Του Κώστα Α. Μπογδανίδη
Σε αυτή τη χώρα που ζει μέσα στην αμφιβολία και την αβεβαιότητα ένα πράγμα μόνο είναι…βέβαιο: Πως ποτέ δεν θα πλήξεις! Μπορεί να σε θλίβουν πολλά, περισσότερα να σε εξοργίζουν , για χίλιους δυο λόγους αγανακτείς και βγαίνεις από τα ρούχα σου. Αλλά να…βαρεθείς; Ποτέ!
Κάθε μέρα , κάθε στιγμή είναι διαφορετική (ίσως και τόσο…ίδια) κι έχει απ ’όλα. Κρίσεις, σκάνδαλα και σκανδαλάκια, δυστυχήματα, κοινωνικές αναταραχές, πολιτικές συμπεριφορές που λες…δεν μπορεί να είπε ή να έκανε αυτό. Εάν προσθέσετε σε αυτό και την γεωγραφία μας, τη γεωπολιτική θέση του τόπου που πάντα μας τοποθετεί στο επίκεντρο διεθνών διαξιφισμών έχετε ένα παζλ που συνεχώς σε κρατά σε εγρήγορση ,είτε εκτυλίσσεται ως τραγωδία ή κάτι στα όρια του φαιδρού.
Η διαρκής οικονομική κρίση, που ζει η χώρα , σχεδόν από το Πρωτόκολλο της Ανεξαρτησίας της , με αποκορύφωμα τα μνημόνια της προηγούμενης δεκαετίας, από τις έριδες για τη νεοελληνική γλώσσα, μέχρι τα ελληνοτουρκικά, τις τραγωδίες όπως το Μάτι, τα Τέμπη, τις πολιτικές διαμάχες για την ανάπτυξη και τον εκσυγχρονισμό του τόπου, η εμπλοκή και οι συμφωνίες με τους γείτονές μας, ακόμη και τα μικρά ζητήματα που αφορούν ένα τσιμέντο σε αρχαιολογικό χώρο ή ένα μοργανατικό γάμο εστεμμένου μπορούν να αποτελέσουν τη σπίθα για να ανάψει μια φωτιά που δεν μαζεύεται. Τίποτα δεν προκαλεί έκπληξη αν και από αυτό το…τίποτα γίνεται της (εδώ αυτολογοκρίνομαι…) κακομοίρας το κάγκελο.
Στην πορεία των 200 και πλέον ετών της σύγχρονης Ελλάδας τα γεγονότα-μείζονα και ελάσσονα- όσο και αν μεταξύ τους δεν έχουν καμία απολύτως σχέση συνδέονται με τρεις βασικές παραμέτρους: Τον φανατισμό , τους ειδικούς επί παντός επιστητού και την…απέραντη καφενειακή φλυαρία . Η οποία οφείλεται στα δύο πρώτα στοιχεία και καταλήγει πάλι σε αυτά. Ίσως δεν είναι τυχαίο ότι το όνειρο του μέσου Έλληνα, διαχρονικά , είναι να ανοίξει ένα καφενείο- καφέ με σνακ. Δεν είναι ότι επιθυμεί να γίνει σερβιτόρος, αλλά αρέσκεται-το κάνει και με το αζημίωτο- κι εκείνος να ρητορεύει, να κάνει δημόσιες σχέσεις, επιθυμεί να παίζει ρόλο στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης με διαλόγους υψηλού επιπέδου- καλύτερος δηλαδή ήταν ο Πλάτωνας;
Σήμερα η φλυαρία έχει αντικατασταθεί από τα κοινωνικά δίκτυα, αλλά πάλι το όνειρο ενός καφέ παραμένει. Άσε που συνδυάζεται και η δύναμη του πληκτρολογίου με την προπαρασκευή- απόλαυση ενός φρέντο εσπρέσσο.
Στο αποκορύφωμα της καθημερινής μας αμπελοφιλοσοφίας το μόνο που επικαλούμασταν ότι…δεν είχε συμβεί ήταν η έκρηξη του ηφαιστείου της Σαντορίνης. Και γι αυτό πλέον θα παίρνουμε όρκο. Μπορεί να συμβεί κι αυτό; Ο μέσος Έλληνας ξέρει για το ηφαίστειο, ξέρει κι από εκρήξεις. Όπως ξέρει για τους σεισμούς και για την κίνηση των τεκτονικών πλακών, ξέρει τι μας κρύβουν, κανείς δεν μπορεί να τον ξεγελάσει. Ακόμη και αν του πεις ότι γίνεται υπόγειος πόλεμος μεταξύ των Ανουνάκι και των Ολυμπίων δεν θα τον εκπλήξεις. Κάτι έχει υποψιαστεί.
Εννοείται ότι ξέρει τα πάντα για τις ιατρικές επεμβάσεις, τα εμβόλια, τις χρηματοοικονομικές συναλλαγές, είναι εξπέρ και προπονητής στα ματς με μπαλάκια κάθε είδους, ξέρει πως πρέπει να κινούνται τα τρένα, δεν έχει αμφιβολία τι συνέβη στο Μάτι, στα Τέμπη, δεν τον ξεγελάς με fake βίντεο. Εάν είναι της κυβέρνησης πιστεύει αυτούς, αν είναι με τους άλλους τίποτα δεν τον πείθει.
Το εντυπωσιακό, όμως, ότι ενώ ο πραγματικά ειδήμων και γνώστης είναι μετριοπαθής, ανοιχτός στον διάλογο και την αμφισβήτηση για τον Έλληνα αυτό δεν έχει αντιστοίχιση. Όσο πιο ξερόλας και ημιμαθής εμφανίζεται ο μέσος Ελληνας , όσο εξελίσσει τις ‘γνώσεις΄ του μέσα από τις βαθιές φιλοσοφικές κουβέντες που κάνει και τις «πληροφορίες» που παίρνει -σήμερα κυρίως από το διαδίκτυο- τόσο πιο…φανατικός γίνεται. Είναι έτοιμος να υποστηρίξει τον ένα ή τον άλλο ημίθεο- κυρίως τον πολιτικό ταγό του- , όποιος του πει τη πιο μεγάλη ανοησία θα τον ακολουθήσει. Πιστεύει εις έναν Θεό…κατά περίπτωση, τον Αρτέμη Σώρρα ως τον Βελόπουλο , την Αφροδίτη και τη Ζωή εύκολη – αρκεί να του χαϊδέψουν τα αυτιά και να ερεθίσουν τον…εγωισμό του, τον τυφλό φανατισμό του. Είπα…«τυφλό φανατισμό», λες και υπάρχει και διαυγής φανατισμός-κατά τον Φροσάρ. Κι αν μέναμε στις…λεκτικές ακρότητες θα ήταν καλά. Ο μεγάλος κίνδυνος όμως είναι αυτός που ο Βολταίρος τόσο εύστοχα είχε περιγράψει: Αυτοί που μπορούν να σε κάνουν να πιστέψεις απιθανότητες, είναι ικανοί να σε πείσουν να διαπράξεις φρικαλεότητες. Κι εκεί αρχίζουν τα πολύ δύσκολα.