Μεθαύριο κλείνουν 52 χρόνια από την επιβολή της τελευταίας στρατιωτικής δικτατορίας στην Ελλάδα.
Ανέκαθεν στην Ελλάδα υπήρχε μέρος του πληθυσμού που θεωρούσε ότι «με μια χούντα θα ‘μασταν καλύτερα» ή ότι «μια χούντα θα μας σώσει».
Ιδιαίτερα σε περιόδους οικονομικής δυσπραγίας και πολιτικής καθίζησης, τέτοιες απόψεις βρίσκουν πρόσφορο έδαφος και ακούγονται δυνατότερα.
Αλήθεια, όμως, γιατί θεωρούν ορισμένοι ότι μια στρατιωτική διοίκηση θα μπορούσε να δώσει λύσεις στα σοβαρά θέματα που απασχολούν τη χώρα;
Μήπως οι στρατιωτικοί είναι κάποιο εξευγενισμένο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας, ένα είδος πεφωτισμένων, που έχει τον τρόπο να μας βγάλει από τα αδιέξοδα στα οποία έχουμε περιέλθει;
Ανήκουν, άραγε, οι στρατιωτικοί σε μια άλλη κάστα, η οποία έμεινε «ανέγγιχτη» κι «αμόλυντη» από τις παθογένειες της πολιτικής και κοινωνικής ζωής;
Προφανώς η στρατιωτική ηγεσία, οι ανώτεροι και οι κατώτεροι αξιωματικοί, οι υπαξιωματικοί και οι μόνιμοι οπλίτες είναι κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας.
Όποιος υπηρέτησε στον στρατό κι είχε τα μάτια του ανοιχτά, διαπίστωσε το αυτονόητο: οι στρατιωτικοί είναι άνθρωποι σαν όλους τους υπόλοιπους. Επιφορτισμένοι, μεν, με μια ιδιαίτερη αποστολή και ευθύνη, αλλά κατά τα λοιπά φέρουν όλα τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα του δημόσιου και ιδιωτικού βίου μας, με τις αρετές και τις αδυναμίες του.
Δε θα μπορούσε να είναι αλλιώς: ο στρατός είναι κομμάτι και σπλάχνο της Ελλάδας.
Όποιος επιμένει να αναζητά λύσεις στην κατάλυση της δημοκρατίας απ’ το στρατό, απλώς αρνείται να αναλάβει το δικό του ψιχίο ευθύνης.
Γιατί, όπως και να το κάνουμε, σε μια δημοκρατία –όσο χρεοκοπημένη και να είναι – μια κάποια ευθύνη και αρμοδιότητα την έχει και ο πολίτης. Αν μη τι άλλο, έχει την ευθύνη της ψήφου του και της συμμετοχής του.
Σε μια χούντα αποφασίζουν άλλοι δίχως να μας ρωτούν, έστω για τα προσχήματα. Οπότε δε χρειάζεται να χολοσκάμε. Κι αν τα πράματα πάνε κατά διαόλου, δε θα φταίμε εμείς .
Το να ισχυριζόμαστε πως «μια χούντα θα μας σώσει» είναι μια εύκολη απόδραση από τον εαυτό μας.
Όταν η δημοκρατία δυσλειτουργεί, παράγει αδιέξοδα και κακοφορμίζει, η λύση είναι η θεραπεία. Όχι η ευθανασία.
Βέβαια η θεραπεία απαιτεί σε βάθος διάγνωση, υπομονή, θέληση, ενέργεια, όραμα και στόχευση, διαρκή αξιολόγηση και εγρήγορση. Ενώ στην ευθανασία, με μια σφαίρα καθάρισες.
Μόνο που η σφαίρα αυτή στρέφεται εναντίον του ίδιου μας του εαυτού.