Η Ελλάδα σχεδιάζει τουλάχιστον δύο ακόμη ομολογιακές εκδόσεις έως τα τέλη του έτους, ενώ ενδέχεται να αναβάλει την πρόωρη αποπληρωμή του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου ώστε να ενισχύσει τη διαθέσιμη ρευστότητα και να καλύψει τις πρόσθετες χρηματοδοτικές ανάγκες που έχουν ανακύψει λόγω του κορωνοϊού. Παράλληλα, ματαιώνει τα σχέδια για λιγότερες εκδόσεις εντόκων γραμματίων φέτος, όπως μεταδίδει το Reuters, επικαλούμενο κυβερνητικές πηγές.
«Τα σχέδιά μας κάνουν λόγο για τουλάχιστον δύο ακόμη ομολογιακές εκδόσεις εώς τα τέλη του έτους, για την άντληση 4 δισ. ευρώ» ανέφερε αξιωματούχος της κυβέρνησης, χωρίς να προχωρεί σε λεπτομέρειες για τη διάρκεια των νέων ομολόγων.
Η Ελλάδα άντλησε φέτος συνολικά 4,5 δισ. ευρώ μέσω της έκδοσης 15ετούς και 7ετούς ομολόγου. Ο αρχικός οδικός χάρτης δανεισμού προέβλεπε μειωμένες δημοπρασίες εντόκων γραμματίων κατά περίπου 5 δισ., στα 7,5 δισ. ευρώ φέτος. Παράλληλα, η Αθήνα σχεδίαζε την πρόωρη αποπληρωμή οφειλών, ύψους 1,7 δισ. ευρώ προς το ΔΝΤ που έληγαν το 2021, ένα σχέδιο που φαίνεται πως πλέον αναθεωρείται.
«Μάλλον θα αναβάλλουμε τα σχέδια να αποπληρώσουμε πιο νωρίς το ΔΝΤ, δεν έχει ληφθεί ακόμη οριστική απόφαση. Θα επανεξετάσουμε το ζήτημα τον Σεπτέμβριο», ανέφερε στο Reuters ο αξιωματούχος, επιλέγοντας να διατηρήσει την ανωνυμία του.
Η Ελλάδα αποπλήρωσε πέρυσι δάνεια ύψους 2,7 δισ. ευρώ προς το ΔΝΤ, μειώνοντας τη συνολική έκθεση προς το Ταμείο κατά περίπου 6 δισ. ευρώ.
Η χώρα είχε αφήσει πίσω της την εποχή των μνημονίων και είχε επιστρέψει σε ανάπτυξη, όμως ο κορωνοϊός ανέτρεψε τα δεδομένα, με την κυβέρνηση να προβλέπει ύφεση μεταξύ 4,7% και 8,9% φέτος. Το κόστος των έκτακτων μέτρων στήριξης επιχειρήσεων και εργαζομένων που πλήττονται υπολογίζεται στα 12,3 δισ. ευρώ έως τον Ιούνιο.
«Η αναπροσαρμογή της στρατηγικής δανεισμού εστιάζει κυρίως στις αλλαγές στη διαδικασία δανεισμού και όχι μεταβολές στην ευρύτερη χρηματοδοτική δραστηριότητα», διευκρινίζει ο αξιωματούχος. Οι εκδόσεις εντόκων θα φθάσουν φέτος τα 12,5 δισ. ευρώ, στα ίδια επίπεδα με πέρυσι.
Τα αποθέματα ρευστότητας της χώρας, υπολογίζονται σε 15,7 δισ. ευρώ και προέρχονται από κεφάλαια που αντλήθηκαν από ομολογιακές εκδόσεις αλλά κυρίως από το «μαξιλάρι ρευστότητας» του ESM, που όμως δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί χωρίς την έγκριση του Μηχανισμού.
Πηγή: naftemporiki.gr