Η πανδημία της COVID-19 δεν λέει να το βάλει κάτω – τα κρούσματα και οι νοσηλείες έχουν πάρει και πάλι την ανιούσα, με τους ειδικούς να βλέπουν ένα νέο φθινοπωρινό κύμα να βρίσκεται προ των πυλών. Ωστόσο οι ειδήμονες ελπίζουν (και εμείς μαζί τους) ότι τα «όπλα» που έχουμε πλέον στα χέρια μας, κοινώς ο εμβολιασμός και ο ενισχυτικός εμβολιασμός (ο οποίος έχει μάλιστα ξεκινήσει και στη χώρα μας με τα πλέον επικαιροποιημένα εμβόλια ενάντια στις υποπαραλλαγές ΒΑ.4 και ΒΑ.5 της Ομικρον) αλλά και η νόσηση μεγάλου μέρους του πληθυσμού, θα υψώσουν ισχυρό «ανάχωμα» που θα συμβάλει στο να μην ξαναζήσουμε (επώδυνες) πανδημικές στιγμές των περασμένων ετών.
Την ίδια στιγμή μια δεύτερη «πανδημία» (και μάλιστα, όπως όλα δείχνουν, πολύ πιο μακροπρόθεσμη) έχει γεννηθεί εξαιτίας της πανδημίας του SARS-CoV-2 και είναι πολυμέτωπη, όπως άλλωστε και η ίδια η COVID-19. Ολο και περισσότεροι ασθενείς με COVID-19 συνεχίζουν να παραμένουν… ασθενείς πολύ καιρό μετά τη νόσηση και την (υποτιθέμενη) ανάρρωσή τους εμφανίζοντας ακόμη και σοβαρές επιπλοκές σε πλήθος συστημάτων του οργανισμού, συμπεριλαμβανομένου του εγκεφάλου.
Ευρεία ανάλυση
Σε αυτόν ακριβώς τον «ενορχηστρωτή» του ανθρώπινου σώματος που εξαιτίας της COVID-19 φαίνεται να αποδιοργανώνεται σε ουκ ολίγες περιπτώσεις επικεντρώθηκε μια πρόσφατη μελέτη που δημοσιεύθηκε στην επιθεώρηση «Nature Medicine» από ερευνητές του Πανεπιστημίου Ουάσιγκτον στο Σεντ Λούις των ΗΠΑ. Οι επιστήμονες υπό τον επίκουρο καθηγητή Κλινικής Επιδημιολογίας στο Πανεπιστήμιο Ουάσιγκτον στο Σεντ Λούις και επικεφαλής Ερευνας και Ανάπτυξης στο Σύστημα Περίθαλψης Βετεράνων του Σεντ Λούις (Veterans Affairs St. Louis Health Care System) δρα Ζιγιάντ Αλ-Αλι διεξήγαγαν μάλιστα μια πολύ μεγάλου εύρους μελέτη η οποία περιέλαβε ανάλυση για περισσότερα από 11 εκατομμύρια άτομα. Μια μελέτη από την οποία προέκυψαν πολλά και… ζοφερά για τη μακροπρόθεσμη υγεία του εγκεφάλου μετά την COVID-19 – γνωστικά προβλήματα και προβλήματα μνήμης, κατάθλιψη και άγχος, ημικρανίες, επιληπτικές κρίσεις, διαταραχές της όρασης και της ακοής, παρκινσονικά συμπτώματα, εγκεφαλικά επεισόδια. Ο δρ Αλ-Αλι, ένας ειδικός που έχει διεξαγάγει πολλές μελέτες σχετικά με τη long-COVID, μίλησε στο Βήμα-Science για τα νέα αποτελέσματα της ομάδας του και συνέστησε επαγρύπνηση των γιατρών για τυχόν νευρολογικές επιπλοκές μετά τη νόσηση με τον πανδημικό κορωνοϊό. Διότι δεν είναι σπάνιο η COVID-19 να βλάπτει σοβαρά (και επί μακρόν) τον εγκέφαλο.
Μακροπρόθεσμες συνέπειες
Ο δρ Αλ-Αλι εξήγησε ότι «η νέα μελέτη μάς παρέχει μια εξονυχιστική ανάλυση των μακροπρόθεσμων νευρολογικών επιπτώσεων της CΟVID-19. Οι προηγούμενες μελέτες επί του θέματος εξέταζαν ένα μικρότερο εύρος νευρολογικών συμπτωμάτων, κυρίως σε ασθενείς που είχαν νοσηλευθεί. Εμείς διερευνήσαμε 44 διαφορετικές νευρολογικές διαταραχές τόσο σε μη νοσηλευθέντες όσο και σε νοσηλευθέντες ασθενείς, συμπεριλαμβανομένων ασθενών που εισήχθησαν σε Μονάδα Εντατικής Θεραπείας. Και τα αποτελέσματα έδειξαν τις καταστροφικές μακροπρόθεσμες συνέπειες της COVID-19 οι οποίες πάνε πακέτο με τη long COVID. Αυτός ο ιός δεν είναι πάντα τόσο αθώος όσο κάποιοι νομίζουν». Σύμφωνα με τον καθηγητή, η COVID-19 είναι (μέχρι στιγμής) υπαίτια για περισσότερες από 40 εκατομμύρια νέες περιπτώσεις νευρολογικών διαταραχών παγκοσμίως.
Ρωτήσαμε τον ερευνητή για ποιον λόγο η COVID-19 «αλώνει» σε τόσο μεγάλο βαθμό τον εγκέφαλο. Οπως απάντησε… δεν υπάρχει μέχρι στιγμής σαφής απάντηση. «Δεν γνωρίζουμε γιατί η COVID-19 συνδέεται με τόσο πολλές νευρολογικές διαταραχές. Είναι πιθανό ο ίδιος ο ιός ή τμήματά του να ενεργοποιούν φλεγμονώδη κύτταρα στον εγκέφαλο τα οποία με τη σειρά τους οδηγούν σε βλάβες των εγκεφαλικών ιστών. Είναι επίσης πιθανό ο ιός να προκαλεί βλάβες στα αιμοφόρα αγγεία που τροφοδοτούν με αίμα τον εγκέφαλο, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται θρομβώσεις και άλλες αποφράξεις των αγγείων που έχουν ως αποτέλεσμα την εμφάνιση διαταραχών».
Ευάλωτα και τα νεαρά άτομα
Ο ειδικός τόνισε ότι το πιο ανησυχητικό εύρημα ήταν πως ο SARS-CoV-2 δεν φάνηκε να κάνει… διακρίσεις σε ό,τι αφορούσε τον κίνδυνο πρόκλησης νευρολογικών διαταραχών. «Είδαμε την εμφάνιση προβλημάτων και σε προηγουμένως υγιή άτομα ή άτομα που είχαν περάσει ήπια λοίμωξη. Φάνηκε ότι δεν έπαιζε ρόλο αν κάποιος ήταν νέος ή ηλικιωμένος, άνδρας ή γυναίκα, καπνιστής ή μη καπνιστής, αν ακολουθούσε έναν γενικότερα υγιεινό τρόπο ζωής ή όχι – ούτε η φυλή φάνηκε να παίζει ρόλο». Ο δρ Αλ -Αλι συμπλήρωσε μάλιστα πως «παρότι η μέση ηλικία των ατόμων που εξετάσαμε ήταν τα 60 έτη, περιλαμβάνονταν στην ανάλυση χιλιάδες άτομα με πολύ νεαρή ηλικία – στα 20 ή στα 30 έτη τους. Και ήταν σαφές από τα αποτελέσματα ότι ο κίνδυνος νευρολογικών διαταραχών ήταν εμφανής και στα νεότερα σε ηλικία άτομα».
Για να καταλήξει στα άκρως ανησυχητικά αυτά συμπεράσματα, ο ερευνητής και η ομάδα του ανέλυσαν τους ιατρικούς φακέλους περισσότερων από 11 εκατομμυρίων ατόμων (μεγάλου ηλικιακού εύρους και των δύο φύλων) τους οποίους διατηρεί το αμερικανικό υπουργείο για τις Υποθέσεις των Βετεράνων – πρόκειται για το μεγαλύτερο ολοκληρωμένο σύστημα υγείας και περίθαλψης των ΗΠΑ.
Συγκριτική μελέτη
Οι ερευνητές δημιούργησαν μια βάση δεδομένων που περιελάμβανε 154.000 άτομα τα οποία είχαν διαγνωσθεί θετικά στην COVID-19 κατά την περίοδο από την 1η Μαρτίου του 2020 ως και τις 15 Ιανουαρίου του 2021 και είχαν επιβιώσει τις πρώτες 30 ημέρες από τη λοίμωξη. Στατιστικά μοντέλα χρησιμοποιήθηκαν προκειμένου να συγκριθεί η πιθανή ύπαρξη νευρολογικών διαταραχών μεταξύ της ομάδας της COVID-19 με δύο άλλες ομάδες που περιελάμβαναν άτομα τα οποία δεν είχαν προσβληθεί από τον SARS-CoV-2: η μία ομάδα ελέγχου αφορούσε περισσότερα από 5,6 εκατομμύρια άτομα που δεν νόσησαν από COVID-19 μέσα στο χρονικό πλαίσιο της μελέτης (Μάρτιος 2020 ως Ιανουάριος 2021) και η δεύτερη αφορούσε περισσότερα από 5,8 εκατομμύρια άτομα που παρακολουθήθηκαν στο Σύστημα Περίθαλψης Βετεράνων του Σεντ Λούις από τον Μάρτιο του 2018 ως τις 31 Δεκεμβρίου του 2019, προτού δηλαδή κάνει την εμφάνισή του ο πανδημικός κορωνοϊός.
Το επίκεντρο της μελέτης ήταν η υγεία του εγκεφάλου των εθελοντών – η ανάλυση κάλυψε περίοδο ενός έτους. Οπως προέκυψε, νευρολογικές διαταραχές εμφανίστηκαν σε 7% περισσότερα άτομα που είχαν αναρρώσει από COVID-19 σε σύγκριση με τα άτομα που δεν είχαν μολυνθεί από τον SARS-CoV-2. Οπως μάλιστα ανέφεραν οι ερευνητές, η αναγωγή αυτού του ποσοστού στο σύνολο του πληθυσμού μεταφράζεται σε περισσότερους από 6,5 εκατομμύρια ασθενείς που εμφάνισαν νευρολογικά προβλήματα σχετιζόμενα με την COVID μόνο στις ΗΠΑ!
Οι κύριες διαταραχές
Ποιες ήταν όμως οι κύριες νευρολογικές διαταραχές που κατεγράφησαν ως «απόνερα» της COVID-19; Στην κορυφή της λίστας βρίσκονταν τα προβλήματα μνήμης – η αποκαλούμενη «ομίχλη εγκεφάλου». Σε σύγκριση με τις δύο ομάδες ελέγχου, τα άτομα που είχαν «συναντηθεί» με τον SARS-CoV-2 αντιμετώπιζαν αυξημένο κατά 77% κίνδυνο για εμφάνιση διαταραχών της μνήμης. Ο κύριος συγγραφέας της μελέτης διευκρίνισε ότι «αυτά τα προβλήματα υποχωρούν σε κάποια άτομα αλλά επιμένουν σε πολλά άλλα – προς το παρόν δεν γνωρίζουμε την ακριβή αναλογία των ανθρώπων που εμφανίζουν βελτίωση σε σύγκριση με εκείνους που έχουν μακροπρόθεσμες βλάβες».
Mετά την COVID-19 φάνηκε επίσης να αυξάνεται σημαντικά ο κίνδυνος εγκεφαλικού επεισοδίου με βάση τα στοιχεία. Συγκεκριμένα, οι νοσήσαντες αντιμετώπιζαν 50% περισσότερες πιθανότητες να υποστούν ισχαιμικό εγκεφαλικό επεισόδιο – εγκεφαλικό επεισόδιο δηλαδή στο οποίο ένας θρόμβος αίματος μπλοκάρει κάποια αρτηρία μην επιτρέποντας την απρόσκοπτη παροχή αίματος και οξυγόνου στον εγκέφαλο. Σημειώνεται ότι τα ισχαιμικά εγκεφαλικά επεισόδια αποτελούν την πλειονότητα των εγκεφαλικών επεισοδίων και μπορούν να αφήσουν τους ασθενείς με πλήθος προβλημάτων – από δυσκολία στην ομιλία, γνωστικά προβλήματα και προβλήματα όρασης, ως παράλυση και θάνατο. Οπως σημείωσε ο δρ Αλ-Αλι, έχουν υπάρξει μελέτες άλλων ομάδων, τόσο σε ποντίκια όσο και σε ανθρώπους, οι οποίες έχουν δείξει ότι ο SARS-CoV-2 μπορεί να επιτεθεί στους ιστούς των αιμοφόρων αγγείων και να πυροδοτήσει εγκεφαλικό ή και επιληπτική κρίση. «Αυτό δίνει μια εξήγηση στο πώς ένα άτομο χωρίς παράγοντες κινδύνου μπορεί ξαφνικά να υποστεί εγκεφαλικό μετά την COVID-19».
Σύνδεση με Αλτσχάιμερ
Ακρως ενδιαφέρον ήταν και το εύρημα ότι η μόλυνση με τον SARS-CoV-2 φάνηκε να σχετίζεται με την εμφάνιση της νόσου Αλτσχάιμερ. Ειδικότερα κατεγράφησαν περισσότερες κατά 2 περιπτώσεις Αλτσχάιμερ ανά 1.000 άτομα στην ομάδα της COVID-19 σε σύγκριση με τις ομάδες ελέγχου. Ο καθηγητής εξήγησε ότι το πιθανότερο είναι πως σε άτομα με προδιάθεση για νόσο Αλτσχάιμερ – μια νευροεκφυλιστική νόσο που «επωάζεται» επί χρόνια ή και δεκαετίες ώσπου να εκδηλωθεί – η COVID-19 επιταχύνει τις διαδικασίες που οδηγούν στην εμφάνιση συμπτωμάτων. «Φαίνεται να είναι κάτι σπάνιο αλλά ανησυχητικό».
Συνολικά, σε σχέση με τα άτομα που δεν είχαν μολυνθεί με SARS-CoV-2, τα άτομα που είχαν προσβληθεί από COVID-19 είχαν 80% μεγαλύτερες πιθανότητες να εμφανίσουν επιληψία ή επιληπτικές κρίσεις, 43% μεγαλύτερες πιθανότητες να αναπτύξουν ψυχικές διαταραχές όπως το άγχος και η κατάθλιψη, 35% μεγαλύτερες πιθανότητες να εκδηλώσουν πονοκεφάλους – από ήπιους έως και σοβαρούς – και 42% περισσότερες πιθανότητες να παρουσιάσουν κινητικές διαταραχές, όπως είναι οι ακούσιοι μυϊκοί σπασμοί, οι τρόμοι και άλλα παρκινσονικά συμπτώματα. Παράλληλα οι νοσήσαντες από COVID-19 αντιμετώπιζαν αυξημένο κατά 30% κίνδυνο για εμφάνιση προβλημάτων στην όραση, όπως η θολή όραση, η ξηρότητα των οφθαλμών και η φλεγμονή του αμφιβληστροειδούς και κατά 22% για εμφάνιση προβλημάτων στην ακοή όπως οι εμβοές.
«Η μελέτη μάς παρέχει μια εμπεριστατωμένη καταγραφή των νευρολογικών επιπτώσεων της COVID-19 έναν χρόνο μετά τη λοίμωξη» ανέφερε ο δρ Αλ -Αλι. Στο ερώτημα αν οι επιπλοκές αυτές μπορεί να διαρκούν και περισσότερο – ίσως και εφ’ όρου ζωής για κάποια άτομα – αποκρίθηκε ότι «φαίνεται πως κάποιες από τις νευρολογικές εκδηλώσεις βελτιώνονται με την πάροδο του χρόνου – για παράδειγμα, οι πονοκέφαλοι ή η ομίχλη εγκεφάλου. Είναι ωστόσο προφανές ότι ορισμένες άλλες νευρολογικές εκδηλώσεις, όπως τα εγκεφαλικά επεισόδια ή ο παρκινσονισμός, σημαδεύουν τους ασθενείς εφ’ όρου ζωής».
Απαιτείται σχεδιασμός
Κλείνοντας ο ειδικός θέλησε να επιστήσει την προσοχή των γιατρών αλλά και των αρχών δημόσιας υγείας σχετικά με μια «νευρολογική πανδημία» πιο μακροπρόθεσμη από αυτή της COVID-19 που, όπως αποδεικνύεται, είναι τελικώς «πηγή μυρίων κακών». «Αποδείξαμε ότι η COVID-19 μπορεί να οδηγήσει σε μακροπρόθεσμες νευρολογικές επιπτώσεις σε κάποια άτομα. Δεν είναι μόνο η ομίχλη εγκεφάλου που ακούμε συχνά, αλλά και τα εγκεφαλικά, οι ημικρανίες, η επιληψία, η φλεγμονή του εγκεφάλου, τα παρκινσονικά συμπτώματα, ακόμη και η νόσος Αλτσχάιμερ. Οι επιπτώσεις αυτές της long COVID στον εγκέφαλο αλλά και σε πλήθος άλλων συστημάτων του οργανισμού δείχνουν με τον πιο εμφατικό τρόπο την ανάγκη ανάπτυξης πολιτικών υγείας και στρατηγικών πρόληψης από τις κυβερνήσεις και τα συστήματα υγείας προκειμένου όχι μόνο να γίνει διαχείριση της εξελισσόμενης πανδημίας αλλά και να σχεδιαστεί η επόμενη ημέρα σε έναν post-COVID κόσμο. Δεδομένου του κολοσσιαίου μεγέθους της πανδημίας, το να ανταποκριθούμε σε αυτές τις προκλήσεις απαιτεί επείγουσα και συντονισμένη – αν και απούσα ως αυτή τη στιγμή – παγκόσμια στρατηγική».
Διότι, κατά τον δρα Αλ-Αλι, τα «παρελκόμενα» της πανδημίας θα έχουν αντίκτυπο σε κάθε πτυχή της ζωής μας. «Οι μακροπρόθεσμες επιπλοκές θα επηρεάσουν εκατομμύρια ασθενείς και κατ’ επέκταση τα συστήματα υγείας, το κόστος περίθαλψης, την οικονομία, την κοινωνική ευμάρεια. Πιστεύω πραγματικά ότι οι επιπλοκές αυτές θα αντηχούν στις κοινωνίες για δεκαετίες». Ακούει κανείς την «ηχώ» της μακράς COVID;