Οι ανθρώπινες προτιμήσεις για ένα φιλικό πρόσωπο μπορεί να έχουν καθοδηγήσει την εξέλιξη του χρώματος των ματιών των σκύλων, σύμφωνα με ερευνητές. Από τότε που οι σκύλοι εξημερώθηκαν, περίπου πριν από 15.000 έως 50.000 χρόνια, οι άνθρωποι επέλεγαν -είτε συνειδητά είτε όχι- συγκεκριμένα χαρακτηριστικά στα σκυλιά τους.
Μεταξύ αυτών, φαίνεται ότι οι άνθρωποι έχουν μια προτίμηση στα μάτια των κουταβιών. Οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι οι σκύλοι έχουν αναπτύξει συγκεκριμένους μύες του προσώπου που τους επιτρέπουν να παίρνουν μια θλιμμένη έκφραση, προκαλώντας μια αντίδραση φροντίδας στον άνθρωπο και δίνοντας έτσι στους σκύλους το συγκεκριμένο πλεονέκτημα.
Τώρα η έρευνα δείχνει ότι οι άνθρωποι μπορεί να έχουν επηρεάσει και το χρώμα των ματιών των σκυλιών. Μελέτη επιστημόνων στην Ιαπωνία διαπίστωσε ότι τα σκούρα μάτια είναι πιο συνηθισμένα στους εξημερωμένους σκύλους σε σχέση με τους άγριους «συγγενείς» τους και ότι οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται τα σκυλιά με σκούρα μάτια ως πιο φιλικά.
Η ομάδα υποστηρίζει ότι τα σκούρα μάτια μπορεί να προτιμήθηκαν από τον άνθρωπο, ενδεχομένως ασυνείδητα, κατά τη διάρκεια της εξημέρωσης από τους λύκους στους σκύλους.
Ωστόσο, ο Akitsugu Konno, ερευνητής από το Πανεπιστήμιο Επιστημών Teikyo, σημείωσε ότι η μεταγενέστερη ανάπτυξη σε κάποιες ράτσες θα μπορούσε, επίσης, να έχει επηρεάσει το χρώμα των ματιών των σκύλων: για παράδειγμα, το μπλε χρώμα του τριχώματος που παρατηρείται σε ράτσες όπως τα shelties και τα border collies συνδέεται με τα μπλε μάτια.
Γράφοντας στο περιοδικό «Royal Society Open Science», η ομάδα περιγράφει πώς συνέκρινε το χρώμα της ίριδας σε 22 εικόνες γκρίζων λύκων διαφόρων χρωμάτων τριχώματος και από διαφορετικές τοποθεσίες, καθώς και σε εικόνες 81 οικόσιτων σκύλων, διαπιστώνοντας ότι οι τελευταίοι έτειναν να έχουν πιο σκούρα και κοκκινωπά μάτια.
Η ομάδα διαπίστωσε ότι οι σκύλοι με σκούρα μάτια αξιολογήθηκαν υψηλότερα ως προς τη φιλικότητα από ότι οι σκύλοι με ανοιχτόχρωμα μάτια και θεωρήθηκαν πιο χαλαροί, κοινωνικοί και εξαρτημένοι, και λιγότερο επιθετικοί, έξυπνοι και ώριμοι.