Τρίτη, 22 Ιουλίου, 2025
30.7 C
Ηρακλείου

Δες τον καιρό

«Μετά από τρεις ημέρες ακραίας ζέστης όλοι είμαστε ευάλωτοι»: Μετεωρολόγος εξηγεί

Πρέπει να διαβάσετε

Αντιμέτωπη με ακόμη ένα κύμα καύσωνα διαρκείας βρίσκεται η χώρα, με τις εξαιρετικά υψηλές θερμοκρασίες, που αναμένεται να φτάσουν μέχρι και τους 44 βαθμούς Κελσίου, να δοκιμάζουν τις αντοχές των πολιτών μέχρι και την προσεχή Κυριακή (28/7).

Όμως, όπως τονίζει στο CNN Greece ο καθηγητής Βιοκλίματος και Αστικής Κλιματολογίας στο γερμανικό Πανεπιστήμιο του Φράιμπουργκ, Ανδρέας Ματζαράκης «αυτό που κάποτε ορίζαμε ως καύσωνα, τώρα είναι η νέα κανονικότητα», ενώ ταυτόχρονα προειδοποιεί πως μετά τις τρεις ημέρες ακραίας ζέστης «όλοι ανήκουμε σε ομάδα κινδύνου».

Η ζέστη, όπως υπογραμμίζει ο καθηγητής, είναι το φαινόμενο το οποίο αναμένεται να μας απασχολήσει περισσότερο από τα υπόλοιπα ακραία φαινόμενα στο μέλλον.

Η μελέτη για τους καύσωνες στην Ελλάδα, σύμφωνα με τον κ. Ματζαράκη, ξεκινάει το 1987, τη χρονιά που καταγράφηκε ο μεγαλύτερος καύσωνας που βίωσε η χώρα από τη δεκαετία του ’80 και έπειτα, στοιχίζοντας τη ζωή σε 4.000 ανθρώπους.

Έκτοτε καταγράφονται, σχεδόν κάθε καλοκαίρι, κάποιοι καύσωνες ή μάλλον συνθήκες ακραίας ζέστης, οι οποίοι είναι επικίνδυνοι, «όχι» όπως διευκρινίζει «επειδή σπάνε ρεκόρ ή επειδή ξεπερνούν κάποια μετεωρολογικά όρια, αλλά επειδή έχουν επιπτώσεις στην ανθρώπινη υγεία».

kausonas, zesti
Κύμα καύσωνα σαρώνει τη χώρα, με επισκέπτες και πολίτες να αντιμετωπίζουν με καπέλα, άφθονο νερό και ομπρέλες τον καυτό ήλιο και τη ζέστη

Νίκος Ραζής / CNN Greece

Ανησυχία για τη διάρκεια της ακραίας ζέστης, όχι για τα ρεκόρ

Η ειδοποιός διαφορά σε σχέση με το παρελθόν, όπως τονίζει ο ίδιος είναι ότι «αυτό που κάποτε ορίζαμε ως καύσωνα τώρα είναι νορμάλ, είναι η νέα κανονικότητα».

Αναλύοντας με προσομοιώσεις ιστορικά τα τελευταία 50 χρόνια, οι ερευνητές, σύμφωνα με τον κ. Ματζαράκη παρατηρούν ότι υπάρχει μια αύξηση στην ένταση, αύξηση στον αριθμό, αλλά και η διάρκεια τους.

Ο παράγοντας όμως που εγείρει μεγαλύτερη ανησυχία στον επιστήμονα είναι η διάρκεια. «Συνήθως οι άνθρωποι έχουμε την δυνατότητα να προσαρμοστούμε στις περιβαλλοντικές συνθήκες. Η προσαρμογή είναι πιο εύκολη στο κρύο γιατί μπορούμε με την δραστηριότητα που αναπτύσσουμε και με τις κατάλληλες ενέργειες και ενδυμασία να προστατευτούμε» αναφέρει.

Η οριακή θερμοκρασία για τον ανθρώπινο οργανισμό στην Ελλάδα

Ωστόσο, «όταν βρισκόμαστε στο μαγικό αριθμό των 37 βαθμών Κελσίου, τόσο πιο δύσκολο είναι ο οργανισμός να προσαρμοστεί» υπογραμμίζει ο ίδιος. Γιατί ορίζει ως «μαγικό» την θερμοκρασία των 37 βαθμών;

Όπως αναλύει «όταν επικρατούν θερμοκρασίες κοντά στους 37 βαθμούς Κελσίου «η μηχανή» του οργανισμού δουλεύει στο φουλ και δεν μπορεί να διώξει τη θερμότητα που παράγεται». «Είναι επικίνδυνο να μην μπορούμε αυτή τη θερμότητα να την εξαλείψουμε, να φύγει από τον ανθρώπινο οργανισμό» εξηγεί.

Ωστόσο, όπως επισημαίνει, τα δεδομένα αλλάζουν αναλόγως το περιβάλλον και τις κλιματολογικές συνθήκες που επικρατούν στην εκάστοτε χώρα. Ο κ. Ματζαράκης φέρνει το παράδειγμα της Γερμανίας. Το καλοκαίρι του 2020 ο καθηγητής εξέδωσε στη γερμανική μετεωρολογική υπηρεσία προειδοποίηση για αφόρητη ζέστη, σε όλη την Γερμανία με 28 βαθμούς Κελσίου. Θερμοκρασίες που για τη συγκεκριμένη χώρα συνιστούν πρωτόγνωρο φαινόμενο. Το παράδειγμα αυτό, όπως λέει, εξηγεί ότι, οι 28 βαθμοί Κελσίου στη Γερμανία, μπορεί να αντιστοιχούν με τους 37 βαθμούς Κελσίου της Ελλάδας.

Germania kafsonas
Άνθρωποι δροσίζονται σε ένα σιντριβάνι στη Βόννη της Γερμανίας

AP Photo/Markus Schreiber

Κατά 30% μικρότερη η απόδοση των εργαζομένων που δουλεύουν στους 30 βαθμούς

Στην περίπτωση της θερμικής καταπόνησης, δε, οι παράγοντες που έχουν επίδραση στην κόπωση αλληλοδιαπλέκονται και δεν εξαντλούνται στη θερμοκρασία, καθώς όπως επισημαίνει ο καθηγητής «έχουμε το συνδυασμό θερμοκρασίας, υγρασίας, ανέμου και ακτινοβολίας, ενώ σημασία διαδραματίζουν επίσης τόσο η ενδυμασία, όσο και η δραστηριότητά μας».

«Κάθε αύξηση της θερμοκρασίας κατά ένα βαθμό πάνω από τους 20 βαθμούς Κελσίου, μειώνει την απόδοση των ανθρώπων κατά 2-3%» τονίζει χαρακτηριστικά για να συμπληρώσει πως «εάν ένας εργαζόμενος κληθεί να εργαστεί στους 30 βαθμούς Κελσίου επί ένα οκτάωρο, τότε η απόδοσή τους θα είναι κατά 30% μικρότερη».

«Γι΄αυτούς του λόγους εκδίδονται προειδοποιήσεις στους πολίτες να λάβουν συγκεκριμένα μέτρα προστασίας» εξηγεί και επισημαίνει πως τα μέτρα προστασίας αφορούν όλες τις κοινωνικές και ηλικιακές κατηγορίες, αλλά ιδιαίτερα οι ευπαθείς ομάδες, άτομα μεγάλης ηλικίας, παιδιά και έγκυες γυναίκες».

Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι, στην περίπτωση της Γερμανία που υπάρχουν τεράστιες εκτάσεις πρασίνου και σκιάς σε μεγάλα πάρκα, η έκκληση στους πολίτες να σπεύσουν στους χώρους αυτούς είναι αναποτελεσματική για τους ευάλωτους πολίτες που πρέπει να περιορίσουν τις δραστηριότητές τους και όχι να εκτεθούν στις συνθήκες ακραίας ζέστης, ακόμη και αν καταλήξουν σε ένα σκιερό μέρος.

Μετά από τρεις ημέρες ακραίας ζέστης ανήκουμε όλοι σε ομάδα κινδύνου

«Δεν μπορούμε να προτείνουμε σε ένα άτομο που ανήκει σε ομάδα κινδύνου να βγει έξω. Άλλωστε, μετά από τρεις ημέρες έκθεσης στη ζέστη, ανήκουμε όλοι σε ομάδα κινδύνου» ξεκαθαρίζει.

«Εμένα με φοβίζει η διάρκεια, όχι τα ρεκόρ θερμοκρασιών» συμπληρώνει για να φέρει ως παράδειγμα την Ινδία που βρέθηκε φέτος – μέχρι στιγμής – αντιμέτωπη με 40 συνεχιζόμενες ημέρες καύσωνα, αλλά και στα αλλεπάλληλα ρεκόρ που καταγράφηκαν το 2023 στην Ελλάδα, τα οποία αναφέρει αναλυτικά σε σχετική έρευνα που διενήργησε ο ίδιος.

kausonas, zesti
Κύμα καύσωνα σαρώνει τη χώρα, με επισκέπτες και πολίτες να αντιμετωπίζουν με καπέλα, άφθονο νερό και ομπρέλες τον καυτό ήλιο και τη ζέστη

Νίκος Ραζής / CNN Greece

Επιστρέφοντας στη σημασία της διάρκειας του φαινομένου, τονίζει πως «το ζήτημα δεν είναι μόνο η ζέστη κατά τη διάρκεια της ημέρας, αλλά κατά τη διάρκεια της νύχτας. Γι’ αυτό βλέπουμε πως μετά από τρεις ημέρες θερμικής καταπόνησης, να ανεβαίνει και η θνησιμότητα, διότι ο οργανισμός δεν προλαμβαίνει να ξεκουραστεί και να ανακάμψει».

Απεναντίας όπως υπογραμμίζει ο ίδιος «στην περίπτωση που έχει ακραία χαμηλές θερμοκρασίες βλέπουμε την αύξηση της θνησιμότητας μετά από 9-10 ημέρες.

Πώς σχετίζεται ο καύσωνας με τη θνησιμότητα;

Όπως εξηγούν οι επιστήμονες, ο υπολογισμός της αύξησης της θνησιμότητας λόγω ακραίας ζέστης δεν δύναται να γίνει με άμεσο τρόπο, καθώς η ζέστη επιβαρύνει εμμέσως τον οργανισμό και δη, έναν ήδη ευάλωτο οργανισμό.

Ο κ. Ματζαράκης σημειώνει ένας τρόπος υπολογισμού της συσχέτισης της αύξησης της θνησιμότητας και των επεισοδίων καύσωνα είναι «να φιλτράρουμε τον αριθμό των θανάτων που καταγράφονται με βάση τις εποχές». Ενώ δηλαδή υπό κανονικές συνθήκες ο ρυθμός θνησιμότητας υπολογίζεται πως είναι συγκεκριμένος, το καλοκαίρι κατά τις ιδιαίτερα θερμές περιόδους παρατηρούνται πως καταγράφονται περισσότεροι θάνατοι. Η θνησιμότητα δηλαδή μετράται με βάση την απόκλιση, τους παραπάνω θανάτους που καταγράφονται σε συνθήκες καύσωνα, ενώ υπό χαμηλότερες θερμοκρασίες δεν θα σημειωνόταν».

kafsonassyntagma2.jpg
CNN Greece/ Νίκος Ραζής

Παράλληλα, όμως εργαλείο για τον υπολογισμού της θνησιμότητας αποτελούν και προγενέστερες μελέτες και στατιστικά δεδομένα, με βάση τα οποία γίνονται εκτιμήσεις για το μέλλον. Πρόσφατες τέτοιες μελέτες, σύμφωνα με τον καθηγητή εκτιμούν πως η θνησιμότητα λόγω της ακραίας ζέστης στο μέλλον αναμένεται να πολλαπλασιαστεί.

Ενώ το μέλλον, λοιπόν, προδιαγράφεται δυσοίωνο σχετικά με τη μέση αύξηση της θερμοκρασίας, ο κ. Ματζαράκης εκτιμά πως οι άνθρωποι μπορούν να προσαρμοστούν μερικώς στην ένταση του καύσωνα ως ένα βαθμό. Ωστόσο, σημαντικό ρόλο στην προσαρμογή αυτή διαδραματίζει η αλλαγής της συμπεριφοράς των πολιτών «από την ένταση στον κλιματισμό, μέχρι την ώρα της ημέρας που θα επιλέξουμε να πάμε για μπάνιο στη θάλασσα».

Όπως τονίζει ο ίδιος, όμως, σε άρθρο του «στόχος δεν θα πρέπει να είναι μόνο η μείωση της θνησιμότητας που σχετίζεται με τη ζέστη, αλλά και η διασφάλιση μιας καλής ποιότητας ζωής μακροπρόθεσμα». Για το λόγο αυτό «δεν μπορούμε να βασιζόμαστε αποκλειστικά σε βραχυπρόθεσμα μέτρα, είναι εξίσου σημαντικό να αντιμετωπίσουμε τις βαθύτερες αιτίες της κλιματικής αλλαγής – η προστασία του κλίματος και η προσαρμογή είναι άρρηκτα συνδεδεμένες».

kafsonas18.jpg
CNN Greece/ Νίκος Ραζής

Μπορεί ο καύσωνας του ’87 να επαναληφθεί;

Απαντώντας στο ερώτημα εάν θα μπορούσαμε στο μέλλον να ζήσουμε ξανά τον καύσωνα του 1987, δεν αποκλείει αυτό το ενδεχόμενο. «Εάν υπολογίσετε ότι οι μέσες τιμές της θερμοκρασίας αναμένεται να ανέβουν έως και τρεις βαθμούς, μέχρι το 2050 – 2060, τότε θα έχουμε και αύξηση της ακραίας ζέστης».

«Άρα οι 44 βαθμοί Κελσίου που θεωρούνταν παλαιότερα καύσωνας στο θεσσαλικό κάμπο, σε μερικά χρόνια θα γίνουν 47-48 βαθμοί και η εξέλιξη αυτή είναι αναμενόμενη» όπως εκτιμά.

Το καμπανάκι του 2003 και τα μέτρα αντιμετώπισης της ακραίας ζέστης

Για την αντιμετώπιση της θνησιμότητας, μετά τον μεγάλο καύσωνα του 2003 στη δυτική Ευρώπη, τόσο ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, όσο και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Μετεωρολογίας αποφάσισαν να δημιουργήσουν σχέδια δράσης για την αντιμετώπιση της αφόρητης ζέστης για να προστατεύσουν την ανθρώπινη υγεία.

Η πρώτη δράση, όπως σημειώνει ο επιστήμονας, πρέπει πάντα να είναι η προειδοποίηση από τους επίσημους φορείς, ενώ ακολουθούν τα συστήματα υγείας, η συγκρότηση σχεδίου για την αντιμετώπιση ενός φαινομένου και τέλος η δημιουργία ασφαλών χώρων προστασίας ευάλωτων ομάδων του πληθυσμού. Σε κάθε περίπτωση και καθώς το περιβάλλον συνεχώς, εφιστά την προσοχή στην αναγκαιότητα της συνεχούς προσαρμογής στα νέα δεδομένα και της αξιολόγησης των δράσεων που λαμβάνονται.

Το σχέδιο της Βιέννης για την αφόρητη ζέστη

Υποδειγματικό παράδειγμα για τον τρόπο σχεδιασμού της διαχείρισης των επεισοδίων καύσωμα, αποτελεί, σύμφωνα με τον κ. Ματζαράκη η πόλης της Βίεννης. Η ευρωπαϊκή αυτή πόλη, όπως εξηγεί, κατάφερε να συγκροτήσει ένα σχέδιο αντιμετώπισης της αφόρητης ζέστης μέσε σε… τρεις μήνες, το οποίο όμως αποτελεί «living doc» ένα, δηλαδή, «ζωντανό» εγχειρίδιο το οποίο κάθε χρόνο επανασχεδιάζεται, με τις Αρχές να μαθαίνουν από τα λάθη τους και να αλλάζουν το σχεδιασμό με βάση τις ανάγκες που προκύπτουν.

Η προσαρμογή, όμως, σύμφωνα με τον ίδιο δεν αποτελεί μία υπόθεση που θα εφαρμοστή από «τα πάνω προς τα κάτω», δηλαδή μόνο από τις κυβερνήσεις και τα κράτη προς την κοινωνία, αλλά και από «τα κάτω προς τα πάνω», με την κοινωνία να γίνεται συμμέτοχος και μέρος της διαδικασίας προσαρμογής.

Πηγήcnn.gr

Σχετικά άρθρα

Άλλα Πρόσφατα