Είπε σωστά πράγματα ο Γιώργος Νταλάρας στο viral ξέσπασμά του προς τους ρεπόρτερ των “κουτσομπολίστικων” εκπομπών; Φυσικά. Τα περισσότερα ήταν σωστά.
Τα είπε με σωστό τρόπο; Εξαρτάται πώς το βλέπει ο καθένας. Πολλοί στα σόσιαλ μιντια τον αποθέωσαν, διότι σε αυτό το σημείο βρισκόμαστε τώρα. Οποιοσδήποτε κράζει, προσβάλει, μειώνει δημοσιογράφους και ειδικά των mainstream, “συστημικών” ΜΜΕ, γίνεται λαϊκός ήρωας. Ακόμα και ο ακραία “συστημικός” (για αρκετούς από όσους σήμερα τον χειροκροτούν) Νταλάρας. Κάποιοι, μάλλον λιγότεροι, βρήκαμε το ύφος του ενοχλητικό, αγενές, “δασκαλίστικο” και εντέλει υποκριτικό. Γιατί υποκριτικό; Θα το δούμε παρακάτω.
Ήταν σωστό το τάιμινγκ; Ας πούμε ότι είχε τα δίκια του και ως προς αυτό. Ο τραγουδιστής είχε πάει στην ραδιοφωνική εκπομπή του Νίκου Μπογιόπουλου να μιλήσει για τον Τσιτσάνη. Και βγαίνοντας είδε κάμερες, μικρόφωνα και κάμποσους νεαρούς να τον ρωτούν με επιμονή για τον Αργυρό και τον Ρέμο. Προφανώς εκνευρίστηκε. Από εκεί και πέρα όμως, όπως τόνισε και ο Σταμάτης Κραουνάκης ένα απλό “εδώ ήρθαμε για τον Τσιτσάνη, θέλετε να αναφερθούμε σε αυτόν; Όχι; Δεν πειράζει, καλό σας βράδυ” θα ήταν αρκετό.
Το μάθημα δημοσιογραφίας που έκανε σε νέα και πιθανότατα κακοπληρωμένα παιδιά, έμπλεο μάλιστα ηθικής ανωτερότητας, στα δικά μου μάτια, όπως ανέφερα ήδη και παρά τα πολλά, σωστά επιχειρήματα που εμπεριείχε, υπήρξε αρκούντως υποκριτικό.
Βλέπετε η συζήτηση για τον Αργυρό και τον Ρέμο, ξεκίνησε από μια δική του συνέντευξη στην εκπομπή της Σίσσυς Χρηστίδου. Μια εκπομπή δηλαδή, η οποία παρά την ειδησεογραφική στροφή της, είναι ακριβώς όλα όσα κατήγγειλε ο Νταλάρας. Μίλησε λοιπόν στην εκπομπή, δεν έκραξε την παρουσιάστρια, τους αρχισυντάκτες, το κανάλι για την ποιότητα της δημοσιογραφίας τους.
Έκραξε τους συναδέλφους του που κάνουν διαφημίσεις. Και πάλι, όλως τυχαίως, δεν έκραξε την Πρωτοψάλτη που κάποτε είχε διαφημίσει τράπεζα και με την οποία εμφανίζονται μαζί στο “Παλλάς” , αλλά τον Αργυρό και τον Ρέμο. Και μετά, αφού δεν έκραξε ούτε την Σίσσυ, ούτε το MEGA, ούτε για παράδειγμα τον Νίκο Χατζηνικολάου (όπου δίνει συνεντεύξεις), ούτε κανέναν μεγαλοδημοσιογράφο ή εκδότη ποτέ, έκραξε τα παιδιά με το μικρόφωνο που απλώς προσπάθησαν άκομψα, να δώσουν συνέχεια στο θέμα το οποίο δημιούργησε ο ίδιος.
Δεν ξέρω αν πιάνετε το μοτίβο “κάνω τον μάγκα όπου με παίρνει”. Προσωπικά το βρίσκω εμφανές. Και ως εκ τούτου, με συγχωρείτε, αλλά λέω να μην συμμετάσχω στην αποθέωση.
Κοιτάξτε, δεν αθωώνω τους ρεπόρτερ των κουτσομπολίστικων εκπομπών. Όλοι είμαστε υπεύθυνοι των πράξεών μας.
Ούτε αυτού του είδους η δημοσιογραφία είναι του γούστου μου. Συμβαίνει βέβαια παντού, όχι μόνο στην Ελλάδα. Και ναι, είναι σημαντικό κομμάτι της κρίσης αξιών των δυτικών κοινωνιών.
Ωστόσο η προσέγγιση σύμφωνα με την οποία οι νέες γενιές δημοσιογράφων βασανίζονται από αμορφωσιά και άγνοια, πάσχει σοβαρά από “νταλαρικής” υφής ναρκισσισμό.
Είναι κάπως σαν να ανταλλάσσουμε μεταξύ μας νοσταλγικές ανακρίβειες του στιλ “εμείς στα χρόνια μας κάναμε πρωτοσέλιδο τον Ελύτη , ενώ οι νέοι δεν ξέρουν ποιος είναι ο Ελύτης” ώστε να νιώθουμε ανώτεροι. Ναι, αλλά όχι. Θυμάμαι και τότε πολλά παιδιά στις εφημερίδες που δούλευα, να μην μπορούν να γράψουν τρεις προτάσεις στη σειρά και να μην έχουν την παραμικρή ιδέα, όχι για τον Ελύτη ή τον Τσιτσάνη, μα για οτιδήποτε άλλο πέρα από το ρεπορτάζ της αγαπημένης τους ομάδας. Αρκετοί έκαναν καριέρα. Και μπράβο τους, ήταν άλλωστε και είναι άριστοι ρεπόρτερ.
Και ξέρω επίσης πολλά νέα παιδιά, με εξαιρετικό κείμενο, γρήγορη αντίληψη, ωραία σκέψη και φοβερή ικανότητα στην παραγωγή περιεχομένου υψηλού επιπέδου. Δημοσιογράφους σαφώς καλύτερους από εμάς και την εποχή μας. Κυκλοφορούν εκεί έξω podacsts, βίντεο, σελίδες social media αληθινής δημοσιογραφικής αρτιότητας. Αν δεν εργάζονται σε κεντρικά ΜΜΕ ή αν φεύγουν από τη χώρα, είναι επειδή τα οικονομικά δεδομένα εδώ , συχνά θυμίζουν σκλαβοπάζαρο.
Οπότε τι μένει; Κάποιοι άλλοι νέοι, με φιλοδοξία να βγουν στο γυαλί τόσο μεγάλη που υπερκαλύπτει οτιδήποτε άλλο – οικονομικές απολαβές, γνώσεις, έρμα.
Μα πάντα υπήρχαν και πάντα θα υπάρχουν τέτοιοι. Να τους κράξουμε; Ας τους κράξουμε. Αφού πρώτα κράξουμε όσους τους έδωσαν μικρόφωνο και προτιμούν την κακοπληρωμένη ασχετοσύνη και το εύκολο κουτσομπολιό από την σωστά αμειβόμενη δημοσιογραφική επάρκεια.
Ειδάλλως κάνουμε αυτό που στην Αμερική αποκαλείται “punching down”.
Ακριβώς ό,τι έκανε και ό,τι κάνει σχεδόν πάντα ο Γιώργος Νταλάρας.