Χιλιάδες ιδιοκτήτες εκμισθούμενων ακινήτων οι οποίοι αναγκάστηκαν να δεχθούν «κούρεμα» 40% στα μηνιαία ενοίκια που λαμβάνουν από τους πληττόμενους λόγω κορωνοϊού επιχειρηματίες ή μισθωτούς ενοικιαστές τους δεν είδαν να πιστώνονται από την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων τα ποσά των αποζημιώσεων που δικαιούνται είτε με τη μορφή εκπτώσεων φόρου – αν πρόκειται για μειώσεις μισθωμάτων των μηνών της περιόδου Μαρτίου-Οκτωβρίου 2020 – είτε με τη μορφή άμεσων καταβλητέων ποσών – αν πρόκειται για μειώσεις μισθωμάτων του διμήνου Νοεμβρίου – Δεκεμβρίου 2020.
Ειδικότερα, περισσότεροι από 40.000 ιδιοκτήτες εκμισθούμενων ακινήτων που υποχρεώθηκαν να δεχθούν μείωση των εισπρακτέων ενοικίων κατά 40% την περίοδο Μαρτίου-Οκτωβρίου 2020 έχουν χάσει τις εκπτώσεις φόρου που δικαιούνται, για ασήμαντες αιτίες τυπικού χαρακτήρα. Κι αυτό επειδή από τις διασταυρώσεις που διενήργησε η Α.Α.Δ.Ε. προέκυψαν:
* Περιπτώσεις στις οποίες τα ποσά του κανονικού ενοικίου, τα οποία αναγράφονταν στις δηλώσεις πληροφοριακών στοιχείων μίσθωσης και τα ποσά των ενοικίων που αναγράφονταν στις δηλώσεις COVID διέφεραν ελάχιστα, κατά μικροποσά, που όταν όμως αρκετά για να προκαλέσουν ασυμφωνία κατά τη διασταύρωση των στοιχείων και να οδηγήσουν εν τέλει στην μη εκκαθάριση των δηλώσεων COVID. Στις περιπτώσεις αυτές οι ιδιοκτήτες έχουν λάβει ειδοποιήσεις από την Α.Α.Δ.Ε. κι έχουν χρονικό περιθώριο μέχρι και τις 26 Φεβρουαρίου 2021 να υποβάλουν διορθωτικές δηλώσεις COVID για να κατοχυρώσουν τις εκπτώσεις φόρου που δικαιούνται, έστω και εκ των υστέρων.
* Χιλιάδες ήταν επίσης οι περιπτώσεις στις οποίες οι ιδιοκτήτες είχαν δηλώσει τα μειωμένα ενοίκια στις δηλώσεις COVID προβαίνοντας σε αναγκαστικές στρογγυλοποιήσεις δεκαδικών ψηφίων οι οποίες όμως είχαν ως συνέπεια τα ποσά που προέκυπταν μετά τις στρογγυλοποιήσεις να εμφανίζονται μειωμένα, σε σύγκριση με τα κανονικά ενοίκια, όχι ακριβώς κατά 40%, όπως έπρεπε, αλλά κατά ποσοστά 39,99% ή 39,98% κ.λπ. Η εξέλιξη αυτή οδήγησε αυτόματα στην απόρριψη των δηλώσεων COVID, επειδή τα ποσοστά μειώσεων των ενοικίων που προέκυπταν ήταν χαμηλότερα από 40%!
Χαρακτηριστικό είναι το ακόλουθο παράδειγμα: Το ακριβές μηνιαίο ενοίκιο που ελάμβανε ιδιοκτήτης από ξενοδόχο ενοικιαστή του ανερχόταν κανονικά σε 833,34 ευρώ (10.000 ευρώ ετησίως). Επειδή όμως η ηλεκτρονική πλατφόρμα της ΑΑΔΕ στην οποία υπέβαλε ο ιδιοκτήτης τη δήλωση πληροφοριακών στοιχείων μίσθωσης δεν δέχεται δεκαδικά ψηφία, ο ιδιοκτήτης στρογγυλοποίησε το μηνιαίο μίσθωμα από 833,34 ευρώ σε 833,00 ευρώ. Το ποσό του ενοικίου που εισέπραξε ο ιδιοκτήτης από τον Μάρτιο και μετά μειωμένο κατά 40% σε σχέση με το πραγματικό ενοίκιο των 833,34 ευρώ ήταν 500 ευρώ. Όμως στη δήλωση COVID που υπέβαλε ο ιδιοκτήτης η αναγραφή κανονικού ενοικίου στρογγυλοποιημένου στα 833 ευρώ και μειωμένου ενοικίου διαμορφωμένου 500 ευρώ οδήγησε το σύστημα ΤΑΧΙSnet στο – ορθο μαθηματικά αποτέλεσμα – να βγάλει το ποσοστό της μείωσης στο 39,98%. Όμως επειδή το ποσοστό αυτό ήταν κάτω από το προβλεπόμενο 40% η δήλωση COVID απορρίφθηκε και ο ιδιοκτήτης απώλεσε την αποζημίωση, για όλους τους μήνες από τον Μάρτιο έως και τον Οκτώβριο! (Η αποζημίωση θα δινόταν με την μορφή έκπτωσης – πίστωσης φόρου ίσης με το 20% του 60% του ενοικίου).
Σε κάθε μία από αυτές τις απίστευτες περιπτώσεις άδικης απώλειας αποζημιώσεων, οι ιδιοκτήτες δεν μπορούν πλέον να κάνουν κάτι για να κατοχυρώσουν τα ποσά των εκπτώσεων φόρου που δικαιούνται, έστω και εκ των υστέρων. Κι αυτό διότι δεν συμπεριλαμβάνονται σ’ αυτούς που έχουν λάβει ειδοποιήσεις από την Α.Α.Δ.Ε. για διόρθωση των υποβληθεισών δηλώσεων COVID και ως εκ τούτου, δεν τους επιτρέπεται πλέον να υποβάλουν τροποποιητικές-διορθωτικές δηλώσεις COVID για τους μήνες Μάρτιο έως και Οκτώβριο 2020.
Επιπλέον, κατά την καταβολή των άμεσων αποζημιώσεων σε περισσότερους από 200.000 ιδιοκτήτες εκμισθούμενων ακινήτων οι οποίοι αναγκάστηκαν να εισπράξουν τα ποσά των ενοικίων του μηνός Νοεμβρίου 2020 μειωμένα κατά 40%, σημειώθηκαν επίσης προβλήματα. Συγκεκριμένα, ορισμένοι ιδιοκτήτες διαπίστωσαν ότι τα ποσά των αποζημιώσεων που έλαβαν δεν αντιστοιχούσαν στο 50% του απωλεσθέντος 40% του μισθώματος, δηλαδή στο 20% του συνολικού μισθώματος, όπως προβλέπει η νομοθεσία, αλλά ήταν σημαντικά χαμηλότερα, περιορισμένα ακόμη και στο ήμισυ των ποσών που έπρεπε να είχαν λάβει.
Η πιο πιθανή αιτία για την οποία συνέβη αυτό φαίνεται να είναι το γεγονός ότι στις συγκεκριμένες περιπτώσεις είχαν συμφωνηθεί και δηλωθεί, στις δηλώσεις μισθώσεων, ημερομηνίες είσπραξης των κανονικών μισθωμάτων από τους ενοικιαστές στο μέσο κάθε μήνα. Π.χ. αντί για την 1η εκάστου μηνός είχε δηλωθεί η 15η ως ημέρα είσπραξης του ενοικίου, οπότε το σύστημα TAXISnet, κατά την εκκαθάριση των δηλώσεων COVID, φαίνεται ότι έλαβε υπόψη ως βάση υπολογισμού της εισοδηματικής απώλειας και της καταβλητέας αποζημίωσης όχι το μηνιαίο ποσό του ενοικίου αλλά το ήμισυ του ποσού αυτού, με αποτέλεσμα και η αποζημίωση να προκύψει αντιστοίχως μισή!
Πέραν των παραπάνω προβλημάτων που αντιμετωπίζουν περισσότεροι από 40.000 ιδιοκτήτες, υπάρχουν κι άλλοι 35.000 επιβεβαιωμένοι δικαιούχοι ιδιοκτήτες που δεν μπορούν να λάβουν αποζημιώσεις τους για 4 λόγους που έχουν να κάνουν με τους τραπεζικούς τους λογαριασμούς. Οι λόγοι αυτοί είναι οι εξής:
1) Μη γνωστοποίηση στην ΑΑΔΕ από τον δικαιούχο είσπραξης της αποζημίωσης του αριθμού ΙΒΑΝ του τραπεζικού λογαριασμού του, ώστε να του κατατεθεί το ποσό που δικαιούται. Το πλήρες ΙΒΑΝ του λογαριασμού κατάθεσης θα πρέπει να καταχωρηθεί στη σελίδα του δικαιούχου στο TAXISNET, στην αριστερή στήλη “My Taxis Net” και στο παράθυρο “Δήλωση Λογαριασμού – ΙΒΑΝ”.
2) Δήλωση λογαριασμού με περισσότερους από δύο δικαιούχους. Η υπ’ αριθμόν Α1019/2020 απόφαση του υφυπουργού Οικονομικών Αποστόλου Βεσυροπούλου αναφέρει ρητά ότι: «Σε περίπτωση κοινού λογαριασμού αυτός δύναται να δηλώνεται από έως δύο δικαιούχους». Συνεπώς σύμφωνα με αυτήν, δεν μπορούν να κατατεθούν χρήματα από το Δημόσιο σε κοινούς λογαριασμούς με πάνω από δύο δικαιούχους, έστω και αν το όνομα του δικαιούχου της αποζημίωσης είναι πρώτο.
3) Δήλωση λογαριασμού ανοιγμένου σε τράπεζα του εξωτερικού. Ο δηλωμένος λογαριασμός θα πρέπει να είναι ανοιγμένος σε οποιαδήποτε ελληνική Τράπεζα, με ΙΒΑΝ που να αρχίζει από GR. Η κατάθεση σε Τράπεζα εξωτερικού δεν φαίνεται να προβλέπεται, ούτε έχει ελεγχθεί αν μπορεί να λειτουργήσει στην πράξη.
4) Δήλωση τραπεζικού λογαριασμού που είναι ανενεργός. Ο δηλωμένος λογαριασμός θα πρέπει να είναι ενεργός, και να μη έχει χαρακτηριστεί ως “αδρανής”. Αδρανής θα χαρακτηριστεί όταν για 24 συνεχόμενους μήνες δεν έχουν πραγματοποιηθεί συναλλαγές με άμεση χρέωση του λογαριασμού του δικαιούχου. Αδρανείς λογαριασμοί δεν χαρακτηρίζονται οι λογαριασμοί των προθεσμιακών καταθέσεων. Αν υπάρχει λογαριασμός αλλά είναι ήδη χαρακτηρισμένος αδρανής, χρειάζεται αίτηση στην Τράπεζα και επικαιροποίηση των στοιχείων των καταθετών.
Πηγή: money-money.gr