Τα περιοριστικά μέτρα είναι ξεκάθαρα στοχευμένα προς τους ανεμβολίαστους, με επίκεντρο να τους ασκηθούν πιέσεις, μέσω των απαγορεύσεων, ώστε να εμβολιαστούν και η αποτελεσματικότητά τους μοιάζει εξόχως επισφαλής καθώς ρόλο «ελεγκτικού μηχανισμού» θα αναλάβουν ξανά οι καταστηματάρχες.
Προφανώς και τα ποσοστά εμβολιαστικής κάλυψης είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με το επιδημιολογικό φορτίο, ωστόσο η συγκυρία είναι τέτοια που απαιτεί μία άλλου τύπου προσέγγιση στη διαχείριση της υγειονομικής κρίσης κατά την οποία οι απαγορεύσεις και οι αποκλεισμοί ενδεχομένως να έχουν διαφορετικά από τα προσδοκώμενα αποτελέσματα.
Η συγκυρία επιτάσσει έννοιες συσπείρωσης, κοινωνικής αλληλεγγύης, ευαισθητοποίησης και ορθότερης επικοινωνίας της κρισιμότητας της κατάστασης. Όχι για τους «αρνητές», που ότι και να γίνει θα επιμένουν να αρνούνται, αλλά για μία σημαντική μερίδα του πληθυσμού που εκφράζει ανησυχίες για το εμβόλιο ή ακόμα και για τους εμβολιασμένους που αισθάνονται «άτρωτοι» και έχουν εφησυχάσει.
Η ανάγνωση των μέτρων δείχνει μία στροφή 180 μοιρών από την κυβέρνηση που είχε «επενδύσει» στην ατομική ευθύνη, αίροντας σχεδόν κάθε περιορισμό τις τελευταίες εβδομάδες, αποδεικνύεται όμως στην πράξη ότι το συγκεκριμένο μοντέλο, όχι μόνο δεν λειτούργησε αλλά έφερε τα ακριβώς αντίθετα αποτελέσματα με την πρωτοφανή εκτόξευση των κρουσμάτων.