθείς ομάδες είναι περισσότερο εύκολη. Στα σχολεία μπορεί να μην υπάρχει μεγάλο πρόβλημα διασποράς, αφού οι μαθητές δύσκολα νοσούν, όμως, μεταφέρουν τον ιό στους ενήλικες, δηλαδή στους ηλικιωμένους με τους οποίους μένουν στο ίδιο σπίτι», λέει ο κ. Σαρηγιάννης.
Λίγες ΜΕΘ – Ελλιπής η Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας
Ένας άλλος λόγος, κατά τον κ. Σαρηγιάννη, που παρατηρείται μεγάλος αριθμός νεκρών στη χώρα μας, είναι ότι δεν υπάρχει καλή λειτουργία του συστήματος Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας. «Αν με ελαφρά συμπτώματα πηγαίναμε στο γιατρό, δηλαδή στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας, θα μας έλεγε πως να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα στο σπίτι μας και δε θα χρειαζόταν να πηγαίναμε στα νοσοκομεία. Έτσι θα ήταν περισσότερο ελεγχόμενη η κατάσταση αναφορικά με τους ασθενείς με ήπια συμπτώματα και θα ήταν μικρότερη η εισροή ασθενών στα νοσοκομεία και κατά συνέπεια μικρότερη η επιβάρυνση σε αυτά. Να μην ξεχνάμε ότι η συντριπτική πλειοψηφία των ασθενών με κορωνοϊό παρουσιάζει ήπια συμπτώματα. Σίγουρα, αν είχαμε και περισσότερες κλίνες στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας, θα είχαμε καλύτερη διαχείριση και του φόρτου των ασθενών στα νοσοκομεία. Επίσης, σημαντικό ρόλο έπαιξαν η μεγαλύτερη χαλαρότητα των πολιτών σε σχέση με την άνοιξη, αλλά και η μη ικανοποιητική επιτήρηση των μέτρων», τονίζει ο κ. Σαργηγιάννης.
Η ατμοσφαιρική ρύπανση σε Θεσσαλονίκη και Αθήνα
Κατά τον καθηγητή της Πολυτεχνικής Σχολής του ΑΠΘ και επικεφαλής του Κέντρου Έρευνας για το Εκθεσίωμα και την Υγεία του πανεπιστημίου, σημαντικό ρόλο στη μεγάλη θνητότητα παίζει και η ατμοσφαιρική ρύπανση στις μεγάλες πόλεις και κυρίως σε Θεσσαλονίκη και Αθήνα, που είναι ιδιαίτερα επιβαρυμένες αναφορικά με τα αιωρούμενα σωματίδια. Ο ίδιος επικαλείται έρευνα στις ΗΠΑ, οι οποίες απέδειξαν ότι η αύξηση ενός μικρογραμμαρίου ανά κυβικό μέτρο στα αιωρούμενα σωματίδια της ατμόσφαιρας μπορεί να αυξήσει τη θνητότητα ακόμα και κατά 10%.
«Στη Θεσσαλονίκη έχουμε τη μεγαλύτερη ατμοσφαιρική ρύπανση αναφορικά με τα αιωρούμενα σωματίδια, περισσότερο και από την Αθήνα. Μην ξεχνάμε ότι η Θεσσαλονίκη έχει και πρόβλημα με την αιθαλομίχλη. Επίσης, η Θεσσαλονίκη και η Αθήνα είναι από τις πιο επιβαρυμένες πόλεις στην Ευρώπη, σε ό,τι αφορά τα σωματίδια. Η περιβαλλοντική διάσταση δεν είναι η βασική αιτία θνητότητας, όμως, παίζει σημαντικό ρόλο και είναι αμαρτία, διότι πρόκειται για παράγοντα που αντιμετωπίζεται. Το ίδιο ακριβώς συνέβη και στην Λομβαρδία. Εκεί μπορεί να είχαμε πολλές κλίνες ΜΕΘ, όμως, το σύστημα κατέρρευσε, διότι πρόκειται για περιοχή με ιδιαίτερα αυξημένη ατμοσφαιρική ρύπανση για χρόνια», σημειώνει ο κ. Σαρηγιάννης.
Πηγή: ethnos.gr