Την ενεργειακή πολιτική που άσκησε η κραταιά πρώην καγκελάριος της Γερμανίας Άνγκελα Μέρκελ δείχνει ως υπαίτια για τη μεγάλη εξάρτηση τη χώρας από τη ρωσικό αέριο, ο Lars-Hendrik Röller, ο οποίος έχει διατελέσει επικεφαλής οικονομικός της σύμβουλος.
Γνωρίζοντας, όπως είναι λογικό, «από μέσα» τα πράγματα, σημείωσε, μιλώντας στους FT, πως οι πολιτικές Μέρκελ είναι εκείνες που με τις εξελίξεις που προκάλεσε ο πόλεμος στην Ουκρανία, έφεραν τη Γερμανία σε πολύ δύσκολη θέση ενεργειακά, καθώς έπρεπε να κάνει πολύ περισσότερα προκειμένου να διαφοροποιήσει τον ενεργειακό της εφοδιασμό.
«Αν γνωρίζαμε τότε αυτό που ξέρουμε τώρα, φυσικά θα είχαμε ενεργήσει διαφορετικά», είπε χαρακτηριστικά.
Ωστόσο, επέμεινε ότι οι άφθονες και φθηνές ρωσικές εξαγωγές ενέργειας είχαν δώσει μια τεράστια ώθηση στη γερμανική οικονομία, συμβάλλοντας στην εξασφάλιση δέκα συνεχόμενων ετών ανάπτυξης.
«Μας βοήθησε να επιτύχουμε ισχυρούς ρυθμούς ανάπτυξης που πλήρωναν για πράγματα που διαφορετικά δεν θα είχαμε, για μια περίοδο 10-15 ετών, πράγματα που διαφορετικά δεν θα ήταν δυνατά», είπε.
Υποστήριξε, ακόμη, ότι η Μέρκελ δεν είχε άλλη επιλογή κατά την περίοδο 2005 – 2021 που ηγήθηκε της Γερμανίας, από το να επενδύσει πολλά στο ρωσικό αέριο, αφού αποφάσισε να καταργήσει σταδιακά την πυρηνική ενέργεια, κάτι το οποίο, όπως πρόσθεσε, είχε τη συναίνεση της κοινωνίας τη συγκεκριμένη περίοδο.
Η αντίθεση στο σπάσιμο των εγχώριων αποθεμάτων μη συμβατικού αερίου και στην κατασκευή τερματικών εισαγωγών υγροποιημένου φυσικού αερίου απέκλεισε πιθανές εναλλακτικές προς τους ρωσικούς υδρογονάνθρακες λύσεις, που σε κάθε περίπτωση ήταν και πολύ φθηνότερη λύση σε σύγκριση με άλλους προμηθευτές όπως π.χ. το Κατάρ, σημείωσε.
Άλλωστε, η Μόσχα είχε αποδειχθεί αξιόπιστος ενεργειακός εταίρος εδώ και αρκετές δεκαετίες με το αέριό της να ρέει «σε όλη τη διάρκεια του ψυχρού πολέμου.
«Αλλά το αποτέλεσμα είναι ότι τελικά εξαρτηθήκαμε πολύ από το ρωσικό αέριο — αυτό είναι γεγονός», παραδέχθηκε ο πρώην σύμβουλος της Μέρκελ.
Η σιδηρά γερμανίδα πρώην καγκελάριος, έχει δεχθεί έντονη κριτική ότι επέτρεψε η Γερμανία να εξαρτάται τόσο πολύ από τη ρωσική ενέργεια, ακόμα και όταν έγινε φανερό ότι το Κρεμλίνο ήταν έτοιμο να χρησιμοποιήσει τις εξαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου ως γεωπολιτικό όπλο.
Μέχρι τη στιγμή που η Ρωσία ξεκίνησε την πλήρη εισβολή της στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022, είχε το 55% φυσικού αερίου της Γερμανίας.
Η υποστήριξη του Nord Stream 2
Μεγάλο μέρος της κριτικής επικεντρώθηκε στη μακροχρόνια υποστήριξη της πρώην καγκελαρίου για τον Nord Stream 2, ο οποίος θα αύξανε σημαντικά τον όγκο του φυσικού αερίου που ρέει απευθείας από τη Ρωσία στη Γερμανία, παρακάμπτοντας την Ουκρανία.
Οι επικριτές της λένε ότι το έργο, το οποίο συνέχισε να κατασκευάζεται ακόμη και μετά την προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία το 2014, θα επέτρεπε στη Μόσχα να σφίξει τον έλεγχο της στις ευρωπαϊκές αγορές ενέργειας. Ο αγωγός και ο πρόδρομός του Nord Stream 1 υπέστησαν ζημιές σε εκρήξεις πέρυσι που ακόμη διερευνώνται.
Από την αρχή του πολέμου, ο διάδοχος της Μέρκελ, Όλαφ Σολτς, μερίμνησε για την απεξάρτηση της Γερμανίας από το ρωσικό αέριο, κατασκεύασε αρκετούς τερματικούς σταθμούς LNG και προχώρησε σε μια τεράστια επέκταση της δυναμικότητας των ΑΠΕ.
Σε μια διάσημη πλέον ομιλία στην Bundestag τον περασμένο Σεπτέμβριο, ο Ρόμπερτ Χάμπεκ, υπουργός Οικονομίας των Πρασίνων, κατηγόρησε τη Χριστιανοδημοκρατική Ένωση της Μέρκελ για «16 χρόνια αποτυχημένων ενεργειακών πολιτικών» που ο συνασπισμός αναγκάστηκε να “καθαρίσει” μέσα σε λίγους μήνες.
Ωστόσο, ο πρώην σύμβουλος της Μέρκελ, είπε ότι η κυβέρνησή της θα δυσκολευόταν να κατασκευάσει υποδομές LNG και να διαφοροποιήσει τον ενεργειακό εφοδιασμό της Γερμανίας «δεδομένου του πολιτικού πλαισίου της εποχής εκείνης».
Ο Röller παραδέχτηκε ότι η κυβέρνηση «δεν επέκτεινε τις ΑΠΕ ανανεώσιμες πηγές ενέργειας με τον ρυθμό που θα έπρεπε», κατηγορώντας την υπερβολική γραφειοκρατία, αλλά και τους απλούς πολίτες που εγείρουν «πάρα πολλές αντιρρήσεις» σε έργα.
Απέρριψε επίσης την κατηγορία ότι η αμείλικτη εστίαση της Μέρκελ στο να επιτυγχάνει η χώρα ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς, υπονόμευσε τις απαραίτητες επενδύσεις στις φτωχές υποδομές της χώρας.
«Η κυβέρνηση Σολτς είναι σε θέση να ακολουθήσει τις τρέχουσες πολιτικές της μόνο λόγω της ισχυρής οικονομίας που της αφήσαμε και της δημοσιονομικής πειθαρχίας της τελευταίας δεκαετίας», είπε. «Διαχειριστήκαμε καλά την οικονομία στο παρελθόν και δημιουργήσαμε τον χώρο για την τρέχουσα κυβέρνηση να κάνει τις απαραίτητες επενδύσεις».