Η πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη δημιουργία Ταμείου Ανάκαμψης ύψους 750 δις, εκ των οποίων τα 500δις αφορούν επιχορηγήσεις και τα 250 δις δάνεια είναι αναμφίβολα μία πολύ θετική εξέλιξη.
Το γεγονός επίσης ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προτίθεται να βγει στις αγορές και να δανειστεί η ίδια, χωρίς να μεταβιβάζει το χρέος αυτό στους ισολογισμούς των κρατών μελών, αλλά προβλέποντας την αποπληρωμή του μέσω νέων Ευρωπαϊκών πόρων είναι κάτι το πρωτοφανές. Αποτελεί ένα άλμα προόδου για το Ευρωπαϊκό οικοδόμημα, γι’ αυτό και οι όποιες αντιδράσεις από τις λεγόμενες «φειδωλές» χώρες θα πρέπει να καμφθούν.
Ο καθένας μας, από τη δική του θέση στους Ευρωπαϊκούς θεσμούς, οφείλει να πιέσει, ώστε να γίνει ομοφώνως αποδεκτή η πρόταση από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και με ισχυρή πλειοψηφία στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ως μήνυμα συνεργασίας και αλληλεγγύης σε μία κρίσιμη στιγμή για τους λαούς της Ευρώπης.
Σύμφωνα με την πρόταση της Επιτροπής, η Ελλάδα θα λάβει 22,5 δις σε επιδοτήσεις και 9,5 δις σε δάνεια, ενώ για παράδειγμα η Πορτογαλία, μία χώρα με παρόμοια χαρακτηριστικά θα λάβει 15 δις σε επιδοτήσεις και 11 δις σε δάνεια. Έχουμε λοιπόν μπροστά μας μία σημαντική ευκαιρία καθώς σε συνδυασμό με τους πόρους από τα Ταμεία, έχουμε ένα πρωτόγνωρο χρηματοδοτικό πακέτο, που επιτρέπει την αποτελεσματική αντιμετώπιση των οικονομικών συνεπειών αλλά και την βιώσιμη αναμόρφωση της οικονομίας μας. Η σωστή αξιοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης από τα κράτη μέλη θα βοηθήσει να περιοριστούν οι εσωτερικές κοινωνικές ανισότητες, αλλά και η συνεχώς κλιμακούμενη οικονομική απόκλιση μεταξύ των Ευρωπαϊκών χωρών.
Ως Εισηγητής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Πολιτικής Προστασίας, θα ήθελα να σημειώσω και την αύξηση του προϋπολογισμού του στα 3,1 δις ευρώ με την προσθήκη επιπλέον 2 δις ευρώ. Κατά τη διάρκεια της πανδημίας ο Μηχανισμός ήταν ένα απαραίτητο Ευρωπαϊκό εργαλείο αλληλεγγύης που απέδειξε την αξία του, με την αποστολή υγειονομικού υλικού αγορασμένο από την Ευρωπαϊκή Ένωση στην Ισπανία, Ιταλία και Κροατία μετά από αίτημά τους, αλλά και τον επαναπατρισμό πάνω από 60.000 Ευρωπαίων πολιτών.
Μπορούμε να πετύχουμε περισσότερα όλοι μαζί και αρκετά λιγότερα ο καθένας μόνος του.