Η κυβέρνηση του αμερικανού προέδρου Τζο Μπάιντεν ενέκρινε, για πρώτη φορά, τη χορήγηση στρατιωτικής βοήθειας στην Ταϊβάν στο πλαίσιο προγράμματος διακρατικής συνεργασίας, δήλωσαν αξιωματούχοι χθες Τετάρτη.
Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ ενημέρωσε προχθές Τρίτη το Κογκρέσο πως το πακέτο αυτό θα έχει αξία 80 εκατ. δολαρίων (73 εκατ. ευρώ), ποσό χαμηλό σε σύγκριση με άλλες πρόσφατες πωλήσεις στρατιωτικού εξοπλισμού στην Ταϊβάν, αλλά για πρώτη φορά στο πλαίσιο προγράμματος χρηματοδότησης των στρατών άλλων κρατών (το λεγόμενο Foreign Military Financing, ή FMF).
Η ανακοίνωση αυτή αναμένεται να προκαλέσει οργή στο Πεκίνο.
Μολονότι η Ουάσιγκτον αναγνωρίζει την Κίνα, όχι την Ταϊβάν, από το 1979, το αμερικανικό Κογκρέσο έχει επιβάλει να γίνονται παραδόσεις όπλων στη νήσο με δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση, με στόχο κατ’ αυτό την αποτροπή των επεκτατικών βλέψεων του Πεκίνου.
Η μια αμερικανική κυβέρνηση μετά την άλλη το έκανε ωστόσο μέσω πωλήσεων μάλλον, όχι απευθείας στρατιωτικής βοήθειας.
Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ πάντως υπογράμμισε πως η πρωτιά αυτή δεν συνεπάγεται, κατ’ αυτό, αναγνώριση της ανεξαρτησίας της Ταϊβάν, υποστηρίζοντας πως η απόφαση εντάσσεται στην «πολιτική μας της ενιαίας Κίνας που εφαρμόζεται εδώ και πολύ καιρό και δεν έχει αλλάξει», στο πλαίσιο της οποίας η Ουάσιγκτον διαθέτει εξοπλιστικά «είδη και υπηρεσίες» στη νήσο για της «επιτρέπει να διατηρεί επαρκείς αμυντικές δυνατότητες», σύμφωνα με εκπρόσωπό του.
Οι ΗΠΑ έχουν «συμφέρον» να διατηρηθεί «η ειρήνη και η σταθερότητα στο στενό της Ταϊβάν, κάτι απαραίτητο για την ασφάλεια και την ευημερία σε περιφερειακό και παγκόσμιο επίπεδο», πρόσθεσε.
Το υπουργείο Άμυνας της Ταϊβάν έσπευσε να εκφράσει ευγνωμοσύνη, διαβεβαιώνοντας πως η βοήθεια «θα συμβάλει στην ειρήνη και στη σταθερότητα στην περιφέρεια».
Το αμερικανικό ΥΠΕΞ δεν έχει ανακοινώσει επίσημα τη βοήθεια αυτή, ούτε λεπτομέρειες. Καλά ενημερωμένη πηγή δήλωσε πάντως πως προορίζεται για την καλύτερη επιτήρηση του θαλάσσιου χώρου.
Οι παραδόσεις όπλων μέσω του προγράμματος αυτού πρέπει να εγκρίνεται από το Κογκρέσο, κάτι για το οποίο πάντως δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι θα γίνει, καθώς Δημοκρατικοί και Ρεπουμπλικάνοι τάσσονται υπέρ του εξοπλισμού της Ταϊβάν.
Ο βουλευτής Μάικ Μακόλ, ο Ρεπουμπλικάνος πρόεδρος της επιτροπής εξωτερικών υποθέσεων που γενικά επικρίνει την εξωτερική πολιτική του προέδρου Μπάιντεν, εξέφρασε ικανοποίηση για την κίνηση, που θα βοηθήσει «την Ταϊβάν και θα προστατεύσει άλλες δημοκρατίες στην περιοχή», και επίσης «θα ενισχύσει τη θέση αποτροπής των ΗΠΑ» και θα «εγγυηθεί την εθνική μας ασφάλεια έναντι του ολοένα πιο επιθετικού ΚΚ της Κίνας».
Η κίνηση γίνεται γνωστή παρότι τους τελευταίους μήνες η Ουάσιγκτον και το Πεκίνο υποτίθεται πως κάνουν προσπάθεια αποκλιμάκωσης των εντάσεων ανάμεσά τους, με σειρά επισκέψεων αμερικανών υπουργών στην Κίνα, συμπεριλαμβανομένου του επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας Άντονι Μπλίνκεν τον Ιούνιο.
Ωστόσο η νήσος παραμένει αιτία εντάσεων, με την κινεζική κυβέρνηση να προειδοποιεί σε ολοένα πιο υψηλούς τόνους πως αξιώνει η αμερικανική να διακόψει τις επαφές με τις αρχές σε αυτήν που θεωρεί επαρχία της προορισμένη να επανενωθεί μια μέρα με την ηπειρωτική χώρα και να εκφράζει την ανησυχία πως η Ουάσιγκτον έχει πρόθεση να αναγνωρίσει την ανεξαρτησία της Ταϊβάν. Μέσα σε κάτι παραπάνω από έναν χρόνο, η Κίνα έκανε μεγάλα στρατιωτικά γυμνάσια γύρω από την Ταϊβάν, σε αντίδραση σε επισκέψεις αμερικανών αξιωματούχων στη νήσο ή ταϊβανών στην αμερικανική επικράτεια (αυτές οι τελευταίες προβάλλονται συνήθως ως «ενδιάμεσοι σταθμοί» από την Ταϊπέι).
Αμερικανοί αξιωματούχοι λένε πως ο κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ μοιάζει να απομακρύνεται από τη θέση της διατήρησης του status quo. Ωστόσο ειδικοί διερωτώνται σε ποιο βαθμό οι οικονομικές δυσκολίες της Κίνας και όσα συνέβησαν αφότου η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022 θα τον οδηγήσουν να αναθεωρήσει τη στάση του.
Τον Ιούλιο, η αμερικανική κυβέρνηση ανακοίνωσε βοήθεια αξίας 345 εκατ. δολαρίων στην Ταϊβάν, αποτελούμενη από «αμυντικούς» εξοπλισμούς, όπως «αντιαρματικές και αντιαεροπορικές δυνατότητες» — κατά το υπόδειγμα της βοήθειας στην Ουκρανία.