«Η Συνθήκη της Λωζάνης αποτελεί εχέγγυο της εδαφικής μας ακεραιότητας και της πολιτικής ασφάλειας με την οριστική κατοχύρωση των εθνικών μας συνόρων σε διεθνές συμβατικό πλαίσιο. Λίγες διεθνείς συνθήκες έχουν δείξει τόση διάρκεια όση η Συνθήκη της Λωζάνης» ανέφερε ο κ. Δένδιας και συνέχισε: «Πρόκειται για ένα κείμενο που πάνω απ’ όλα ρυθμίζει σύνορα και παράγει διεθνή νομιμότητα. Και αυτή η νομιμότητα συνεπάγεται ιστορική μονιμότητα».
Αναφερόμενος στη συνθήκη, υπογράμμισε ότι «συνιστά τη διεθνοδικαιϊκή αποτύπωση της ισορροπίας και σε επίπεδο ελληνοτουρκικών σχέσεων μεταξύ 1923-2023» ενώ συνέχισε λέγοντας ότι «τα προβλεπόμενα της Συνθήκης δεν αφορούν μόνο στις σχέσεις Ελλάδος – Τουρκίας. Έχουν ευρύτερη γεωπολιτική σημασία».
Ξεκαθάρισε ότι «η Συνθήκη της Λωζάνης θα εξακολουθήσει να αποτελεί θεμέλιο των σχέσεων μεταξύ των κρατών της ευρύτερης περιοχής. Ουδείς στη διεθνή κοινότητα επιτρέπεται να οραματίζεται την αμφισβήτηση της Συνθήκης. Γιατί ουδείς νοείται να φαντάζεται αλλαγή συνόρων». «Για αυτό», πρόσθεσε, «και η Διεθνής Κοινότητα καταδικάζει κάθε μορφή σύγχρονης αναθεωρητικής τάσης».
«Η Συνθήκη της Λωζάνης, όπως και οι Ιταλο-τουρκικές Συμφωνίες (1932) και η Συνθήκη των Παρισίων (1947)», εξήγησε, «κατοχυρώνουν πλήρως και σαφώς την ελληνική κυριαρχία σε όλα τα νησιά. Και δεν επιδέχονται παρερμηνείας»
Ειδικότερα για τη Λήμνο, ο κ. Δένδιας ανέφερε ότι «το ‘Αρθρο 12, επισφραγίζει την κυριαρχία της Ελλάδος επί της Λήμνου. Αλλά και της Σαμοθράκης, της Λέσβου, της Χίου, της Σάμου και Ικαρίας. Νήσων που ενσωματώθηκαν πλήρως στον ελληνικό εθνικό κορμό».
«Η Συνθήκη της Λωζάνης», συμπλήρωσε, «υπεγράφη σε μία οδυνηρή συγκυρία. Κι όμως, αποτελεί για τις ελληνο-τουρκικές σχέσεις τον αναπόσπαστο οδηγό για το μέλλον, και παράγοντα για την σταθερότητα στην περιοχή».
«Αρκεί οι συμβαλλόμενοι να σεβαστούν τις Αρχές και του Κανόνες του Διεθνούς Δικαίου και του Δικαίου των Συνθηκών» κατέληξε ο κ. Δένδιας.