Δεν θα χρειασθούν ιδιαίτερα μέτρα για την επιστροφή των μαθητών στα σχολεία εάν η επιδημιολογική εικόνα από τον κορωνοϊό παραμείνει ικανοποιητική, τόνισε η Πρόεδρος των Νοσοκομειακών Γιατρών Αθηνών Πειραιώς (ΕΙΝΑΠ), Ματίνα Παγώνη.
Όπως υπογράμμισε, «δεν υπάρχουν πλέον υποχρεωτικά μέτρα. Αν τα πράγματα παραμείνουν όπως είναι τώρα, θα αξιολογηθούν από την επιτροπή λίγες μέρες πριν ανοίξουν τα σχολεία οι δείκτες. Αν τα κρούσματα είναι έτσι, αν τα πράγματα είναι όπως τώρα, δεν νομίζω ότι χρειάζεται τα παιδάκια να πάνε με μάσκα στο σχολείο» και πρόσθεσε, μιλώντας στην τηλεόραση του Open, πως η «επιδημιολογική εικόνα που παρουσιάζει η χώρα μας, είναι καλύτερη».
Όσοι επιστρέφουν από διακοπές, να κάνουν τεστ
Αν και τα κρούσματα παραμένουν χαμηλά, η κ. Παγώνη έκανε έκκληση σε όσους επιστρέφουν από διακοπές να κάνουν τεστ ενώ υπογράμμισε τη σημασία του εμβολιασμού. «Όσοι είναι άνω των 60 ετών θα πρέπει να εμβολιαστούν με την 4η δόση καθώς οι νέες μεταλλάξεις του κορονοϊού είναι πολύ μεταδοτικές» ανέφερε. Αναφορικά με την παραλλαγή «Κένταυρος» είπε ότι αναμένεται στη χώρα μας γύρω στις 20 Σεπτεμβρίου, ότι είναι πολύ μεταδοτική αλλά δεν είναι θανατηφόρος, ενώ σημείωσε πως η παραλλαγή Δέλτα ήταν η χειρότερη.
Η ίδια πρόσθεσε πως τα χαρακτηριστικά συμπτώματα της υποπαραλλαγής «Κένταυρος» είναι πολύ υψηλός πυρετός και έντονος βήχας τα πρώτα 24ωρα, «ενώ τα υπόλοιπα συμπτώματα είναι τα ίδια με τις άλλες παραλλαγές. Είναι επίσης πολύ μεταδοτική, αλλά όχι θανατηφόρα, γιατί πιάνει το ανώτερο αναπνευστικό και όχι το κατώτερο». Επεσήμανε, εξάλλου, πως η χειρότερη παραλλαγή που έχουμε περάσει ήταν η Δέλτα, που έκανε βαριές πνευμονίες, με αποτέλεσμα να χρειάζονται πολλές διασωληνώσεις.
Όσο για το αν μπορεί στο μέλλον να υπάρξει μία άλλη παραλλαγή εξίσου σοβαρή με τη Δέλτα, σχολίασε: «Κανένας δεν μπορεί να πει αυτήν τη στιγμή τι μπορεί να γίνει. Είναι απρόβλεπτες οι νόσοι αυτοί. Περιμέναμε έναν κορονοϊό όπως οι υπόλοιποι που γνωρίζαμε, ήταν όμως πολύ διαφορετικές και οι παραλλαγές και η νόσος. Αντιμετωπίσαμε πάρα πολλές δυσκολίες και τα νοσοκομεία πιέστηκαν τόσο πολύ που κανείς δεν έχει καταλάβει ποια ήταν η πίεση των γιατρών».