Η αλήθεια είναι ότι κυβέρνηση και Ελληνική κοινωνία αιφνιδιαστήκαμε από την ένταση των μεταναστευτικών ροών από την Αφρική και ιδίως από τη Λιβύη. Η Κρήτη – στο ζενίθ της τουριστικής περιόδου – καλείται να διαχειριστεί ένα φλέγον ζήτημα δίχως υποδομές, δίχως προετοιμασία. Προσπαθώντας να ανταπεξέλθει στο πρόβλημα, η κυβέρνηση ανακοίνωσε – ως συνήθως – έκτακτα μέτρα που δήθεν απευθύνονται σε όσους επιθυμούν να έλθουν στη χώρα, αλλά μάλλον στόχευσε περισσότερο στο εσωτερικό ακροατήριο. Με πύρινες ανακοινώσεις επιδιώκει να ηρεμήσει τις τοπικές κοινωνίες και όχι να επιλύσει ένα πρόβλημα, που, πράγματι, υπερβαίνει τις δικές της δυνάμεις.
Ας μείνουμε στα δύο βασικότερα μέτρα και ας τα εξετάσουμε από δικαιοπολιτική άποψη. Το πρώτο είναι η εξαγγελθείσα αναστολή εξέτασης αιτήσεων ασύλου αρχικά για τρεις μήνες για όσους καταφθάνουν στην Ελλάδα από την Αφρική. Το δεύτερο είναι η ανακοίνωση πως όσοι μετανάστες εισέρχονται παράνομα στη χώρα θα συλλαμβάνονται και θα κρατούνται.
Ξεκινώντας από το δεύτερο θα παρατηρήσουμε ότι έρχεται σε αντίθεση με τη νομολογία των εθνικών δικαστηρίων που δείχνει παγιωμένη. Δεν υφίσταται παράνομη είσοδος σε μια χώρα για κάποιον που ζητεί άσυλο γιατί η υλοποίηση του δεύτερου απαιτεί το πρώτο. Την είσοδο στη χώρα. Πράγματι, σύμφωνα με το άρθρο 18 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ε.Ε., το δικαίωμα ασύλου διασφαλίζεται τηρουμένων των κανόνων της Σύμβασης της Γενεύης της 28ης Ιουλίου 1951 και του Πρωτοκόλλου της 31ης Ιανουαρίου 1967 περί του καθεστώτος των προσφύγων και σύμφωνα με τη Συνθήκη για την Ε.Ε. και τη ΣΛΕΕ. Ο «αιτών διεθνή προστασία» ή «αιτών άσυλο» είναι ο αλλοδαπός ή ανιθαγενής, ο οποίος δηλώνει προφορικώς ή εγγράφως ενώπιον οποιασδήποτε ελληνικής αρχής, στα σημεία εισόδου, στην ελληνική επικράτεια ή εντός αυτής ότι ζητεί άσυλο ή επικουρική προστασία στη χώρα μας ή με οποιονδήποτε τρόπο ζητεί να μην απελαθεί σε κάποια χώρα εκ φόβου δίωξης λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητος, κοινωνικής τάξης ή πολιτικών πεποιθήσεων σύμφωνα με την ως άνω Σύμβαση της Γενεύης. « Παράνομη» είσοδος από τη στιγμή που δεν δύναται να θεωρηθεί ως τέτοια (σύμφωνα με τους ανωτέρω διεθνείς κανόνες) δεν μπορεί να οδηγεί και σε σύλληψη και κράτηση του αιτούντος άσυλο.
Μήπως είναι νόμιμη η πρώτη εξαγγελία, δηλαδή η αναστολή εξέτασης αιτήσεων χορήγησης ασύλου για διάστημα τριών μηνών; Στο παρελθόν το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) έκρινε παράνομη τη γενική αναστολή εξέτασης αιτήσεων ασύλου (υπόθεση Α.Ε.Α. κατά Ελλάδας (αριθ. 39034/12), δημοσιευθείσα στις 15 Μαρτίου 2018) .
Το ΕΔΔΑ αποφάνθηκε ότι η πρακτική της γενικής αναστολής, χωρίς εξατομικευμένη αξιολόγηση ή πρόσβαση σε έγγραφα και αποτελεσματική προσφυγή, συνιστά παραβίαση βασικών άρθρων της Ευρωπαϊκής Σύμβασης, όπως των άρθρων 3 και 13, που προστατεύουν από απάνθρωπη μεταχείριση και διασφαλίζουν το δικαίωμα σε ένδικα μέσα.
Θα παρατηρήσει κάποιος: ας λύσουμε προσωρινά το πρόβλημα και ας καταδικαστούμε από το Δικαστήριο. Ούτε η πρώτη φορά θα είναι ούτε η μοναδική χώρα θα είμαστε. Πέραν του γεγονότος ότι μια τέτοια θέση υπονομεύει την πάγια Ελληνική ρητορική για σεβασμό του Διεθνούς Δικαίου (Δίκαιο a la carte δεν υπάρχει) παραγνωρίζει το αλυσιτελές του μέτρου. Κάποιοι προσπαθούν μήνες και χρόνια για να φτάσουν στην Ευρώπη. Ειλικρινά πιστεύουν ότι η παραμονή τους για διάστημα τριών μηνών σε «Κέντρα Κράτησης» θα λειτουργήσει αποτρεπτικά; Τρεις μήνες (με έξοδα «παραμονής» που επιβαρύνουν τον ευρωπαίο πολίτη και ιδίως τον Έλληνα) για κάποιους που προσπαθούν χρόνια είναι σταγόνα στον ωκεανό. Κάτι αντίστοιχο, δηλαδή, με τα έκτακτα μέτρα της κυβέρνησης.