Δευτέρα, 18 Νοεμβρίου, 2024
14.5 C
Ηρακλείου

Δες τον καιρό

Περιβάλλον και γονίδια ορίζουν τις εξάρσεις στο άσθμα

Πρέπει να διαβάσετε

Περίπου 300 εκατομμύρια άνθρωποι πάσχουν από άσθμα διεθνώς, καθώς η συχνότητα της νόσου κυμαίνεται περίπου στο 7-10% του πληθυσμού, ανάλογα με την κάθε χώρα ξεχωριστά.

Συχνότερα εμφανίζεται στις Δυτικές χώρες, αλλά φαίνεται ότι και άλλοι παράγοντες, γενετικοί, κοινωνικοί και περιβαλλοντικοί παίζουν ρόλο.

Στη χώρα μας, καθώς τα επιδημιολογικά δεδομένα είναι περιορισμένα, η Ελληνική Πνευμονολογική Εταιρεία πραγματοποίησε την πρώτη Πανελλαδική Επιδημιολογική Μελέτη για το Άσθμα, στην οποία συμμετείχαν 2.632 άτομα. Διαπιστώθηκε πως από άσθμα πάσχει το 8,6% του γενικού πληθυσμού στην Ελλάδα, με τη μεγαλύτερη συχνότητα να εντοπίζεται στην Αττική, στην Πελοπόννησο και στην Κρήτη, ενώ μικρότερα ποσοστά παρατηρούνται στη Βόρεια Ελλάδα και τις νησιωτικές περιοχές. Οι διαφορές αυτές πιθανώς οφείλονται στις κλιματολογικές συνθήκες των διαφόρων περιοχών, αλλά και τη διαφορετική έκθεση σε ερεθιστικούς παράγοντες και αλλεργιογόνα του περιβάλλοντος.

Στα στοιχεία αυτά, αναφέρθηκε η Διευθύντρια ΕΣΥ της Πνευμονολογικής Κλινικής ΑΠΘ στο Νοσοκομείο Γ. Παπανικολάου και συντονίστρια της Ομάδας Άσθματος της Ελληνικής Πνευμονολογικής Εταιρείας Εύα Φούκα, μιλώντας στο in.gr για τη νόσο.

Συμπτώματα

Σύμφωνα με την κ. Φούκα, το άσθμα είναι μια χρόνια νόσος που συνήθως χαρακτηρίζεται από φλεγμονή και από στένωση ή απόφραξη των αεραγωγών των πνευμόνων, με αποτέλεσμα την εμφάνιση συμπτωμάτων όπως συριγμός, δύσπνοια, σφίξιμο στο στήθος και βήχας. Τα συμπτώματα του άσθματος μπορεί να υποτροπιάζουν και να ποικίλλουν σε ένταση και συχνότητα εμφάνισης.

Όταν κάποιος ασθενής με άσθμα εισπνεύσει κάποιον ερεθιστικό παράγοντα από το περιβάλλον, προκαλείται μια υπερβολική αντίδραση των βρόγχων με σύσπαση των λείων μυικών ινών των αεραγωγών (βρογχόσπασμος), η οποία οδηγεί σε στένωση του αυλού τους. Η φλεγμονή των βρόγχων χαρακτηρίζεται από οίδημα και παραγωγή εκκρίσεων που είναι παχύρρευστες και κολλώδεις, με τελικό αποτέλεσμα την επιδείνωση της στένωσης του αυλού των βρόγχων. Έτσι, περιορίζεται η ροή του αέρα μέσα από τους βρόγχους.

Τα συμπτώματα του άσθματος μπορεί να υποχωρήσουν με την κατάλληλη θεραπεία, αλλά μερικές φορές μπορούν να υποχωρήσουν αυτόματα. Η αποφυγή του ερεθιστικού παράγοντα που προκάλεσε τα συμπτώματα μερικές φορές αρκεί για να βελτιωθεί ο ασθενής. Κάποιοι άνθρωποι με άσθμα εμφανίζουν ελάχιστα συμπτώματα λίγες φορές στη ζωή τους, ενώ κάποιοι άλλοι εμφανίζουν καθημερινά συμπτώματα με σημαντικές επιπτώσεις στην καθημερινότητά τους.

Πώς ξεχωρίζει από τη ΧΑΠ

Μπορεί τα συμπτώματα του άσθματος (βήχας, δύσπνοια, σφύριγμα στην αναπνοή), να μοιάζουν με αυτά της χρόνιας αποφρακτικής πνευμονοπάθειας, όμως η τελευταία, είναι μια πάθηση της μέσης και μεγάλης ηλικίας, που σχετίζεται κατά κανόνα με το κάπνισμα.

Ο κοινός παρονομαστής μεταξύ του άσθματος και της ΧΑΠ είναι ο περιορισμός της ροής του αέρα στους πνεύμονες, ο οποίος στο μεν άσθμα είναι συνήθως αναστρέψιμος, στη δε ΧΑΠ είναι μόνιμος. Για αυτό, απαραίτητη για τη διάκριση μεταξύ των δύο νοσημάτων είναι ο έλεγχος της πνευμονικής λειτουργίας με σπιρομέτρηση σε ειδικό πνευμονολογικό ιατρείο.  Ωστόσο, η χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ) μπορεί  να συνυπάρχει με το άσθμα.

Πιο ευάλωτοι

Το άσθμα είναι πιο συχνό στα αγόρια στην παιδική ηλικία και στις γυναίκες μετά την ενηλικίωση. Η συχνότητα του άσθματος στις διάφορες ηλικιακές ομάδες αυξάνεται με την ηλικία. Η αύξηση αυτή μπορεί να αποδοθεί στην πιθανή μειωμένη διάγνωση του άσθματος στην παιδική ηλικία και στην πιθανή υπερδιάγνωση του άσθματος στην τρίτη ηλικία (όπου πιθανώς συγχέεται με την άλλη κοινή πάθηση του αναπνευστικού, τη Χρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια).

Αιτίες

Το άσθμα συχνά κληρονομείται από πάσχοντες με άσθμα, ατοπική δερματίτιδα, αλλεργική ρινίτιδα ή άλλα αλλεργικά νοσήματα. Ωστόσο, αιτιολογικός παράγοντας δεν είναι μόνο η κληρονομικότητα, αλλά ένα πλήθος εκλυτικών παραγόντων. Αξίζει πάντως να σημειωθεί πως ο έλεγχος της νόσου και γενικότερα το προφίλ της είναι καλύτερο από γενιά σε γενιά χάρη στην πρόοδο της ιατρικής επιστήμης και την βελτίωση της φαρμακευτικής αγωγής.

Υφέσεις και εξάρσεις

Πολλοί παράγοντες στο περιβάλλον μπορούν να επιδεινώσουν το άσθμα. Στην αντιμετώπιση του άσθματος είναι απαραίτητη η αποφυγή των ερεθιστικών παραγόντων στο περιβάλλον. Κάθε ασθενής με άσθμα πρέπει να ενημερώνεται από το γιατρό του, ώστε να μπορεί να αναγνωρίσει τους πιθανούς ερεθιστικούς παράγοντες στο περιβάλλον του.

Οι πιο συνηθισμένοι εκλυτικοί παράγοντες που επιδεινώνουν το άσθμα στους ασθενείς είναι οι ιογενείς λοιμώξεις (κρυολογήματα), τα αλλεργιογόνα στο σπίτι ή στην εργασία (εισπνεόμενα όπως οι γύρεις, οι μύκητες, τα ακάρεα της οικιακής σκόνης, το τρίχωμα των ζώων κλπ ή βρώσιμα όπως τα οστρακοειδή), το κάπνισμα (ενεργητικό, παθητικό ή κάπνισμα της μητέρας κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης), η έντονη ή επίπονη σωματική άσκηση,  κάποια φάρμακα (ασπιρίνη και μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη πιθανόν να επιδεινώσουν το άσθμα, ενώ η κατηγορία των β αποκλειστών από τα αντιυπερτασικά αντενδείκνυνται), οι ερεθιστικές/επιβλαβείς ουσίες (αρώματα, καλλυντικά, λακ, καθαριστικές ουσίες) ή ρύποι στο χώρο εργασίας (επαγγελματική έκθεση), η ατμοσφαιρική ρύπανση (καυσαέρια, επιπτώσεις της τρύπας του όζοντος) και το άγχος.

Διάγνωση

Η διάγνωση του άσθματος μπορεί να γίνει με βάση το τυπικό ιστορικό και τα συμπτώματα του ασθενούς, αλλά και με την ανταπόκριση στην κατάλληλη θεραπεία από το γιατρό. Συχνά, ωστόσο, μπορεί να απαιτηθούν από τον θεράποντα γιατρό επιπλέον εξετάσεις προκειμένου να τεκμηριωθεί η διάγνωση του άσθματος, όπως η σπιρομέτρηση, για τη διαπίστωση της απόφραξης των αεραγωγών και της αναστρεψιμότητάς της μετά από χορήγηση ενός εισπνεόμενου βρογχοδιασταλτικού φαρμάκου, η ροομέτρηση με τη χρήση του ροομέτρου, που μετράει τη μέγιστη ροή αέρα σε μια δυναμική εκπνοή και το οποίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την παρακολούθηση της αναπνευστικής λειτουργίας στο σπίτι, ιδιαίτερα σε ασθενείς με δύσκολα αντιμετωπιζόμενο άσθμα, οι δοκιμασίες πρόκλησης, οι οποίες μπορεί να βοηθήσουν στη διάγνωση ή – κυρίως – στον αποκλεισμό του άσθματος και ο έλεγχος αλλεργίας, ο οποίος μπορεί να γίνει με δερματικές δοκιμασίες ή με ειδικές εξετάσεις αίματος και ο οποίος μπορεί να χρησιμεύσει στον εντοπισμό πιθανών ερεθιστικών παραγόντων που επιδεινώνουν το άσθμα, τους οποίους ο ασθενής μπορεί να προσπαθήσει να αποφύγει στο περιβάλλον (π.χ. γύρεις, τρίχωμα κατοικίδιων ζώων ή ακάρεα οικιακής σκόνης).

Θεραπεία

Οι περισσότεροι ασθενείς με άσθμα χρειάζονται δύο κατηγορίες φαρμάκων:

  1. φάρμακα για την ανακούφιση των συμπτωμάτων του ασθενούς ή σε μια κρίση άσθματος (ανακουφιστικά φάρμακα – β2-διεγέρτες ταχείας έναρξης δράσης και αντιχολινεργικά βραχείας δράσης) και
  2. φάρμακα για τη μείωση της φλεγμονής των αεραγωγών και τη μείωση των παροξύνσεων (ρυθμιστικά φάρμακα – εισπνεόμενα κορτικοστεροειδή, βρογχοδιασταλτικά μακράς δράσης και αντιλευκοτριένια).

Για τους ασθενείς που πάσχουν από σοβαρό άσθμα, δηλαδή χρειάζονται υψηλές δόσεις εισπνεομένων φαρμάκων ή και κορτιζόνη από το στόμα λόγω συχνών παροξύνσεων, τα τελευταία χρόνια είναι στη διάθεσή μας καινούργιες θεραπείες που ονομάζονται βιολογικοί παράγοντες. Πρόκειται για μονοκλωνικά αντισώματα  που χορηγούνται υποδορίως, συνήθως ανά 1 ή 2 μήνες.

Όλοι οι βιολογικοί παράγοντες είναι φάρμακα υψηλού κόστους, αλλά έχουν πετύχει σημαντική μείωση των παροξύνσεων και της χρήσης κορτιζόνης από το στόμα, με βελτίωση στην ποιότητα ζωής των ασθενών με σοβαρό άσθμα και με αντίστοιχη ασφάλεια. Απαραίτητη προϋπόθεση για τη χορήγηση τους είναι η ύπαρξη σοβαρού άσθματος που δεν ανταποκρίνεται στη κατάλληλη θεραπεία. Η επιλογή της κατάλληλης βιολογικής θεραπείας για το άσθμα θα γίνει από τον θεράποντα πνευμονολόγο, με βάση τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του ασθενή.

Το άσθμα είναι μία χρόνια φλεγμονώδης νόσος των αεραγωγών. Από τη στιγμή που κάποιος διαγιγνώσκεται με άσθμα, είναι εξαιρετικά πιθανό ότι θα πάσχει από άσθμα όλη του τη ζωή. Δεν υπάρχει καμία θεραπευτική παρέμβαση σήμερα που να επιφέρει οριστική ίαση του άσθματος. Ωστόσο, με τις θεραπευτικές επιλογές που υπάρχουν, το άσθμα μπορεί να αντιμετωπιστεί με εξαιρετικά αποτελέσματα στη μεγάλη πλειοψηφία των ασθενών.

Πηγήin.gr

Σχετικά άρθρα

Άλλα Πρόσφατα