Συμπληρώθηκαν 41 χρόνια από την ιστορική ημέρα υπογραφής στο Ζάππειο της ένταξης της Ελλάδος στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα.
Ήταν ένα όραμα του Κωνσταντίνου Καραμανλή που έγινε πράξη κόντρα σε ένα μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινής γνώμης και κυρίως στον λαϊκισμό εκείνης της εποχής που εκφραζόταν με το γνωστό σύνθημα «ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο».
Η σημαντική αυτή επέτειος συνέπεσε φέτος με την πρόταση της Κομισιόν για τη στήριξη της ευρωπαϊκής οικονομίας στην αντιμετώπιση των επιπτώσεων της πανδημίας του Κορωνοϊού με ένα μεγάλο χρηματοδοτικό πακέτο επιχορηγήσεων και χαμηλότοκων δανείων μεταξύ των χωρών – μελών, ώστε η Ευρώπη να ανακτήσει το χαμένο έδαφος στο παγκόσμιο οικονομικό ανταγωνισμό.
Με τη φράση «έχουμε ραντεβού με την ιστορία» ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης έδωσε στην πραγματοποιηθείσα τηλεδιάσκεψη του Ευρωπαϊκό Συμβουλίου το στίγμα της σημασίας που έχει η απόφαση των ευρωπαίων ηγετών στη συμφωνία για το φιλόδοξο ταμείο ανάκαμψης που είχε προτείνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Ο Έλληνας πρωθυπουργός προειδοποίησε κρούωντας τον κώδωνα του κινδύνου για τις συνέπειες μιας καθυστερημένης αντίδρασης της Ευρωπαϊκής Ένωσης κάμπτοντας τις αρχικές αντιρρήσεις από τις χώρες του Βορρά που ζητούσαν περισσότερες εγγυήσεις, λιγότερες επιχορηγήσεις και περισσότερα δάνεια.
Όλα δείχνουν ότι έστω και με μικρή καθυστέρηση η Ευρώπη έκανε το απαιτούμενο βήμα. Η πρόταση για τα 750 δισεκατομμύρια στο Ταμείο Ανάκαμψης ξεπερνά κάθε προσδοκία, η Ελλάδα θα λάβει περίπου 32 δισεκατομμύρια και αυτό είναι μία μεγάλη επιτυχία. Πολλοί έμειναν με ανοικτό το στόμα και άλλοι έσπευσαν να πουν ότι η Ελλάδα δεν έκανε κάτι για να μπει πρώτη στη λίστα των κρατών που θα ωφεληθούν περισσότερο από το ευρωπαϊκό πρόγραμμα άμυνας κατά της πανδημίας.
Άλλοι είπαν ότι ήταν θέμα τύχης ή φιλευσπλαχνίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής όμως η Ευρώπη έχει αποδείξει πολλές φορές ότι δεν δίνει χρήματα στην τύχη από λύπηση ούτε από γενναιοδωρία. Σκοπός της πάντοτε είναι το συμφέρον της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πάνω κάτω το ευρωπαϊκό τοπίο για το ταμείο ανάκαμψης έχει διαμορφωθεί, ανεξάρτητα αν θα υπάρξουν κάποιες αλλαγές στη χορήγηση του τελικού πακέτου. Δεν σημαίνει βέβαια ότι ξαφνικά θα αρχίσει να βρέχει λεφτά και η Ελλάδα επιτέλους θα λύσει όλα τα προβλήματά της. Η ιστορία είναι εναντίον μας αρκεί να αναλογιστούμε παρόμοιες περιπτώσεις βοήθειας και πακέτων οικονομικής στήριξης του παρελθόντος. Τα παρατράγουδα που ακούστηκαν για τη διαχείριση του αμερικανικού σχεδίου «ΜΑΡΣΑΛ» τη δεκαετία του ’50, την κακοδιαχείριση των πακέτων ΝΤΕΛΟΡ τη δεκαετία του ’80 και αργότερα των ΜΟΠ και του ΕΣΠΑ. Απόδειξη για τα παραπάνω ήταν η Ελλάδα από το «ραντεβού με την ιστορία» το 1981 του Ανδρέα Παπανδρέου, να φτάσει τελικά στο «ραντεβού με την χρεοκοπία» του Γιώργου Παπανδρέου το 2010 στο Καστελόριζο. Μπορεί μερίδιο της ευθύνης να είχαν όλα τα κόμματα που κυβέρνησαν την Ελλάδα μετά τη μεταπολίτευση, όμως η ιστορία ανταποκρίθηκε στο «ραντεβού» με εκείνο που είχε τη μεγαλύτερη ευθύνη.
Μετά την οδυνηρή εμπειρία των Μνημονίων, η ευκαιρία που παρουσιάζεται για τη χώρα είναι μοναδική. Τα 32 δισεκατομμύρια που αναλογούν στην Ελλάδα μπορεί να γίνουν ο μοχλός για την αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου, για την ανάπτυξη του πρωτογενούς τομέα, τη στροφή στην καινοτομία, την ολοκλήρωση των απαραίτητων υποδομών κλπ.
Μνημόνιο για να επιβάλλει αυστηρή διαχείριση του πακέτου ανάκαμψης δεν υπάρχει όμως πρέπει να συμπεριφερθούμε σαν να υπήρχε. Δεν πρόκειται να δοθεί άλλη ευκαιρία για να αλλάξουμε τη χώρα και η σημερινή κυβέρνηση καλείται να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων, αποδεικνύοντας ότι είναι άξια της φήμης της.