«Ντύσου, για να μην κρυώσεις!». Μύθος ή πραγματικότητα; Πόσο ισχύει, τελικά, αυτή η συμβουλή που ακούγεται καθημερινά από πολλούς γονείς;
Σύμφωνα με τον Γιάννη Πρασσά, διδάκτορα μοριακής βιολογίας του πανεπιστημίου του Τορόντο και μόνιμο ερευνητή στο πανεπιστήμιο Mount Sinai Hospital, πρέπει να σταματήσουμε να λέμε «έπαθα κρύωμα ή κρύωσα».
«Δεν υπάρχει κρύωμα με την έννοια που το χρησιμοποιούμε. Πρόκειται για έναν παραπλανητικό όρο, άκρως επικίνδυνο την εποχή της Covid-19. Αν έχουμε συνάχι, μπούκωμα, πονόλαιμο και δέκατα τότε πιθανότατα έχουμε μολυνθεί από κάποιο παθογόνο μικροοργανισμό (ιό, βακτήριο), εξηγεί στο iefimerida.gr ο Δρ. Πρασσάς.
Τι ισχύει με τα συμπτώματα
Όλα αυτά τα συμπτώματα δεν είναι τίποτα άλλο από την ενεργοποίηση της άμυνας του οργανισμού που αντιλήφθηκε την εισβολή κάποιου παθογόνου. «Ο οργανισμός προσπαθεί με τα συμπτώματα να περιορίσει τον ιό όσο περισσότερο γίνεται. Οι ρινικές βλέννες να μην τον αφήσουν να κατέβει στα πνευμόνια, ο πυρετός να προκαλέσει διαστολή των αγγείων ώστε να αυξηθεί η ροή αμυντικών κυττάρων, ο βήχας και το φτέρνισμα να τον εξωθήσουν κ.τ.λ.», λέει ο Έλληνας ερευνητής.
Το κρύο δεν προκαλεί λοίμωξη αλλά τα παθογόνα
Σε κάθε περίπτωση η έκθεση στο κρύο και σε χαμηλές θερμοκρασίες δεν προκαλεί ίωση εξ ορισμού. Δηλαδή, το κρύο από μόνο του δεν ενεργοποιεί τις ανοσολογικές γραμμές μας. «Υπάρχουν πολλοί ειδικοί μοριακοί μηχανισμοί εντοπισμού παθογόνων και ενεργοποίησης της άμυνας. Η αίσθηση του κρύου δεν ανήκει σ’ αυτούς. Όσο και αν «καθίσουμε» στο κρύο, αν δεν υπάρχει κόσμος τριγύρω να μας μεταδώσει κάποιο παθογόνο, δεν θα πάθουμε λοίμωξη. Ναι, μπορεί να πάθουμε από ψύξη μέχρι σοβαρά κρυοπαγήματα, ανάλογα με το κρύο και τον χρόνο έκθεσης, αλλά όχι λοίμωξη», ξεκαθαρίζει.
Η αντίδραση της μύτης να «τρέχει», όπως λέμε με απλά λόγια, μετά από έκθεση σε κρύο αέρα, οφείλεται, σύμφωνα με τον Γιάννη Πρασσά, στο γεγονός ότι στέγνωσε το υγρό βλεννογόνο της μύτης και το σώμα μας προσπαθεί να το υγράνει ξανά. Άλλωστε αυτή είναι η κύρια λειτουργία της μύτης. Η εφύγρανση και η θέρμανση του εισπνεόμενου αέρα.
Στο μέλλον, με μεγάλη ευκολία, θα ξέρουμε το παθογόνο που μας μόλυνε
«Αυτή η μικρή καταρροή φεύγει μετά από λίγα λεπτά σε εσωτερικό χώρο και δεν έχει καμία σχέση με την παχύρευστη ανοσολογική βλέννα (μύξα) που παράγεται μετά από λοίμωξη. Το ότι και σήμερα, παρά την εμπειρία της τρέχουσας πανδημίας, συνεχίζουμε να τα λέμε όλα «κρυολογήματα» είναι δυστυχώς ενδεικτικό του πόσο δε θέλουμε να ανοίξουμε το «φως» στο θέμα της συμβίωσης με τα παθογόνα», σημειώνει, αποκαλύπτοντας παράλληλα ότι στο εγγύς μέλλον όταν παθαίνουμε μια λοίμωξη θα υπάρχει πολύ εύκολος τρόπος να ξέρουμε ακριβώς πιο παθογόνο μας μόλυνε και θα προσαρμόζουμε αναλόγως της θεραπεία. Στο πλαίσιο αυτό, η έγκαιρη και λεπτομερής διάγνωση θα αποτελεί τη βάση για τον αποτελεσματικότερο μελλοντικό έλεγχο των μεταδιδόμενων νόσων στην κοινότητα.