Σύνθετο, πολυπαραγοντικό και εξαιρετικά πολύπλοκο είναι το πρόβλημα της ποσοτικής και ποιοτικής υποβάθμισης του κρητικού ελαιολάδου. Μία σειρά από παράγοντες όπως η κλιματική αλλαγή, ο δάκος, οι μυκητολογικές προσβολές αλλά και ανθρωπογενείς παράγοντες με «αστοχίες» στο πρόγραμμα δακοκτονίας προκάλεσαν ανυπολόγιστες καταστροφές στην τοπική ελαιοκαλλιέργεια.
Για τα αίτια αλλά και τις απαιτούμενες πρωτοβουλίες ώστε να περιοριστούν αντίστοιχα φαινόμενα τα επόμενα χρόνια μίλησε στην εκπομπή De Facto της Tηλεόρασης CRETA ο ομότιμος καθηγητής του Ελληνικού Μεσογειακού Πανεπιστημίου Δημήτρης Λυδάκης.
«Υπάρχουν μία σειρά από παράγοντες που συνέβαλαν στο πρόβλημα. Η ανθεκτικότητα του δάκου, προσβολές από μύκητες, ληγμένα φυτοφάρμακα, ανεπίκαιροι ψεκασμοί, λάθη και αστοχίες στο πρόγραμμα δακοκτονίας και βέβαια η περιφέρεια, ο κρατικός μηχανισμός και οι ίδιοι οι καλλιεργητές. Σε αυτούς τους παράγοντες θα πρέπει να βάλουμε και την κλιματική αλλαγή» σημείωσε ο κ.Λυδάκης.
Όλες οι μελέτες και οι εκθέσεις που έχουν γίνει αναφέρουν ότι στο φετινό ελαιόκαρπο βρέθηκαν πολλοί μύκητες, μαζί με αυτούς σε ελάχιστα δείγματα και μια μορφή γλοιοσπορίου που ενδημεί χρόνια στην Κρήτη.
«Η προσωπική μου έρευνα πεδίου έδειξε ότι οι ελαιόκαρποι που είναι προσβεβλημένοι από μύκητες, ζύμες, βακτήρια είναι περισσότεροι από τους δακοπρόσβλητους. Ακόμη και να μην υπήρχε κλιματική αλλαγή θα έπρεπε να την εφεύρουμε» επεσήμανε ο καθηγητής του Ελληνικού Μεσογειακού Πανεπιστημίου.
Σύμφωνα με τον κ. Λυδάκη η οξύτητα στο ελαιόλαδο είναι κατά 99% αποτέλεσμα της ενζυμικής λιπόλυσης που προκαλείται τόσο από τα φυσικά ένζυμα του ελαιόκαρπου, όσο και απ’ αυτά τα οποία ελευθερώνονται από τα διάφορα είδη μικροοργανισμών οι οποίοι αναπτύσσονται κατά την προσβολή του καρπού όταν υπάρχουν κατάλληλες συνθήκες.
«Έχει διαπιστωθεί ότι σε χρονιές ή σε ελαιώνες με υψηλή δακοπροσβολή, η οξύτητα είναι μέχρι τρεις φορές μεγαλύτερη. Στον συγκομισμένο ελαιόκαρπο με δάκο η οξύτητα αυξάνεται με πολύ μεγαλύτερη ταχύτητα από τον κανονικό» τόνισε χαρακτηριστικά.
Σωτήρης Μεταξάς