Του Κώστα Κεφαλογιάννη
Με θλιβερή αφορμή την συμπλήρωση ενός έτους από το δυστύχημα των Τεμπών, χιλιάδες άνθρωποι εξέφρασαν την Τετάρτη 28 Φεβρουαρίου τα συναισθήματά τους για μια από τις χειρότερες τραγωδίες στην σύγχρονη ελληνική ιστορία: είτε βγήκαν στους δρόμους (το μπλέξιμο της επετείου με συνδικαλιστικά και μικροπολιτικά αιτήματα ήταν, κατά την γνώμη μου, ασέβεια προς την μνήμη των θυμάτων, αλλά ας το προσπεράσουμε), είτε ανέβασαν ένα σκίτσο, έναν στίχο, μια άποψη στα social media, είτε διοχετεύσαν τον θυμό και την θλίψη τους σε άλλα κανάλια, όλοι είχαν ως βάση το παλλαϊκό αίτημα για δικαιοσύνη. Ο καθένας βεβαίως αντιλαμβάνεται διαφορετικά την έννοια της δικαιοσύνης, αυτό το ξέρουμε. Στην προκειμένη περίπτωση πάντως η συντριπτική πλειονότητα εννοεί το ίδιο πράγμα: να τιμωρηθούν όλοι οι υπεύθυνοι του εγκλήματος.
Παρότι ενδεχομένως να υπήρξε κάποια καθυστέρηση και παρά το γεγονός ότι αρκετοί δεν το γνωρίζουν, πρέπει να πούμε ότι η Δικαιοσύνη, δια του εφέτη – ανακριτή Σωτήρη Μπαϊκάμη φαίνεται να διεξάγει ενδελεχή έρευνα που αφήνει καμία πλευρά του δυστυχήματος ακάλυπτη. Με βάση τα σχετικά ρεπορτάζ, ο κ. Μπαϊκάμης θα ορίσει και τρίτο εμπειρογνώμονα για να διαπιστωθούν τα πραγματικά αίτια της έκρηξης, θέμα γύρω από το οποίο έχει σηκωθεί πολύ συζήτηση – και παραμένει, δυστυχώς, αμφίβολο κατά πόσον μπορεί να διερευνηθεί αποτελεσματικά έναν χρόνο μετά.
Έρευνα διεξάγει και η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία, δια της ανακρίτριας Χριστίνας Σαλάππα.
Πολλά στελέχη της ΤΡΑΙΝΟΣΕ και του ΟΣΕ θα καθίσουν στο σκαμνί, ενώ έχει ασκηθεί δίωξη για το μπάζωμα στον τόπο του δυστυχήματος και στον πρώην Περιφερειάρχη Θεσσαλίας κ. Αγοραστό. Όλες οι πληροφορίες συγκλίνουν στο ότι ο κύκλος των κατηγορουμένων θα διευρυνθεί ενώ η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία έστειλε στην Βουλή τη δικογραφία, ενώ είχε ζητήσει να παραπεμφθούν οι δυο προηγούμενοι Υπουργοί Μεταφορών Κώστας Καραμανλής και Χρήστος Σπίρτζης, για ευθύνες και παραλήψεις σχετικά με την καθυστέρηση της υλοποίησης της σύμβασης “717”.
Και εδώ αρχίζει το πιο εξοργιστικό σκέλος αυτής της έτσι κι αλλιώς εξοργιστικής ιστορίας. Η κυβερνητική πλειοψηφία απέρριψε το αίτημα του ΠΑΣΟΚ για σύσταση προανακριτικής επιτροπής.
Εν συνεχεία, η Εξεταστική Επιτροπή για τη διερεύνηση του εγκλήματος των Τεμπών αποδείχθηκε μια φαρσοκωμωδία που προσέβαλε βάναυσα κάθε έννοια πραγματικού δικαίου, ένα όνειδος για την δημοκρατική λειτουργία της χώρας.
Μέσα στην οργή και την θολούρα των social media και του ίντερνετ γενικά, πολλά πράγματα μπερδεύονται και γίνονται χυλός. Έχω διαβάσει όλες αυτές τις ημέρες γενικεύσεις και αφορισμούς, ανακρίβειες ή απλώς ψέματα. Η κατηγορία για τα συστημικά ΜΜΕ που καλούν τον παλαιοχριστιανό αλλά όχι την κ. Καρυστιανού π.χ. έγινε viral ενώ είναι καταφανώς αναληθής – η κ. Καρυστιανού έχει κληθεί και έχει μιλήσει στην πλεινότητα των ελληνικών Μέσων Ενημέρωσης και δικαίως.
Εντούτοις, σε μια σπάνια στιγμή μαζικής καθαρής σκέψης, η συντριπτική πλειονότητα όσων μιλούν για το θέμα έχει συντονιστεί πια στην ουσία του προβλήματος που είναι, βέβαια, η βουλευτική ασυλία. Όλα καταλήγουν εκεί: ουδεμία προσπάθεια συγκάλυψης θα μπορούσε να έχει αποτέλεσμα αν οι υπουργοί και οι βουλευτές δεν προστατευόταν από μια προβληματική και άδικη νομοθεσία.
Με το υπάρχον νομικό καθεστώς, οι πολιτικοί διαθέτουν ανεξέλεγκτη εξουσία, χωρίς όμως να φέρουν ουδεμία ουσιαστική ευθύνη για όσα πράττουν. Και ως εκ τούτου δεν φοβούνται τίποτα, πέραν του πολιτικού κόστους των ενεργειών τους. Πρόκεται για μια παθογένεια που προστατεύεται συνειδητά από όλες τις κυβερνήσεις (ο ΣΥΡΙΖΑ είχε προανναγείλει ότι θα άλλαζε τον σχετικό νόμο, δεν έκανε το παραμικρό) και έχει πολύ μεγαλό κοινωνικό κόστος. Η βαθιά πίστη όλο και περισσότερων ανθρώπων ότι στην Ελλάδα δεν υπάρχει πραγματική δικαιοσύνη και η επικίνδυνη απαξίωση των θεσμών, εδράζεται και εκεί: στην ατιμωρησία των πολιτικών.
Στην προκειμένη περίπτωση, το να δικαστούν και τα πολιτικά πρόσωπα που εμπλέκονται στην τραγωδία, εξελίσσεται σε καίριο κοινωνικό αίτημα. Δεν λέω να μπουν φυλακή, δεν είμαι ούτε δικαστής, ούτε εισαγγελέας. Λέω να δικαστούν, με βάση όσα τους προσάπτει η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία και ενδεχομένως η Εισαγγελία Λαρίσης. Μιλάμε απλώς για το μίνιμουμ, ώστε να νιώσουμε κι εμείς μα πρωτίστως οι συγγενείς των θυμάτων ότι ζουν σε ένα κράτος -στοιχειώδους – δικαίου.
Ειδάλλως, η αντισυστημική οργή θα συνεχίσει να μεγαλώνει, με συνέπειες που ουδείς μπορεί να προβλέψει.