Ένα εντυπωσιακό ευρωπαϊκό διαστημικό εγχείρημα βρίσκεται προ των πυλών, σε μια προσπάθεια εξερεύνησης της σκοτεινής ύλης του σύμπαντος.
Η αποστολή του «Euclid» (Ευκλείδης) αξίας 1 δισεκατομμυρίου ευρώ φιλοδοξείται πως θα ρίξει φως στα δύο πιο περίπλοκα και δυσνόητα συστατικά του σύμπαντος, τη σκοτεινή ενέργεια (τη μυστηριώδη δύναμη που φέρεται να επιταχύνει τη διαστολή του σύμπαντος) και τη σκοτεινή ύλη (μια μορφή ύλης που φέρεται να συνεισφέρει κατά 80% στη συνολική μάζα του σύμπαντος, λειτουργώντας σαν «κοσμική» κόλλα που συγκρατεί τους γαλαξίες μεταξύ τους).
Τόσο η σκοτεινή ενέργεια όσο και η σκοτεινή ύλη είναι αθέατες και οι αστρονόμοι είναι σε θέση μόνο να υποθέτουν την ύπαρξή τους μετρώντας την επίδρασή τους στη συμπεριφορά των αστέρων και των γαλαξιών.
«Δεν μπορούμε να πούμε πως κατανοούμε το διάστημα όταν η φύση αυτών των σκοτεινών συστατικών παραμένει μυστήριο. Γι’ αυτό και ο Ευκλείδης είναι τόσο σημαντικός» σημειώνει ο καθηγητής Αστροφυσικής, Αντι Τέιλορ του πανεπιστήμιου του Εδιμβούργου.
Σύμφωνα με τον Τέιλορ, Βρετανοί επιστήμονες είχαν κεντρικό ρόλο στο σχεδιασμό και την κατασκευή του εγχειρήματος. «Σκεφτήκαμε, ποιο θα ήταν το μεγαλύτερο, θεμελιωδώς πιο σημαντικό πρότζεκτ που θα μπορούσαμε να φτιάξουμε; Η απάντηση ήταν ο Ευκλείδης που πλέον είναι έτοιμος για εκτόξευση» σημειώνει ο ίδιος.
Το διαστημικό τηλεσκόπιο ήταν προγραμματισμένο να εκτοξευτεί με τον ρωσικό Σογιούζ πέρυσι. Ωστόσο, μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, η Ευρωπαϊκή Διαστημική Υπηρεσία (ESA) διέκοψε τη συνεργασία της με τη ρωσική Roscosmos, υπογράφοντας συμφωνία με τη SpaceX του Έλον Μασκ για τη χρήση του πυραύλου Falcon 9 που θα μεταφέρει στο διάστημα το φιλόδοξο αυτό εργαλείο.
Η εκτόξευση του διαστημικού τηλεσκοπίου έχει προγραμματιστεί για την 1η Ιουλίου. Ο «Ευκλείδης» θα χρειαστεί ένα μήνα να διασχίζει το ηλιακό σύστημα με προορισμό μια θέση γνωστή ως δεύτερο σημείο Lagrange, 150 εκατομμύρια χιλιόμετρα από τη Γη.
«Το Euclid έχει την ικανότητα ευκρίνειας του διαστημικού τηλεσκοπίου Hubble, αλλά θα είναι σε θέση να παρακολουθεί ταυτόχρονα το ένα τρίτο του νυχτερινού ουρανού, οπότε θα μας δώσει έναν απίστευτα λεπτομερή χάρτη των ουρανών» εξηγεί ο αστρονόμος Στίβεν Γουίλκινς από το πανεπιστήμιο του Σάσεξ.
Αυτού του είδους η ακρίβεια είναι κρίσιμη για την αποκάλυψη των μυστικών της σκοτεινής ύλης που δεν μπορεί να γίνει άμεσα ορατή καθώς, κατά πάσα πιθανότητα, αποτελείται από σωματίδια που δεν εκπέμπουν, δεν αντανακλούν ούτε απορροφούν το φως.
Για να παρακάμψει αυτό το σκόπελο, το τηλεσκόπιο θα αξιοποιήσει το φαινόμενο που είναι γνωστό ως βαρυτική εστίαση, την κατανομή ύλης δηλαδή (όπως ένας γαλαξίας ή ένα σμήνος γαλαξιών) που βρίσκεται ανάμεσα σε μία μακρινή πηγή φωτός και έναν παρατηρητή, και καμπυλώνει τη διαδρομή του φωτός από την πηγή μέχρι τον παρατηρητή.
Αυτό θα περιλαμβάνει λήψη εκατομμυρίων εικόνων των γαλαξιών. Σε κάποιες περιπτώσεις, το φως από τα μακρινά αυτά σώματα θα περάσει μέσω της σκοτεινής ύλης στο ταξίδι του προς τη Γη. Όταν συμβεί αυτό, το βαρυτικό του πεδίο θα επεκταθεί, εκτρέποντας την πορεία του φωτός. Οι παραμορφωμένες εικόνες που παράγει το φαινόμενο θα παράσχουν σημαντικές πληροφορίες για τη φύση της σκοτεινής ύλης που τις προκαλεί.
«Η βαρυτική εστίαση που παράγεται από τη σκοτεινή ύλη θα μας πει πολλά για το περιεχόμενό της. Ίσως η σκοτεινή ύλη να αποτελείται από ελαφρά σωματίδια. Αν είναι έτσι, τόσο θα παράγει συγκεκριμένου είδους εστίαση. Από την άλλη, αν αποτελείται από πολύ μεγάλα σωματίδια, θα παράξει διαφορετικό αποτέλεσμα. Αυτή η πληροφορία θα μας βοηθήσει να κατευθύνουμε την έρευνα για τα σωματίδια σκοτεινής ύλης στη Γη» σημειώνει η καθηγήτρια Ματθίλντε Τζιούζακ από το πανεπιστήμιο του Ντέραμ.
Κι έπειτα, υπάρχει και η σκοτεινή ενέργεια. «Θα χρησιμοποιήσουμε το διαστημικό τηλεσκόπιο Ευκλείδης για να μετρήσουμε τη σκοτεινή ενέργεια με ένα διαφορετικό τρόπο. Θα κοιτάξουμε πιο βαθιά μέσα στο σύμπαν και πιο πίσω στο χρόνο και θα μελετήσουμε πόσο μεγάλη φαίνεται σε διαφορετικές περιόδους. Με αυτόν τον τρόπο θα μπορέσουμε πραγματικά να υπολογίσουμε πώς αλλάζει το μέγεθος του σύμπαντός μας με την πάροδο του χρόνου και να κατανοήσουμε πότε συμβαίνουν αλλαγές στον ρυθμό διαστολής του» προσθέτει η ίδια.


