Σε μια κατσαρόλα βάζουμε το λάδι να ζεσταθεί, ρίχνουμε το κρέας και το κρεμμύδι και τσιγαρίζουμε μέχρι να πάρουν χρώμα. Στις έξι το πρωί όλα αυτά, να προλάβουμε τη νυχτερινή χρέωση. Δε λέω, πάντοτε κάναμε οικονομία στο ρεύμα· προγραμματίζαμε τα πλυντήριά μας τη νύχτα, για παράδειγμα, με την οικονομική κατανάλωση, αλλά αυτό με το …ρομαντικό μαγείρεμα της ροδαυγούλας, δεν το συνηθίζαμε. Το πολύ σιδέρωμα το ‘χαμε κόψει προ κρίσης, για οικολογικούς λόγους και γιατί το θεωρούσαμε σπατάλη χρόνου, αλλά εδώ και κάποια χρόνια δε σιδερώνουμε ούτε πουκάμισο.
Σβήνουμε με κρασί, προσθέτουμε αλατοπίπερο και σιγοβράζουμε για τρία τέταρτα. Χτες συνάντησα στην είσοδο το παλικάρι που καταγράφει τις ενδείξεις των μετρητών της ΔΕΗ. Αυτό σημαίνει πως όπου να ‘ναι θα ‘ρθει ο επόμενος λογαριασμός, ένας Θεός ξέρει πόσο. Σε δόσεις τον βάλαμε τον προηγούμενο, ήταν αυτός του χειμώνα με το πολύ κρύο. Εντάξει, ο καυστήρας έχει να δει πετρέλαιο απ’ το 2010 αλλά όλο και κάποια σόμπα θ’ ανάψαμε, ν’ αφήσουμε τα μωρά να ξυλιάσουνε μέσα στη βαρυχειμωνιά; Πώς θα πληρωθεί ο καινούργιος λογαριασμός, δεν ξέρω· κάποιος τρόπος πάντως θα βρεθεί, θα τον τετραγωνίσουμε πάλι τον κύκλο.
Προσθέτουμε τον χυμό του λεμονιού και συνεχίζουμε σε μέτρια φωτιά, για μισή ωρίτσα ακόμα. Μεταπτυχιακό στο Πολυτεχνείο έχει το παλικάρι που καταγράφει τις ενδείξεις των ρολογιών, σκέφτηκε κάποια στιγμή να φύγει για έξω όπως μου είχε πει παλιότερα, αποφάσισε παρόλα αυτά να μείνει να το παλέψει· πάλι καλά που βρέθηκε κι αυτό το μεροκάματο. Αν και συμπαθέστατος, αγχώνομαι κάθε φορά που τον βλέπω, για ευνόητους λόγους. Το ίδιο συμβαίνει και με τον κυρ Κώστα τον ταχυδρόμο· εδώ και κάποια χρόνια, μόνο λογαριασμούς κι ειδοποιητήρια για εξόφληση κουβαλάει. Σάμπως φταίει ο άνθρωπος, δε φταίει· προσποιούμαι μια υπόκωφη καλημέρα σαν τον απαντήσω, μαντεύοντας τα χαμπέρια που μου φέρνει μες στη δερμάτινή του τσάντα.
Πέντε λεπτά πριν το τέλος, βάζουμε σε μια κούπα λίγο ζουμάκι απ΄το φαγητό, διαλύουμε μια κουταλιά κορν φλάουερ και το ξαναρίχνουμε στην κατσαρόλα, να χυλώσει καλύτερα. Το τελευταίο δεκάρικο του δεκαπενθήμερου το δώσαμε στον χασάπη, γιατί το μερακλίκι φυγείν αδύνατον.
Σερβίρουμε με αρωματικό ρύζι μπασμάτι, μια δόση ελπίδας και μπόλικη καλή διάθεση. Όχι θα κάτσουμε να σκάσουμε επειδή δε βγαίνουνε τα νούμερα, να πάμε πριν την ώρα μας· άλλωστε η φτώχεια θέλει καλοπέραση.
Απολαμβάνουμε με την τηλεόραση κλειστή, γιατί ανεβάζει τις τοξίνες.
Από το αρχείο του Λευτέρη Κουγιουμουτζή στην «Εφημερίδα των Συντακτών»