Πόσο επιβαρύνει η διατροφή μας το πολύπαθο περιβάλλον; Η απάντηση δεν θα μας χαροποιήσει. Υπάρχουν όμως τρόποι να βελτιώσουμε κάπως την κατάσταση, υιοθετώντας πέντε απλές πρακτικές.
Η διατροφή μας, ό,τι επιλέγουμε να βάλουμε στο πιάτο μας, εκτός από τη δική μας υγεία, επηρεάζει το περιβάλλον, την υγεία του πλανήτη και την ικανότητά του να παρέχει τροφή στις επόμενες γενιές. «Σύμφωνα με τον οργανισμό Food Climate Research Network, το σύστημα παραγωγής τροφίμων που έχουμε δεν είναι βιώσιμο», λέει η Πηνελόπη Δουβογιάννη, Κλινική Διαιτολόγος – Διατροφολόγος. «Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι, αν συνεχίσουμε να παράγουμε, να καταναλώνουμε και να σπαταλάμε τα τρόφιμα με τον τρόπο που το κάνουμε σήμερα, θα καταστρέψουμε το οικοσύστημά μας και δεν θα έχουμε τους πόρους για να παράγουμε ικανοποιητική ποσότητα φαγητού για όλους τους ανθρώπους στο μέλλον».
«Τα καλά νέα», προσθέτει, «είναι ότι με μερικές αλλαγές στις διατροφικές μας συνήθειες μπορούμε να βελτιώσουμε την υγεία μας και να βοηθήσουμε το περιβάλλον. Με άλλα λόγια, υιοθετώντας μια βιώσιμη διατροφή εξασφαλίζουμε μία υγιή ζωή για τις σημερινές και τις επόμενες γενιές και συμβάλλουμε στην καλή διαχείριση των φυσικών πόρων του πλανήτη».
Τα δεδομένα με αριθμούς
Σύμφωνα με την έκθεση του WWF με τίτλο «Bending the Curve: The Restorative Power of Planet-Based Diets», η στροφή μας σε μια τέτοια διατροφή «θα μπορούσε να μειώσει παγκοσμίως κατά τουλάχιστον 30% τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα που σχετίζονται με την τροφή, κατά 46% την απώλεια της άγριας ζωής, κατά 41% τη χρήση γης για καλλιέργεια και κατά τουλάχιστον 20% τους πρόωρους θανάτους».
Στην ίδια έκθεση αναφέρεται ότι «σε παγκόσμιο επίπεδο, η παραγωγή, κατανάλωση και απόρριψη της τροφής ευθύνεται, τα τελευταία 50 χρόνια, για το 70% της απώλειας της χερσαίας βιοποικιλότητας, το 50% της απώλειας βιοποικιλότητας γλυκού νερού και το 26% των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου».
Όσον αφορά την Ελλάδα, «αν ακολουθούσαμε τη μεσογειακή διατροφή και τις συστάσεις του Εθνικού Διατροφικού Οδηγού, η συμβολή της χώρας μας στη διεθνή απώλεια βιοποικιλότητας θα μειωνόταν κατά περίπου 50%, στις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου κατά 35%, στη χρήση γης για καλλιέργειες κατά 20%, στη χρήση γης για βοσκοτόπους κατά 60%, στη χρήση νερού για την παραγωγή τροφής κατά 25% και στην πιθανότητα ευτροφισμού [σ.σ. πρόκειται για τη μεγάλη συγκέντρωση θρεπτικών στοιχείων πάνω από τα φυσιολογικά όρια σε λίμνες ή κλειστούς αβαθείς κόλπους] κατά 50%».
Τι σημαίνει «βιώσιμη» διατροφή & πώς επηρεάζει το περιβάλλον
Η κα Δουβογιάννη μας προτείνει πέντε απλούς τρόπους για να εφαρμόσουμε τη «βιώσιμη» διατροφή στην καθημερινότητά μας.
1. Περιορίζουμε την κατανάλωση κρέατος και γενικά την κατανάλωση ζωικών προϊόντων
Η έκθεση «Farming for Failure», της Greenpeace, αναφέρει ότι στην Ε.Ε. οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου από την κτηνοτροφία αντιπροσωπεύουν το 17% των συνολικών εκπομπών της Ένωσης. Το νούμερο αυτό ξεπερνά τις συνολικές εκπομπές όλων των αυτοκινήτων και των φορτηγών μαζί! Μια μείωση κατά 50% της κτηνοτροφικής παραγωγής θα μπορούσε να εξοικονομήσει το ισοδύναμο των 250 εκατομμυρίων τόνων CO2, ή αλλιώς τις εκπομπές από όλους τους τομείς των 11 χωρών της Ε.Ε. με τα χαμηλότερα επίπεδα. Άλλωστε, σύμφωνα με τον Εθνικό Διατροφικό Οδηγό για Ενήλικες, η κατανάλωση κόκκινου κρέατος συνιστάται να περιορίζεται στη μία μερίδα άπαχου κόκκινου κρέατος την εβδομάδα, ενώ για το λευκό στις 1-2 μερίδες.
2. Αυξάνουμε την κατανάλωση τροφίμων φυτικής προέλευσης, όπως τα όσπρια, τα φρούτα και τα λαχανικά
Το ανθρακικό αποτύπωμα των παραπάνω τροφών είναι μικρότερο από αυτό των παραγωγικών ζώων. Για παράδειγμα, μελέτη της Σχολής Δημόσιας Υγείας του Johns Hopkins αναφέρει ότι, κατά μέσο όρο, κάθε μερίδα κρέατος που προέρχεται από βοοειδή έχει 316 φορές μεγαλύτερο αποτύπωμα από τα λαχανικά και 125 φορές μεγαλύτερο από τους ξηρούς καρπούς. Επίσης, η παραγωγή κρέατος απαιτεί μεγάλη ποσότητα νερού. Για παράδειγμα, κάθε γραμμάριο πρωτεΐνης στο βοδινό κρέας χρειάζεται για να παραχθεί έξι φορές περισσότερο γλυκό νερό από όσο χρειάζονται οι φακές ή τα φασόλια!
3. Προσέχουμε το περιβάλλον επιλέγοντας μια διατροφή που βασίζεται σε εποχικά και τοπικά προϊόντα
Ένα εποχικό προϊόν είναι πιο νόστιμο και θρεπτικό, ενώ έχει συνήθως λιγότερες ανάγκες για προστασία, αφού είναι προσαρμοσμένο στις εδαφολογικές και κλιματολογικές συνθήκες του τόπου. Όσον αφορά τα λεγόμενα «τροφοχιλιόμετρα», αν και εκτιμάται ότι οι μεταφορές αντιπροσωπεύουν μόλις το 11% των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου στον κύκλο ζωής ενός προϊόντος (το μεγαλύτερο ποσοστό αφορά το στάδιο της παραγωγής), η μείωσή τους είναι ένας καλός τρόπος να στηρίζουμε τους τοπικούς παραγωγούς και τις τοπικές οικονομίες.
4. Μειώνουμε την σπατάλη τροφίμων
Υπολογίζεται ότι περίπου το 1/3 των τροφίμων που αγοράζουμε καταλήγει στα σκουπίδια. Πέρα, όμως, από το ανθρακικό αποτύπωμα των τροφικών αποβλήτων, ο συνολικός όγκος νερού που χρησιμοποιείται κάθε χρόνο για την παραγωγή τους ισοδυναμεί με την ετήσια ροή του ποταμού Βόλγα! Παρομοίως, το 28% της παγκόσμιας γεωργικής έκτασης χρησιμοποιείται κάθε χρόνο για την παραγωγή τους. Πρέπει, λοιπόν, να κάνουμε καλύτερο προγραμματισμό στα ψώνια και στο μαγείρεμα, αγοράζοντας και μαγειρεύοντας μόνο όσα θα καταναλώσουμε. Να μην πετάμε τα «άσχημα» προϊόντα και να γινόμαστε δημιουργικοί με το φαγητό που περισσεύει.
5. Καταναλώνουμε ψάρια με υπεύθυνο τρόπο
Σύμφωνα με στοιχεία, πάνω από το 80% των ψαριών στη Μεσόγειο υπεραλιεύονται. Με άλλα λόγια, αλιεύονται σε τέτοιο βαθμό που οι πληθυσμοί τους δεν μπορούν να ανακάμψουν. Παράλληλα, τα ψάρια αλιεύονται σε όλο και μικρότερο μέγεθος, με αποτέλεσμα κάποια να μην προλαβαίνουν να αναπαραχθούν και τα ιχθυοαποθέματα να συρρικνώνονται. Επομένως, δεν καταναλώνουμε ψάρια την εποχή που αναπαράγονται, αποφεύγουμε τους γόνους και επιλέγουμε εκείνα που αλιεύονται με βιώσιμες μεθόδους (ρωτήστε τον ιχθυοπώλη σας ή διαβάστε την ετικέτα στη συσκευασία).