Την περασμένη Κυριακή, η Νέα Δημοκρατία σε ανακοίνωσή της ανέφερε ότι ο πρόεδρος της Βολιβίας Έβο Μοράλες, που πρόσφατα επισκέφθηκε την Ελλάδα, έχτισε για τον εαυτό του έναν ουρανοξύστη αξίας 34 εκατομμυρίων δολαρίων.
Ο ισχυρισμός δεν άργησε να καταπέσει· ο επίμαχος ουρανοξύστης στεγάζει πλήθος υπουργείων και δημόσιων υπηρεσιών, με μονάχα δύο απ’ τους ορόφους του να λειτουργούν ως προεδρική κατοικία, προορισμένοι να φιλοξενούν τον εκάστοτε εκλεγμένο πρόεδρο της χώρας.
Μέσα σε αυτόν τον επικοινωνιακό παροξυσμό και στη μετάλλαξη της δημοκρατίας μας από «τηλεοπτική» σε «δημοκρατία του tweeter», όπου οι ακροβολισμένοι διαχειριστές των κομματικών προφίλ εκσφενδονίζουν ακατάπαυστα ανακοινώσεις κατά του αντιπάλου, φαντάζει ως και λογικό να ξεφεύγουν ανυπόστατες ειδήσεις και χοντράδες, όπως η παραπάνω.
Θα περίμενε κανείς η Νέα Δημοκρατία να προχωρήσει έστω σε μια τυπική παραδοχή της πλάνης στην οποία υπέπεσε, ή απλώς να σιωπήσει.
Παρόλα αυτά, επανήλθε με νεότερη ανάρτηση, στην οποία προσπαθεί να συνταιριάξει την –δυσάρεστη για αυτήν- πραγματικότητα με τους ανυπόστατους, αρχικούς της ισχυρισμούς.
Η Νέα Δημοκρατία ενδεχομένως να κέρδιζε περισσότερους πόντους στο ακροατήριο με ένα «mea culpa». Αν μη τι άλλο θα ήταν μια κίνηση ωριμότητας και ένδειξη σοβαρής πολιτικής πλεύσης.
Άλλωστε απαιτεί θάρρος και υπευθυνότητα το να αναλαμβάνει κανείς την ευθύνη των αστοχιών του, έστω και σε επικοινωνιακό επίπεδο.
Όμως στο σημερινό πλαίσιο πολιτικού λόγου τέτοιες αρετές δεν αξιολογούνται· ενδεχομένως να θεωρούνται και μειονεκτήματα.
Πάνω απ’ όλα ο τσαμπουκάς, η φανφάρα και το τσιτάτο. Να φανεί ότι δεν έχουμε αδυναμίες και «δε μασάμε» απέναντι στον αντίπαλο· ότι μπορούμε να τον καταπιούμε λεκτικά και να τον ισοπεδώσουμε φρασεολογικά ανά πάσα ώρα και στιγμή, ακόμα κι αν οι κορώνες που εκτοξεύουμε στερούνται οποιουδήποτε νοήματος.
Και η συγκεκριμένη επικοινωνιακή στρατηγική δεν αφορά μονάχα τη Νέα Δημοκρατία. Γιατί μπορεί αυτή και το ΠΑΣΟΚ να υπήρξαν οι πρώτοι διδάξαντες στο είδος, αλλά βρίσκουν άξιους ανταγωνιστές στον ΣΥΡΙΖΑ, που συχνά επιλέγει να κονταροχτυπηθεί μαζί τους σ’ αυτό το χαμερπές και φωνακλάδικο επίπεδο πολιτικού λόγου.
Τι κι αν το ακροατήριο εθίζεται στον φτηνό πολιτικαντισμό, εκπαιδεύεται στην κενολογία ή εξωθείται στην αδιαφορία.
Τι κι αν το πολιτικό σύστημα αυτοϋπονομεύεται, απαξιώνοντας τον εαυτό του με γοργούς ρυθμούς και επικίνδυνες συνέπειες για τη δημοκρατία.
Στη μάχη του tweeter, πρέπει το δικό μας κόμμα να βγει νικητής.
Το λένε άλλωστε κι οι επικοινωνιολόγοι.