Με αφορμή τη συμπλήρωση τριάντα ετών από την ίδρυση της Πινακοθήκης Λευτέρης Κανακάκις και τη μετεξέλιξή της σε μουσείο Σύγχρονης Τέχνης Κρήτης, το μουσείο ανοίγει σήμερα στις 8 το απόγευμα τις πύλες του και υποδέχεται τους πολίτες του Ρεθύμνου για μια θεματική ξενάγηση στους χώρους και στα έργα που αυτό φιλοξενεί.
Σύμφωνα με τα Ρεθεμνιώτικα Νέα, είναι ένα μουσείο το οποίο ενδεχομένως οι ρεθεμνίωτες να μη γνωρίζουν όσο θα έπρεπε, ωστόσο η σημασία του είναι τεράστια και η σημερινή εκδήλωση γίνεται προκειμένου ο κόσμος του Ρεθύμνου να έχει την ευκαιρία να δει από κοντά αυτό τον χώρο τέχνης και πολιτισμού και να θαυμάσει τα εκθέματά του.
Στο πλαίσιο των 30ων γενεθλίων του μουσείου Σύγχρονης Τέχνης Κρήτης, η καλλιτεχνική διευθύντρια Μαρία Μαραγκού, μίλησε για την αγάπη της για την πόλη και το πάθος της για την τέχνη που της έδωσαν το κίνητρο για τη δημιουργία αυτού του μουσείου που με την καθοριστική βοήθεια των χορηγών και του δήμου Ρεθύμνης κατάφερε να μεγαλώσει και σήμερα να μπορεί να είναι αντίστοιχο με μουσεία μεγάλων πόλεων: «Το πάθος μου και η αγάπη μου για την πόλη και παράλληλα η δουλειά που έκανα, καθώς έγραφα για την τέχνη, με οδήγησε σε αυτήν τη σκέψη. Κυρίως όταν πέθανε ο θείος μου Λευτέρης Κανακάκις, σκέφτηκα να συγκεντρώσω τα έργα από την οικογένειά μας και να ξεκινήσουμε σε αυτά τα δύο δωμάτια, προσθέτοντας Έλληνες καλλιτέχνες από τη συλλογή του συζύγου μου. Έτυχε να είμαι παντρεμένη με συλλέκτη ,ο οποίος μπόρεσε να μας εξασφαλίσει τον Γαίτη, τον Σπυρόπουλο, δηλαδή κάποιους σοβαρούς καλλιτέχνες που βοήθησαν να στηθεί μια πρώτη μαγιά. Στη συνέχεια ήρθε το Εθνικό Πολιτιστικό Δίκτυο Πόλεων και το Κέντρο Σύγχρονης Εικαστικής Δημιουργίας, που μας βοήθησε πάρα πολύ όταν σταμάτησε το υπουργείο να μας επιδοτεί. Συμφώνησε και ο δήμαρχος Γιώργης Μαρινάκης να προχωρήσουμε στη δημιουργία Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης Κρήτης, δίχως να περιμένουμε κανένα υπουργείο και κανέναν χρηματοδότη. Βέβαια πάντα είχαμε χορηγούς. Μεγάλους χορηγούς θεωρώ τους καλλιτέχνες, γιατί όλα αυτά τα χρόνια έχουμε κάνει πάνω από 200 εκθέσεις, μεταξύ των οποίων αρκετές ήταν διεθνείς. Επίσης, έχουμε κάνει με τη βοήθεια των καλλιτεχνών, οι οποίοι δέχτηκαν να δώσουν τα έργα τους και να χαρίσουν, εξού και τα 250 έργα που διαθέτουμε σήμερα. Με δύσκολες συνθήκες έμειναν και δούλεψαν, στήθηκαν εκθέσεις και έγιναν όλα αυτά που έγιναν. Τα πράγματα δεν γίνονται από έναν και μόνο άνθρωπο. Παρόλο που είμαι τρελή στο όραμά μου και εξακολουθώ να είμαι, δεν θα μπορούσα να κάνω πολλά εάν δεν είχα δίπλα μου φίλους. Ένα είδος φίλων γίνονται οικογένεια, ένα είδος συνεργατών γίνονται οικογένεια και σαν οικογένεια μπορούμε να προχωρήσουμε» ανέφερε χθες στο πλαίσιο σχετικής συνέντευξης τύπου.
Αναφερόμενη στους συνεργάτες της που για την ίδια είναι σαν οικογένεια μίλησε για την Κατερίνα Κουγιουμουτζή, τον φύλακα του μουσείου Γιώργη Ανυφαντάκη, τον Κωστή Χρηστίδη που έχει αναλάβει τα εργαστήρια, ευχαρίστησε τους χορηγούς του μουσείου, τον δήμαρχο Ρεθύμνης Γιώργη Μαρινάκη και τον αντιδήμαρχο Θωμά Κρεβετζάκη.
Πρόσκληση για συμμετοχή στη σημερινή εκδήλωση απηύθυνε χθες στη διάρκεια συνέντευξης τύπου ο αντιδήμαρχος Πολιτισμού Θωμάς Κρεβετζάκης τονίζοντας μεταξύ άλλων: «Καλεσμένοι μας είναι όλη η τοπική κοινωνία, όλοι οι άνθρωποι που στα 30 χρόνια της λειτουργίας του μουσείου βοήθησαν και στήριξαν το μεγάλο όραμα της Μαρίας Μαραγκού, της διάσωσης και προβολής του Ρεθεμνιώτη καλλιτέχνη Λευτέρη Κανακάκι, το οποίο στη συνέχεια κατέληξε να εξελιχθεί έως ένα από τα κορυφαία μουσεία σύγχρονης τέχνης εκτός Ελλάδος. Το όραμα αυτό δεν θα μπορούσε να γίνει πραγματικότητα χωρίς την επιμονή και την εμμονή της Μαρίας προκειμένου να αναδειχτεί τόσο ο Λευτέρης Κανακάκις, αλλά κυρίως το Ρέθυμνο που τόσο έχει αγαπήσει και έχει ταυτιστεί μαζί του. Σε αυτά τα 30 χρόνια, ξεκινώντας από τα δύο μικρά δωματιάκια στην οδό Χειμάρρας, ως ένα πρώιμο μουσείο Λευτέρης Κανακάκις, την επέκτασή τους στη συνέχεια και την ενσωμάτωση όλου του ενετικού κτίσματος, το οποίο αγοράστηκε το 1885, στη δημιουργία των πρώτων εικαστικών εργαστηρίων στην οδό Βερνάρδου, μέχρι στα πλέον σύγχρονα εργαστήρια. Η Μαρία γνώρισε στην τοπική κοινότητα, αλλά και το μουσείο, τη σύγχρονη τέχνη, τα ρεύματα. Ένας πολύ μεγάλος αριθμός καταξιωμένων Ελλήνων και διεθνών καλλιτεχνών επισκέφτηκαν και γνώρισαν το Ρέθυμνο. Δεκάδες και εκατοντάδες μικροί μαθητές διαμόρφωσαν άποψη, γνώρισαν τα πρώτα βήματα στην τέχνη και την ιστορία της τέχνης».
Ο Κώστας Χρηστίδης υπεύθυνος του εκπαιδευτικού τομέα του μουσείου και των εικαστικών εργαστηρίων ανέφερε: «Στο Ρέθυμνο ήμασταν πάρα πολύ τυχεροί που είχαμε αυτό το ενδιαφέρον, το πάθος και την αγάπη της Μαρίας να υλοποιήσει το όραμά της. Να δημιουργήσει έναν θεσμό που πλέον έχει αποκτήσει μια τέτοια δυναμική που υπερβαίνει τα εθνικά μας όρια. Είμαστε πάρα πολύ τυχεροί για όλα αυτά τα 30 χρόνια που η τοπική αυτοδιοίκηση, η κοινωνία μας, ο δήμος παρέχει τα τελευταία χρόνια όλες αυτές τις προϋποθέσεις έτσι ώστε το μουσείο να λειτουργεί και να αντιμετωπίζει τις προκλήσεις. Επίσης, είμαστε πάρα πολύ τυχεροί που καταφέραμε να έχουμε εξαιρετικούς συνεργάτες και η τοπική κοινωνία να αγκαλιάζει το μουσείο ως ένα άτυπο φορέα μάθησης, που εκεί υπάρχει μια απίστευτη αλληλεπίδραση. Είμαστε ακόμα τυχεροί που έχουμε τη δυνατότητα ως μουσείο να έχουμε κατά κάποιον τρόπο την ευνοϊκή θέση να έχουμε, πέρα από τον εκθεσιακό χώρο, και επιπλέον χώρους για τα εικαστικά εργαστήρια. Εκεί οι πολίτες του Ρεθύμνου, αλλά και ολόκληρης της Κρήτης, μπορούν να μυηθούν μέσα από τα μονοπάτια της τέχνης, της έκφρασης, της αναζήτησης, να αναζητήσουν τα νοήματα της τέχνης στην καθημερινότητα του ανθρώπου, να δουν αν σχετίζονται με το ευ ζην και το ευ πράττειν και να διαμορφώσουμε ανθρώπους που έχουν και την αισθητική διάσταση, την ηθική και τη γνώση έτσι ώστε να καταστούν αυριανοί πολίτες».
Γ. Μαρινάκης: «Δεσμευόμαστε να διατηρήσουμε ζωντανό αυτό το κύτταρο πολιτισμού»
Ο δήμαρχος Ρεθύμνου με αφορμή της συμπλήρωσης 30 ετών λειτουργίας του μουσείου έκανε λόγο για ένα μεγάλο ταξίδι στην τέχνη και τον πολιτισμό. Ένας χώρος τέχνης αντίστοιχος όπως είπε με εκείνους τους χώρους σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη που κοσμεί την πόλη του Ρεθύμνου:
«30 χρόνια η πινακοθήκη μας, το μουσείο Σύγχρονης Τέχνης που έχει τη σφραγίδα της Μαρίας Μαραγκού, τη γενναιοδωρία του συζύγου του αείμνηστου Χαράλαμπου Μαραγκού και της ίδιας. Ως ιδιοκτήτες εκείνοι έκαναν την πρώτη δωρεά στον δήμο Ρεθύμνης και έτσι ξεκίνησε αυτό το μεγάλο ταξίδι στην τέχνη και στον πολιτισμό. Δεν έχουν συνειδητοποιήσει ίσως οι συμπολίτες μας πόσο σπουδαίο πράγμα είναι να υπάρχει αυτή η πινακοθήκη στην πόλη μας. Θα έλεγα ότι ξεπερνάει τα όρια της μικρής πόλης και είναι κάτι που το συναντάμε μόνο στις μεγαλουπόλεις αντίστοιχα Αθήνα και Θεσσαλονίκη. Αυτά όλα δεν έγιναν φυσικά τυχαία. Θέλω να τονίσω ότι και ο Χρήστος Σκουλούδης που ήταν εκείνος που αγόρασε το αρχικό ακίνητο το 1985 και στη συνέχεια υπέγραψε με το ζεύγος Μαραγκού την πρώτη παραχώρηση έργων του Λευτέρη Κανακάκι και έπειτα ο αείμνηστος Δημήτρης Αρχοντάκης αγκάλιασε με πολλή αγάπη και ενδιαφέρον το μουσείο. Αξιοποίησαν την ευκαιρία των πραγματικών συμβάσεων με το υπουργείο Πολιτισμού, μια σύμβαση την οποία και εμείς συνεχίσαμε το 2009, μέχρι που ήρθαν τα μνημόνια και οι περικοπές. Έτσι, το ενδιαφέρον του υπουργείου Πολιτισμού για αυτούς του χώρους εξέπνευσε. Όμως, ήταν και είναι πολιτική απόφαση του δήμου Ρεθύμνης να κρατάει ζωντανό αυτό το κύτταρο πολιτισμού, το οποίο προφανώς κοστίζει. Όπως έχω πει, η παιδεία, η υγεία, ο πολιτισμός πάντα κοστίζουν. Όμως, η έλλειψή τους κοστίζει ακόμα περισσότερο. Γι’ αυτό λοιπόν είναι συνειδητή επιλογή να στηρίζουμε αυτό το μουσείο, το οποίο τώρα μετά τους νομικούς μετασχηματισμούς ενσωματώθηκε στον δήμο Ρεθύμνης. Αυτό αποτελεί μια ασφάλεια και μια εγγύηση ότι πάντα θα χρηματοδοτείται και πάντα θα υπάρχουν διαθέσιμα χρήματα για τη λειτουργία του».
Ο ίδιος έκανε ιδιαίτερη μνεία στη σπουδαιότητα του μουσείου αλλά και στην απόφαση του δήμου να το στηρίξει με κάθε τρόπο: «Προφανώς το βαρύ κέλυφος του δήμου θέλει περισσότερο προγραμματισμό, έχει περισσότερη γραφειοκρατία, έχει μεγαλύτερη δυσκολία. Συναντήσαμε ήδη μια παράπλευρη απώλεια φέτος στα εικαστικά εργαστήρια, η οποία όμως δεν θα συνεχιστεί τα επόμενα χρόνια και ζητάω την κατανόηση όλων, και των εκπαιδευτών, αλλά και των παιδιών μας που φέτος στερήθηκαν αυτήν τη σημαντική λειτουργία. Για εμάς το μουσείο είναι ένας φάρος και ένας θησαυρός. Δεν είναι τυχαίο ότι συραίουν οι σπουδαιότεροι καλλιτέχνες από την Ελλάδα και το εξωτερικό, όπως και μεγάλοι χορηγοί. Όλα αυτά, βεβαίως, οφείλονται στην προσωπικότητα της Μαρίας Μαραγκού η οποία και ως κριτικός τέχνης, αλλά και ως δυναμική γυναίκα νομίζω ότι τα κατάφερε πάρα πολύ καλά και τα καταφέρνει ακόμα. Αυτή η συλλογή μεγεθύνεται και θα συνεχίσει να μεγεθύνεται πάντα με το αυστηρό ποιοτικό κριτήριο της Μαρίας Μαραγκού. Αυτό το μουσείο αξίζει να μείνει ζωντανό και να συνεχίσει μέσα στις επόμενες δεκαετίες αυτήν τη φωτεινή του πορεία. Η παρουσία αυτού του μουσείου συγκινεί και Ρεθεμνιώτες που δεν θα είχαν σκέψη να δωρίσουν έργα στον δήμο μας, αλλά λόγω του μουσείου το κάνουν». Όπως πρόσφατα, ο Ρεθεμνιώτης γυναικολόγος Μαθιός Φραϊδάκης, που ανακάλυψε ένα πολύ ωραίο έργο του Λευτέρη Κανακάκι σε γκαλερί των Αθηνών. Χωρίς δεύτερη σκέψη το αγόρασε και το πρόσφερε δωρεά στο μουσείο Ρεθύμνης και ήδη στολίζει την έκθεσή μας. Υπάρχουν και άλλοι πολλοί, όχι μόνο Ρεθεμνιώτες, και αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό. Είναι δέσμευση για εμάς να μακροημερεύει. Δεσμεύομαι, όμως, ότι όλα αυτά θα μπορέσουμε με τη συνεργασία που κάνουμε και την αμέριστη συμπαράσταση του Θωμά Κρεβετζάκη, ο οποίος είναι ο «πολιτικός προϊστάμενος», να τα λύσουμε πολύ σύντομα και να σκεφτόμαστε μόνο δημιουργικά, να πραγματοποιούμε κάθε μέρα και περισσότερο το όραμα της Μαρίας και του αείμνηστου συζύγου της». Ευχαριστώ πολύ.
Ένας τόμος με 750 έργα του μουσείου
Με την αφορμή αυτή κυκλοφορεί και ο καινούριος κατάλογος της μόνιμης συλλογής του μουσείου ο οποίος περιλαμβάνει 750 περίπου έργα, κόπος και ανταμοιβή όλων αυτών των χρόνων. Η ανάγκη ενός καινούριου καταλόγου προέκυψε όταν τα έργα της μόνιμης συλλογής του μουσείου αυξήθηκαν δραστικά και ο πρώτος κατάλογος που είχε εκδοθεί το 2000 δεν μας κάλυπτε πλέον. Το υλικό του καταλόγου επιμελήθηκε η ιστορικός τέχνης και συνεργάτης Σοφία Κατόπη ενώ ο συντονισμός υλοποιήθηκε από την Κατερίνα Κουγιουμουτζή, συνεργάτη του μουσείου Σύγχρονης Τέχνης. Ο κατάλογος στον σχεδιασμό του ακολουθεί πιστά σαν φόρμα τον πρώτο κατάλογο όπως είχε σχεδιαστεί από τον Βαγγέλη Παπιομύτογλου ενώ η γραφιστική δουλειά έχει γίνει από την Heralex και τον Ηλία Νάστο.
Η Σοφία Κατόπη συνεργάτης του μουσείου, ιστορικός τέχνης που επιμελήθηκε τον τόμο για το μουσείο μίλησε για τη σχέση της με το μουσείο που ξεκίνησε από τη δεκαετία του 90 όταν ήταν μεταπτυχιακή φοιτήτρια. «Μες τα χρόνια» όπως ανέφερε «είδα το μουσείο να μεγαλώνει, τη συλλογή να υπερδιπλασιάζεται και αυτό γέννησε την ανάγκη για τη δημιουργία του δεύτερου τόμου προκειμένου να συμπεριληφθούν τα νέα αποκτήματα».
«Ήταν απαραίτητο να γίνει ένας δεύτερος κατάλογος για να συμπεριλάβει όλα αυτά τα νέα αποκτήματα μαζί με τα παλιά και φυσικά την κεντρική, την πιο σημαντική συλλογή έργων του Λευτέρη Κανακάκι, η οποία βρίσκεται στο Ρέθυμνο. Ο κατάλογος ήταν ένα πολύ δύσκολο εγχείρημα, με την έννοια ότι έγινε μέσα σε δύσκολες συνθήκες μέσα στην καραντίνα. Στηρίχθηκε πάνω στον σχεδιασμό που είχε γίνει ο πρώτος κατάλογος, έτσι ώστε αυτοί οι δύο τόμοι δίπλα-δίπλα είναι σαν δίδυμα αδερφάκια κατά κάποιον τρόπο, συμπληρωματικά το ένα στο άλλο. Κάτι άλλο επίσης που θέλω να τονίσω είναι ότι αυτή η συλλογή συνεχίζει να μεγαλώνει. Λίγο πριν πάμε στο τυπογραφείο η Μαρία μας είπε ότι έχουμε καινούργια έργα, αλλά πια ήταν πολύ αργά. Αυτή η συλλογή μεγαλώνει διαρκώς, χάρη κυρίως στο πολύ καλό όνομα που έχει αποκτήσει και στον κόσμο των καλλιτεχνών το μουσείο Σύγχρονης Τέχνης. Οπότε με μεγάλη χαρά όλοι θέλουν, και κυρίως χάρης στη δουλειά της κ. Μαρίας Μαραγκού, να αφήσουν κάτι στο μουσείο».