Η είδηση, ίσως, ήταν αναμενόμενη, αλλά η σημασία της μεγάλη. Δυστυχώς, για άλλη μια φορά τα σημαντικά δεν έτυχαν της αντίστοιχης προβολής από τα ελληνικά μέσα ενημέρωσης. Τα τελευταία, περισσότερο θυμίζουν «δελτίον ποινικής παραβατικότητας» παρά μέσα ενημέρωσης και ανάλυσης των κρίσιμων ζητημάτων που επηρεάζουν τη ζωή όλων μας. Έτσι, λοιπόν, στους Financial Times διαβάζουμε ότι η συνολική αξία των ομολόγων της Ιταλίας, που δανείστηκαν οι επενδυτές για να ποντάρουν σε πτώση των τιμών, ξεπέρασε τα 39 δισ. ευρώ τον τελευταίο μήνα. Σύμφωνα μάλιστα με τα στοιχεία που τηρεί η S&P Global Market Intelligence, αντίστοιχη ενέργεια είχε να συμβεί από το μακρινό 2008. Τι συνέβαινε τότε; Ξεκινούσε η παγκόσμια οικονομική κρίση που δύο χρόνια μετά οδήγησε την Ελλάδα στο λαβύρινθο των μνημονίων.
Στη χώρα μας, αντιθέτως, πανηγυρίζουμε ότι μόλις εξήλθαμε του στενού κορσέ της αυξημένης μνημονιακής επιτήρησης. Θεωρούμε ότι ανακτήσαμε την εθνική μας κυριαρχία και μπορούμε μόνοι μας να αποφασίσουμε για το που θα κατευθύνουμε το καράβι. Ουδέν αναληθέστερον. Όχι μόνον διότι δεν επιτύχαμε ακόμη την περιλάλητη «επενδυτική βαθμίδα», ώστε να μπορούμε να δανειζόμαστε με ευκολία από τις «αγορές». Πρωτίστως, διότι μετά από 12 έτη «μνημονιακής επιτήρησης» δεν αλλάξαμε ουσιωδώς το οικονομικό μοντέλο τούτης της χώρας. Το δημόσιο χρέος παραμένει το πρώτο με διαφορά στην Ευρωπαϊκή Ένωση, φτάνοντας το 193,3% του ΑΕΠ, έναντι 88,1% του μέσου όρου της Ε.Ε. Το πρωτογενές έλλειμμα το 2021 ανήλθε στο 5% του ΑΕΠ (έναντι 3,3% μέσου όρου στην Ε.Ε.).
Η ανεργία μειώθηκε μεν από το 28% το 2013 στο 12,3% τον Ιούνιο, αλλά και πάλι το ποσοστό είναι το δεύτερο υψηλότερο μετά την Ισπανία στην Ε.Ε., όπου ο μέσος όρος είναι 6%. Επίσης, η Ελλάδα παραμένει η χώρα με το χαμηλότερο ποσοστό απασχόλησης στην Ε.Ε. Μόνο το 62,7% του πληθυσμού 20-64 ετών συμμετέχει στην αγορά εργασίας, έναντι 73,1% κατά μέσο όρο στην Ε.Ε. Το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών επανεμφανίσθηκε δυναμικά με την ανάκαμψη της οικονομίας και με ποσοστό 8,3% του ΑΕΠ το 2021 είναι το υψηλότερο στην Ε.Ε., όπου το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 3%. Τα «κόκκινα δάνεια» των τραπεζών δεν εξαφανίστηκαν, απλώς μεταφέρθηκαν στις εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων. Απλά άλλαξε το ΑΦΜ του πιστωτή, ενώ η συνήθης μανιέρα των πλειστηριασμών μεσοπρόθεσμα δεν οδηγεί ούτε σε ανάπτυξη ούτε σε κοινωνική ηρεμία. Ο πληθωρισμός έχει σκαρφαλώσει σε διψήφιο νούμερο, απομειώνοντας ακόμη περισσότερο την αγοραστική δύναμη των συνταξιούχων και των μισθωτών, οι οποίοι, άλλωστε, υπέστησαν την τελευταία δεκαετία απώλειες περίπου 25%. Τέλος, η ενεργειακή κρίση όχι μόνον διευρύνει τη «μαύρη τρύπα» των δημοσίων οικονομικών – μέσω της κυβερνητικής επιλογής για άκριτες επιδοτήσεις – αλλά την ίδια στιγμή δημιουργεί οικονομική ασφυξία στην αγορά. Οι μικρότερες επιχειρήσεις εμπορίας ηλεκτρικού ρεύματος νομοτελειακά είτε θα κλείσουν είτε θα εξαγοραστούν οδηγώντας σε ολιγοπωλιακή διάρθρωση της αγοράς, ενώ οι απλήρωτοι λογαριασμοί – που φθάνουν σήμερα στο ιλιγγιώδες ποσό του 1 δισεκατομμυρίου ευρώ ! – αποτελούν ωρολογιακή βόμβα στα θεμέλια της οικονομίας.
Παρ’ όλα αυτά, οι διεθνείς κερδοσκόποι επέλεξαν, αρχικώς, να στοχοποιήσουν την Ιταλία. Για ποιο λόγο; Πρώτα πρώτα, γιατί η Ιταλική οικονομία έχει μεγαλύτερη εξάρτηση από το φυσικό αέριο σε σχέση με εμάς. Δεύτερον, γιατί έχει εισέλθει σε έναν κύκλο πολιτικής αποσταθεροποίησης, με τις εκλογές του Σεπτεμβρίου να αναμένεται να οξύνουν το πρόβλημα αντί να το αμβλύνουν. Τη θέση της Ιταλίας πιθανότατα θα είχαμε εμείς εάν εισακούονταν οι ποικίλες «εκκλήσεις» για αιφνιδιαστικές εκλογές το φθινόπωρο. Ουδείς, όμως, μπορεί να μας διαβεβαιώσει ότι τούτο δεν θα συμβεί και κατά το συνταγματικά προβλεπόμενο χρόνο, την επόμενη άνοιξη. Αντί να συζητάμε προτάσεις αντιμετώπισης των δεινών που θα έρθουν περί άλλων τυρβάζουμε. Δυστυχώς, για άλλη μια φορά οι εξελίξεις θα μας προσπεράσουν. Winter is coming…