Πανδημία. Μεταναστευτικό. Ελληνοτουρκικά. Πληθωρισμός. Ενέργεια. Τα τριάμισι χρόνια διακυβέρνησης Μητσοτάκη παρουσιάζονται συστηματικά από τα φιλικά μέσα ενημέρωσης ως μια τεράστια ογκούμενη συσσώρευση από εξωτερικά γεγονότα που θα υπερέβαιναν την ικανότητα πρόβλεψης και σχεδιασμού της οποιαδήποτε κυβέρνησης. Εν συνεχεία, για τα μέλη του Υπουργικού Συμβουλίου και φυσικά για τον Πρωθυπουργό, φιλοτεχνείται το προφίλ ικανών και στιβαρών διαχειριστών κρίσεων οι οποίες αν δεν ήταν οι ίδιοι «στα πράγματα», θα ερχόταν η καταστροφή. Μοναδική βεβαιότητα σε αυτό τον κόσμο αβεβαιότητας, είναι – κατά το κυβερνητικό αφήγημα – η ανάπτυξη. Η επιβεβαίωση δηλαδή μιας θολής προεκλογικής υπόσχεσης ότι η οικονομία θα επωφελούταν απλά και μόνο αν τα ηνία της διακυβέρνησης της χώρας τα αναλάβουν πολιτικοί με βαθιά πίστη στις δυνατότητες της ιδιωτικής οικονομίας και σκεπτικισμό απέναντι στο κράτος.
Η προεκλογική όμως αυτή υπόσχεση, στο περιβάλλον πληθωριστικής κρίσης και επιβάρυνσης του κόστους δανεισμού της χώρας, δεν επιβεβαιώνεται. Και αν οι δυσχέρειες στην οικονομία, όντως είναι σε ένα βαθμό αποτέλεσμα εξωτερικών γεγονότων, η ανικανότητα της κυβέρνησης να χρησιμοποιήσει τα διαθέσιμα εργαλεία για να περιορίσει την έκταση της επερχόμενης κρίσης είναι παροιμιώδης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η μέχρι σήμερα διαχείριση του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας από την κυβέρνηση της Ν.Δ..
Υπενθυμίζεται ότι το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας θεσμοθετήθηκε από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς ως ένα μέσο που, στηριζόμενο στον κοινό και άρα φτηνό δανεισμό όλων των Ευρωπαϊκών οικονομιών, θα μπορούσε με την μορφή της έκτακτης χορήγησης δανείων και επιχορηγήσεων να αναστείλει τις αρνητικές οικονομικές συνέπειες από την διακοπή της οικονομικής ζωής την περίοδο της πανδημίας, δίνοντας έμφαση στην πράσινη μετάβαση και στην ψηφιοποίηση των ευρωπαϊκών οικονομιών. Δεν θα σταθούμε εδώ στο περιεχόμενο της ελληνική πρότασης με την επωνυμία «Σχέδιο Ελλάδα 2.0» που παρασάγγας απείχε από το δεδηλωμένο στόχο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ή τον αποκλεισμό των μικρομεσαίων επιχειρήσεων από αυτό. Επί της παρούσης, θα εστιάσουμε μόνο στον ρυθμό υλοποίησης των προγραμμάτων του Ταμείου Ανάκαμψης που οδηγούν στην καθυστέρηση να διοχετευθούν στην πραγματική οικονομία απολύτως κρίσιμοι πόροι.
Ως προς το παραπάνω, η έκθεση του Ινστιτούτου Εναλλακτικών Πολιτικών ΕΝΑ για την εκτέλεση του Ταμείου Ανάκαμψης μέχρι και τον Σεπτέμβριο του 2022 είναι άκρως αποκαλυπτική. Το focus report του Ινστιτούτου προσδιορίζει, λοιπόν, το σύνολο των πληρωμών του Ταμείου μέχρι και στις 31.08.2022, στα 2 δισ ευρώ, εκ των οποίων μόνο το 0,6 δισ είναι πραγματικές πληρωμές που έχουν καταλήξει στην οικονομία. Την ίδια στιγμή κι ενώ ο ιδιωτικός τομέας στενάζει, η χώρα μας μέσα από τις διαδικασίες των αξιολογήσεων διαθέτει επιπλέον 5,5 δισ ευρώ τα οποία λιμνάζουν και δεν διατίθενται στην πραγματική οικονομία. Αποτέλεσμα όλων των παραπάνω, είναι ότι δύο χρόνια μετά την δημιουργία του Ταμείου Ανάκαμψης το ποσοστό πραγματικής απορρόφησης πόρων από την οικονομία προσεγγίζει το 0,1% του συνόλου των διαθέσιμων για την χώρα πόρων.
Η παραπάνω αποκαρδιωτική εικόνα δεν αφήνει πολλά περιθώρια αισιοδοξίας. Είναι ενδεικτική της ακαταλληλότητας της παρούσας κυβέρνησης να διαχειριστεί τις τύχες της χώρας, πόσο μάλλον σ’ ένα περιβάλλον αστάθειας και αβεβαιότητας. Είναι έτσι σαφές ότι ΚΑΙ οι επιδώσεις της κυβέρνησης στην εκτέλεση του Ταμείου Ανάκαμψης, υποδηλώνουν την αναγκαιότητα άμεσης πολιτικής αλλαγής.