Ανακοίνωση του στελέχους της Νέας Δημοκρατίας Νίκου Αντωνακάκη:
Ελαιόλαδο : το ανώτερο προϊόν διατροφής στον κόσμο.
Στην Κρήτη έχουμε την τύχη να παράγουμε από τα καλύτερα ελαιόλαδα παγκοσμίως, αλλά, δυστυχώς, αυτό δεν αποτιμάται στην τιμή που κερδίζει ο παραγωγός.
Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το ελαιόλαδο οι Έλληνες παραγωγοί συνεχίζουν να λαμβάνουν από τις χαμηλότερες τιμές στην Ευρώπη, ενώ οι Έλληνες καταναλωτές αντιμετωπίζουν τις υψηλότερες τιμές αγοράς.
Η τιμή παραγωγού για το έξτρα παρθένο ελαιόλαδο στην Ελλάδα, το Νοέμβριο, είναι κατά μέσο όρο 5,33 ευρώ ανά κιλό, ενώ στην Ισπανία φτάνει τα 6,15 ευρώ και στην Ιταλία τα 8,61 ευρώ.
Ο Έλληνας παραγωγός λαμβάνει σαφώς τη χαμηλότερη τιμή ανά παραγόμενο κιλό σε σχέση με τους ευρωπαίους αγρότες.
Το υψηλότερο κόστος τυποποίησης στην Ελλάδα δεν είναι αρκετά πειστική αιτιολογία για τις παρατηρούμενες διαφορές.
Εξάλλου, μήπως δεν αντιμετωπίζει ο αγρότης πολύ μεγάλο κόστος παραγωγής και ανασφάλεια;
Καλλιέργεια, κλάδεμα, δακοκτονία, συγκομιδή, ρίσκο θερμοκρασιακών συνθηκών.
Αυτά γιατί δεν αμείβονται ανάλογα;
Κάθε χρόνο έχουμε τα ίδια και τα ίδια.
Οι ίδιες σκιές και ψίθυροι που κανείς αρμόδιος δεν ενδιαφέρεται να διαλύσει.
Τίποτε δεν άλλαξε σε σχέση με πέρυσι.
Και πώς να αλλάξει; Μαγικά;
Με τα καρτέλ, υπάρχουν πολλοί πρόθυμοι να τα έχουν καλά.
Και αφήνουν να ρυθμίζει την αγορά ένα «χρηματιστήριο λαδιού» χωρίς κανόνες.
Ή, μάλλον, με κανόνες που θέτουν τα καρτέλ.
Γιατί τα τελευταία, δεν έχουν κάτι να χάσουν. Μόνο να κερδίσουν.
Αγοράζουν με εξευτελιστικές «ανοιχτές τιμές» και αν δεν τους συμφέρει δεν πουλάνε.
Κρατάνε το εμπόρευμα στην αποθήκη.
Ο παραγωγός όμως, που θέλει να κάνει Χριστούγεννα (τέτοια εποχή γίνεται κάθε χρόνο η συναλλαγή), πουλάει όσο κι όσο, ακόμη και με «ανοιχτές τιμές».
Για να καλύψει τις ανάγκες του.
Αυτή είναι η περίφημη διαπραγμάτευση που γίνεται κάθε χρόνο στο λάδι.
Έτσι και φέτος, όπως και πέρυσι, η τιμή καταναλωτή σε σχέση με την τιμή παραγωγού είναι σχεδόν τριπλάσια.
Αυτό το διάστημα, παραγωγική τιμή του ελαιολάδου είναι κάτω από ευρώ το κιλό, αλλά στα ράφια βλέπουμε τιμές που αγγίζουν τα 14 ευρώ ανά λίτρο.
Αλήθεια, ποια έξοδα καλύπτει ο μεσάζων για να τριπλασιάζει την τιμή στο ράφι;
Κι εδώ, κρατήστε κι ένα ακόμη τρικ.
Η τιμή παραγωγού είναι σε κιλά, ενώ η τιμή καταναλωτή είναι σε λίτρα.
Πουλάει ο αγρότης το ελαιόλαδο με το κιλό.
Το ένα λίτρο λαδιού έχει βάρος περίπου 900 γραμμάρια.
Που σημαίνει ότι, από το ένα κιλό λάδι, που πουλάει ο αγρότης σε μία τιμή, τα 900 γρ φτάνουν στον καταναλωτή.
Τα υπόλοιπα 100 γρ. μένουν στην «κάβα» του καρτέλ, που κερδίζει επιπλέον, 100 γρ. στο ένα κιλό που αγόρασε από τον παραγωγό.
Χοντρικά, το καρτέλ στα δέκα κιλά που θα αγοράσει από τον αγρότη, θα πουλήσει έντεκα λίτρα στον καταναλωτή.
Με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το επιπλέον καπέλο στο κέρδος των καρτέλ.
Ποιος έχει επιτρέψει αυτή τη σύγχυση τόσα χρόνια;
Και μιλάμε για πολλά χρόνια…
Πόσες εντολές ελέγχου έδωσε πέρυσι, ας πούμε, ο αρμόδιος Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων;
Ποιος θα πρέπει να παρέμβει θεσμικά για να προστατέψει τους παραγωγούς, αν όχι ο αρμόδιος Υπουργός;
Τα προβλήματα της τιμής του λαδιού δεν είναι καινούρια.
Κάθε χρόνο τα αντιμετωπίζουμε ξανά και ξανά χωρίς να πέφτει φως στις σκιές, χωρίς να σωπαίνουν οι ψίθυροι πίσω από τις κλειστές πόρτες των αρμοδίων φορέων.
Ο ρόλος της Πολιτείας, και ειδικά του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων είναι να κάνει ελέγχους για την πάταξη των αθέμιτων πρακτικών.
Να εισάγει ρυθμίσεις για την προστασία των παραγωγών.
Να θεσπίσει την υποχρεωτική συνεκτίμηση του κόστους παραγωγής στη διαμόρφωση των τιμών παραγωγού εισάγοντας το κόστος παραγωγής ως «ελάχιστο στοιχείο βάσης» στις συμβάσεις παραγωγού και µεταποιητή, όπως έχουν πράξει άλλα Ευρωπαϊκά Κράτη (μεταξύ άλλων, η Γαλλία και η Ισπανία).
Να στηρίξει το θεσμό των Δημοπρατηρίων Αγροτικών Προϊόντων, που όπως δείχνει η ευρωπαϊκή εμπειρία συμβάλλει στη μείωση της ψαλίδας τιμών παραγωγού και καταναλωτή και παράλληλα καταπολεμά το φαινόμενο των «ανοιχτών τιμών», που αφήνουν απροστάτευτο των παραγωγό.
Γιατί δεν έχει επέμβει στα καρτέλ του ελαιολάδου το αρμόδιο Υπουργείο;
Ειδικά όταν οι Υπουργοί προέρχονται από ελαιοπαραγωγικές περιοχές, η επιτηδευμένη παράλειψη θεσμικής παρέμβασης, προκαλεί αδυσώπητα ερωτηματικά.
Ερωτηματικά που γεννούν περισσότερες σκιές και πιο πολλούς ψίθυρους…