Η γεωργία στις ελληνικές νησιωτικές περιοχές βρίσκεται ενώπιον διπλής πρόκλησης: αφενός, της επιτακτικής ανάγκης προσαρμογής στην κλιματική κρίση· αφετέρου, της ανάγκης επαναπροσδιορισμού του παραγωγικού της μοντέλου ώστε να καταστεί βιώσιμο, ανθεκτικό και κοινωνικά δίκαιο. Η “Νέα Γεωργία”, δηλαδή η γεωργία που βασίζεται σε βιώσιμες πρακτικές, αγροοικολογική προσέγγιση και καινοτομία, δεν αποτελεί απλώς τεχνική ανανέωση της καλλιέργειας, αλλά βαθιά πολιτική και κοινωνική μεταρρύθμιση.
Ένα από τα κρίσιμα και συχνά παραγνωρισμένα στοιχεία αυτής της μετάβασης είναι η ανάδειξη και η ενίσχυση του ρόλου των γυναικών, ειδικά των νησιωτισσών, στον μετασχηματισμό του πρωτογενούς τομέα. Πρόκειται για έναν ρόλο που σήμερα παραμένει εν μέρει αόρατος, παρότι οι γυναίκες έχουν ουσιαστική συνεισφορά στην τοπική παραγωγή, τη διατήρηση της αγροτικής γνώσης και την καινοτομία.
Οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής είναι εντονότερες στις νησιωτικές περιοχές: άνοδος της θερμοκρασίας, λειψυδρία, υφαλμύρωση υδάτων, εδαφική υποβάθμιση και διαταραχές στον αγροτικό κύκλο. Σύμφωνα με στοιχεία του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και του ΕΛΓΑ, η παραγωγή σε καλλιέργειες όπως η ελιά και το αμπέλι έχει μειωθεί έως και 30% σε ορισμένες περιοχές τα τελευταία πέντε χρόνια. Περιοχές όπως η Λέσβος, η Χίος, η Πάρος και η Κάλυμνος εμφανίζουν συνεχώς αυξανόμενα κόστη λόγω της ανάγκης μεταφοράς νερού ή της χρήσης αφαλάτωσης.
Ταυτόχρονα, η γεωγραφική απομόνωση, οι μικρού μεγέθους καλλιέργειες και η περιορισμένη πρόσβαση σε υποστηρικτικές υπηρεσίες, εντείνουν τα διαρθρωτικά μειονεκτήματα. Αυτά τα χαρακτηριστικά καθιστούν αναγκαία την εφαρμογή πολιτικών διαφοροποιημένης αντιμετώπισης, ιδίως ως προς την ενίσχυση των μικρών και οικογενειακών εκμεταλλεύσεων, όπου οι γυναίκες έχουν ενεργή παρουσία.
Παρά την περιορισμένη θεσμική τους εκπροσώπηση, οι γυναίκες στα νησιά εφαρμόζουν ήδη πρακτικές που ανταποκρίνονται στο πρότυπο της Νέας Γεωργίας. Αυτού του είδους οι πρακτικές συνιστούν παραδείγματα καινοτομίας σε μικρή κλίμακα, με σημαντικές δυνατότητες επέκτασης και αναπαραγωγής.
Ενδεικτικά, στη Νάξο, γυναικείοι συνεταιρισμοί επεξεργάζονται και προωθούν παραδοσιακά γαλακτοκομικά προϊόντα με σύγχρονες μεθόδους βιώσιμης μεταποίησης, περιορίζοντας τα απόβλητα και ενισχύοντας την τοπική ταυτότητα. Στη Λέσβο, γυναίκες ελαιοπαραγωγοί εντάσσονται σε ευρωπαϊκά ερευνητικά προγράμματα για τη διαχείριση υδάτων και εφαρμόζουν καλλιέργειες μειωμένου αποτυπώματος άνθρακα, ενώ τη Σίφνο και την Τήλο, γυναικείες ομάδες εφαρμόζουν αγροτουρισμό συνδυασμένο με περιβαλλοντική εκπαίδευση και διατήρηση της τοπικής βιοποικιλότητας.
Η Κρήτη, με το έντονο γεωργικό αποτύπωμα και την εξαιρετικά πλούσια αγροβιοποικιλότητα, βρίσκεται στην αιχμή των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής. Η αύξηση των θερμοκρασιών, η μείωση των υδάτινων πόρων, η απειλή της ερημοποίησης και η εμφάνιση νέων ασθενειών στις καλλιέργειες επηρεάζουν ήδη σοβαρά τις βασικές παραγωγές του νησιού – από την ελιά και το αμπέλι μέχρι τα αρωματικά φυτά και τα κηπευτικά θερμοκηπίου.
Ωστόσο, μέσα σε αυτό το τοπίο προκλήσεων, αναδύεται ένα ισχυρό δυναμικό: οι γυναίκες του πρωτογενούς τομέα στο νησί, που φέρνουν στο προσκήνιο έναν πιο βιώσιμο, τοπικά ενταγμένο και κοινωνικά δίκαιο τρόπο παραγωγής.
Η συμμετοχή των γυναικών στην αγροτική οικονομία της Κρήτης δεν είναι νέα. Ωστόσο, τη σημερινή εποχή, η επαγγελματική ενασχόληση τους αποκτά νέες διαστάσεις:
- Στον Νομό Ηρακλείου, γυναικείοι συνεταιρισμοί μεταποιούν τοπικά προϊόντα (π.χ. αγουρέλαιο, κρίθινο παξιμάδι, βότανα) με έμφαση στη βιολογική γεωργία, τις ήπιες μεθόδους επεξεργασίας και την τοπική ταυτότητα.
- Στα Ανώγεια και τη Σητεία, ομάδες γυναικών επενδύουν στον αγροτουρισμό, με δράσεις που συνδυάζουν την καλλιέργεια με την πολιτισμική κληρονομιά – π.χ. μαθήματα παραδοσιακής μαγειρικής με τοπικά προϊόντα, πεζοπορίες σε οικολογικά αγροκτήματα.
- Στον Νομό Χανίων, παραγωγοί αρωματικών και φαρμακευτικών φυτών (ρίγανη, φασκόμηλο, δίκταμο) στρέφονται σε καλλιέργειες με ελάχιστο υδατικό αποτύπωμα και καινοτόμες τεχνικές αποξήρανσης και συσκευασίας, με τη συμμετοχή κυρίως γυναικών νεότερης ηλικίας.
Αυτές οι πρωτοβουλίες, πέρα από ενθαρρυντικά παραδείγματα, είναι οι πυρήνες ενός νέου, ανθεκτικού αγροτικού μοντέλου με κοινωνικό χαρακτήρα και ισχυρή περιβαλλοντική συνείδηση.
Η πράσινη μετάβαση δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς την ενεργό συμμετοχή των γυναικών της υπαίθρου και η Κρήτη προσφέρει τις συνθήκες, τη γνώση και τη δυναμική για να καταστεί πρότυπο περιφέρειας που επενδύει σε ένα νέο παραγωγικό μοντέλο. Ένα μοντέλο που θα σέβεται το περιβάλλον, θα αξιοποιεί τη σοφία της τοπικής παράδοσης και θα ενσωματώνει δίκαια όλους τους συντελεστές της παραγωγής. Προκειμένου να καρποφορήσει αυτή η μετάβαση, απαιτούνται:
- Ειδικά εργαλεία χρηματοδότησης και εκπαίδευσης για γυναίκες παραγωγούς: Η πρόσβαση σε μικροχρηματοδότηση, η παροχή τεχνικής κατάρτισης σε βιώσιμες πρακτικές και η διευκόλυνση συμμετοχής σε δίκτυα και συνεταιρισμούς είναι κρίσιμα βήματα.
- Ενσωμάτωση της έμφυλης οπτικής στις τοπικές στρατηγικές: Οι αναπτυξιακοί φορείς της Κρήτης (Αγροδιατροφική Σύμπραξη, Αναπτυξιακές Εταιρείες) μπορούν να λειτουργήσουν ως κόμβοι ενδυνάμωσης και προβολής γυναικείων πρωτοβουλιών, ενισχύοντας τη διατομεακή συνεργασία.
- Προώθηση της γυναικείας εκπροσώπησης στη λήψη αποφάσεων: Από τις τοπικές επιτροπές διαχείρισης υδάτων μέχρι τα αγροτικά επιμελητήρια και τις ομάδες παραγωγών, οι γυναίκες πρέπει να συμμετέχουν ισότιμα στον σχεδιασμό των τοπικών πολιτικών.
Η Νέα Γεωργία δεν είναι υπόθεση αποκλειστικά τεχνοκρατική. Ειδικά σε ό,τι αφορά τα ελληνικά νησιά, η επιτυχία της πράσινης μετάβασης δεν θα κριθεί μόνο από τους δείκτες παραγωγικότητας, αλλά και από την ικανότητά μας να κινητοποιήσουμε το σύνολο των ανθρώπων που συμμετέχουν στην αγροτική δραστηριότητα και κυρίως όσων μέχρι σήμερα δεν είχαν ισότιμο ρόλο.
Η αναγνώριση και η έμπρακτη στήριξη του ρόλου των γυναικών στην νησιωτική γεωργία δεν αποτελεί απλώς πολιτική επιλογή ισότητας. Είναι ουσιώδης όρος για την οικοδόμηση ενός παραγωγικού μοντέλου με συνοχή, τοπική ευημερία και μακροπρόθεσμη ανθεκτικότητα.