Με κέρδη άνω του 45% και τιμές μία ανάσα από τα 50 ευρώ ανά μεγαβατώρα έκλεισε το 2024 το φυσικό αέριο στην Ευρώπη, σε μία χρονιά η οποία χαρακτηρίστηκε από έντονες διακυμάνσεις και νευρικότητα.
Η σημαντική αυτή άνοδος των τιμών επιβάρυνε τα νοικοκυριά και τη βιομηχανία, τα οποία προσπαθούν να ανακάμψουν από τη χειρότερη κρίση κόστους ζωής εδώ και δεκαετίες.
Και το 2025 δεν προμηνύεται καλύτερα.
Τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης για το επόμενο έτος φέρουν ήδη ένα premium, ένα ισχυρό μήνυμα ότι οι τιμές αναμένεται να παραμείνουν σε υψηλότερα επίπεφα για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, κάτι που τελικά μεταφράζεται σε πιο τσουχτερούς λογαριασμούς για τους καταναλωτές.
Μάλιστα κάποιοι traders εκτιμούν ότι η διακοπή της διαμετακόμισης ρωσικού φυσικού αερίου μέσω της Ουκρανίας προς την Ευρώπη θα επιβαρύνει τις τιμές έως και 10 ευρώ ανά μεγαβατώρα, σε σχέση με του τι θα συνέβαινε αν συνεχίζονταν οι ροές.
Το κακό timing
Η χρονική στιγμή λήξης της σύμβασης διαμετακόμισης Ουκρανίας-Ρωσίας είναι εξαιρετικά δυσμενής. Τα αποθέματα φυσικού αερίου της περιοχής, ένα απόθεμα ασφαλείας για πιο χαλεπούς καιρούς, εξαντλούνται με ταχύτερο από τον κανονικό ρυθμό, κάτι που μπορεί να δυσκολέψει τους εμπόρους να εξασφαλίσουν προμήθειες για τον επόμενο χειμώνα. Παράλληλα, οι μετεωρολογικές προβλέψεις κάνουν λόγο για θερμοκρασίες κάτω από το μηδέν , αυξάνοντας τη ζήτηση φυσικού αερίου για θέρμανση.
«Οι υψηλές τιμές κατέστρεψαν αναπόφευκτα τη βιομηχανική ανταγωνιστικότητα και την οικονομική απόδοση», ανέφεραν οι αναλυτές του MET Group σε σημείωμα τη Δευτέρα. Προσβλέποντας στο μέλλον, «καθυστερήσεις στις προσθήκες δυναμικότητας ή ισχυρότερη από το αναμενόμενο ζήτηση από την Ασία – λόγω της οικονομικής ανάκαμψης ή του κρύου καιρού – θα μπορούσαν να σφίξουν την αγορά».
Τα 15 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα φυσικού αερίου που έστελνε η Ρωσία μέσω της Ουκρανίας κάθε χρόνο αποτελούν λιγότερο από το 5% των συνολικών αναγκών της Ευρώπης. Ωστόσο, η απώλεια μιας από τις τελευταίες εναπομείνασες διαδρομές για το ρωσικό φυσικό αέριο αναμένεται να ασκήσει μεγαλύτερη πίεση σε μια ήδη σφιχτή αγορά φυσικού αερίου και θα ωθήσει τις παγκόσμιες τιμές υψηλότερα, ανέφεραν σε σημείωμα οι αναλυτές της Energy Aspects Ltd.
Έλλειψη ευελιξίας
Η βασική τους υπόθεση είναι ότι τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης αναφοράς στο εικονικό σημείο συναλλαγών Title Transfer Facility στην Ολλανδία θα παραμείνουν υψηλά.
Αυτό αντανακλά την «έλλειψη ευελιξίας στο παγκόσμιο ισοζύγιο», λόγω παραγόντων όπως η δυσκολία αναπλήρωσης των χώρων αποθήκευσης έως τα τέλη Οκτωβρίου του επόμενου έτους.
Σχεδόν τρία χρόνια από τότε που ο πόλεμος στην Ουκρανία ανέτρεψε την ενεργειακή αγορά της περιοχής, εκτοξεύοντας τις τιμές στα ύψη, οι ισορροπίες παραμένουν πολύ εύθραστες.
Η Ευρώπη έχει εργαστεί για να διαφοροποιήσει τις πηγές εφοδιασμού της, αγοράζοντας περισσότερα θαλάσσια φορτία, αυξάνοντας την εξάρτησή της από τη Νορβηγία και αναπτύσσοντας ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Ωστόσο, οι τιμές συνέχισαν να είναι εξαιρετικά ευαίσθητες σε οποιονδήποτε αντιληπτό κίνδυνο παραγωγής, ιδιαίτερα σε μια εποχή που η Ασία ενισχύει τις αγορές LNG καθώς τα ακραία κύματα καύσωνα γίνονται πιο συχνά και ο κορυφαίος εισαγωγέας Κίνα έχει προσθέσει χωρητικότητα αποθήκευσης, εντείνοντας τον ανταγωνισμό για το καύσιμο.
Το δυσμενές σενάριο
Το Σαββατοκύριακο, ο πρωθυπουργός της Σλοβακίας Robert Fico, η χώρα του οποίου εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη Ρωσία για φυσικό αέριο, εκτίμησε ότι τα ευρωπαϊκά νοικοκυριά και επιχειρήσεις θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν επιπλέον 40 έως 50 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως σε υψηλότερες τιμές φυσικού αερίου και άλλα 60 έως 70 δισ. ευρώ ετησίως σε επιπλέον κόστος ηλεκτρικής ενέργειας.
Η οικονομία της Ευρώπης άργησε να ανακάμψει από την κρίση εν μέσω αβεβαιότητας για το ενεργειακό κόστος και οι πιο σταθερές τιμές θα επέτρεπαν στις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά να χαράξουν τα σχέδια δαπανών τους. Η κατάσταση είναι δύσκολη στη Γερμανία, όπου πολλά εργοστάσια αναγκάστηκαν να περιορίσουν ή να διακόψουν την παραγωγή τους λόγω του υψηλού ενεργειακού κόστους.
Ο ρυθμός με τον οποίον αδειάζουν οι αποθήκες της Ευρώπης στέλνει ένα μήνυμα ότι η πίεση στη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης θα μπορούσε να συνεχιστεί για τρίτη συνεχόμενη χρονιά.
Την περασμένη εβδομάδα, η Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Κριστίν Λαγκάρντ δήλωσε σε συνέντευξή της ότι η κεντρική τράπεζα είναι κοντά στην επίτευξη του στόχου της για πληθωρισμό 2%, αλλά παραμένει επιφυλακτική όσον αφορά τον πληθωρισμό των υπηρεσιών. Τα σχόλια έρχονται στο τέλος ενός έτους κατά το οποίο η Λαγκάρντ και οι συνάδελφοί της άρχισαν να χαλαρώνουν την πρωτοφανή νομισματική τους σύσφιξη.
«Το φυσικό αέριο σε όλη την Ευρώπη είναι πλέον λίγο πιο ακριβό, δημιουργώντας κάποια πίεση κόστους στην Ευρώπη, αλλά δεν μοιάζει με αυτό που είδαμε κατά τη διάρκεια της ενεργειακής κρίσης», δήλωσε ο Jamie Rush, επικεφαλής ευρωπαίος οικονομολόγος στο Bloomberg Economics. «Ακόμα αναμένουμε ότι ο πληθωρισμός θα πέσει κάτω από τον στόχο του 2% της ΕΚΤ το 2025».
Οι απειλές της Ουκρανίας
Και μέσα σε όλα αυτά η Ουκρανία ανακοίνωσε ότι θα τετραπλασιάσει τα εγχώρια τιμολόγια μεταφοράς φυσικού αερίου για τους καταναλωτές από την 1η Ιανουαρίου, καθώς προσπαθεί να αντισταθμίσει τον αντίκτυπο των χαμένων εσόδων μετά τη λήξη της συμφωνίας μεταφοράς φυσικού αερίου με τη Ρωσία τη Δευτέρα.
“Το 2024, το 85% των εσόδων μας προήλθε από τη μεταφορά φυσικού αερίου που προέρχεται από τη Ρωσική Ομοσπονδία. Αυτό σημαίνει ότι απομένει μόνο το 15% για εμάς από εγχώριους πελάτες “, δήλωσε ο Dmytro Lyppa, γενικός διευθυντής της εταιρείας μεταφοράς φυσικού αερίου της Ουκρανίας. Η Ουκρανία εξακολουθεί να κερδίζει περίπου 1 δισεκατομμύριο δολάρια σε τέλη διέλευσης ετησίως από τη ρωσική διαμετακόμιση.
Η ΕΕ έχει προειδοποιήσει τα κράτη μέλη να προετοιμαστούν για έναν κόσμο χωρίς ρωσικό αέριο, με το αέριο της Ουκρανίας να ανέρχεται στο 5% των συνολικών εισαγωγών φυσικού αερίου της ΕΕ. Η Aura Sabadus, ανώτερη αναλύτρια στην εταιρεία πληροφοριών αγοράς ICIS, είπε στο Politico ότι η Αυστρία, η Ουγγαρία και η Σλοβακία είναι πιθανό να πληγούν περισσότερο όταν διακοπούν οι εισαγωγές. Ευτυχώς, η Σλοβακία έχει ήδη εξασφαλίσει εναλλακτικές προμήθειες: η κρατική εταιρεία πετρελαίου του Αζερμπαϊτζάν, SOCAR, άρχισε να προμηθεύει φυσικό αέριο στην Slovenský plynárenský priemysel (SPP) της Σλοβακίας , τη μεγαλύτερη κρατική εταιρεία ενέργειας της χώρας. Αυτό έρχεται μόλις ένα μήνα αφότου η SPP υπέγραψε μια βραχυπρόθεσμη πιλοτική σύμβαση για την αγορά φυσικού αερίου από το Αζερμπαϊτζάν, καθώς προετοιμαζόταν για πιθανή διακοπή των ρωσικών προμηθειών μέσω Ουκρανίας.