«Αν κάποτε οι μέλισσες εκλείψουν, το ανθρώπινο είδος δεν θα αργήσει να τις ακολουθήσει» είχε πει κάποτε ένας πανέξυπνος άνδρας που άκουγε στο όνομα Άλμπερτ Αϊνστάιν. Η αλήθεια που κρύβει η πρότασή του πλησιάζει όλο και πιο απειλητικά να γίνει πραγματικότητα.
Χιλιάδες δασικές εκτάσεις καταστρέφονται κάθε χρόνο από τις αμέτρητες πυρκαγιές που προέρχονται από ανθρώπινη αμέλεια ή σκοπιμότητα, οι επιπτώσεις των οποίων είναι ιδιαιτέρως καταστροφικές για τα μελισσοσμήνη. Το ίδιο επιβλαβείς είναι και οι συνέπειες της γενικότερης περιβαλλοντικής καταστροφής, με τις δασικές πυρκαγιές να αποτελούν μόνο ένα μέρος αυτής και τις υψηλές θερμοκρασίες και τις χαμηλές βροχοπτώσεις να εντείνουν τον αρνητικό αντίκτυπο στις μέλισσες και τους μελισσουργούς.
Οι εκρήξεις είναι αλυσιδωτές. Η μείωση των ανθοφόρων δασών οδηγούν σε μειωμένους πληθυσμούς μελισσών, οι οποίοι με τη σειρά τους οδηγούν σε μειωμένη παραγωγή και μαζικές αποχωρήσεις από το επάγγελμα της μελισσοκομίας. Για κάποιους βέβαια το τελευταίο δεν αποτελεί τόσο αρνητικό γεγονός.
Συγκεκριμένα, η έκθεση State of the World’s Plants and Fungi του Royal Botanic Gardens (RBG) στο Kew αναφέρει: «Οι εκστρατείες που ενθαρρύνουν τους ανθρώπους να σώσουν τις μέλισσες οδήγησαν σε μη βιώσιμη εξάπλωση της αστικής μελισσοκομίας. Η προσέγγιση αυτή σώζει μόνο ένα είδος μέλισσας, χωρίς να λαμβάνει υπόψη της τον τρόπο με τον οποίο οι μέλισσες αλληλεπιδρούν με άλλα, ενδημικά είδη. Σε ορισμένα μέρη, όπως το Λονδίνο, τόσοι πολλοί άνθρωποι έχουν εγκαταστήσει αστικές κυψέλες που οι πληθυσμοί των μελισσών απειλούν άλλα είδη μελισσών».
Με αφορμή τα παραπάνω, πολλοί έχουν αρχίσει να βλέπουν την μελισσοκομία ως κάτι όχι απαραίτητα βοηθητικό και ευνοϊκό για τους πληθυσμούς των μελισσών και κυρίως των άγριων κοπαδιών. Αυτές οι ανησυχίες που εγείρονται μπορεί ωστόσο, χωρίς την κατάλληλη επεξήγηση να προκαλέσουν εύκολα μεγάλη δυσκολία στο να αντιληφθούμε τα οφέλη της μελισσοκομίας στο περιβάλλον και στα μελισσοσμήνη. Ας αρχίσουμε όμως από τα βασικά.
Ο τεράστιος ρόλος ενός μικροσκοπικού ζώου
Η μέλισσα είναι μάλλον η απόδειξη ότι τα πάντα γύρω μας συνδέονται και ότι ακόμα και οι πιο μικροσκοπικοί οργανισμοί παίζουν βασικό ρόλο στο οικοσύστημα που ζούμε.
Αυτό το πλάσμα θεωρείται από τους ειδικούς ένα από τα σπουδαιότερα έντομα για τον άνθρωπο αλλά και για την φύση, με δεκάδες φρούτα και λαχανικά να εξαρτώνται από τις μέλισσες για την επικονίασή τους, δηλαδή τη γονιμοποίηση του άνθους για να παραχθεί ο καρπός τους, σύμφωνα με την κα. Έλενα Δανάλη, υπεύθυνη της εκστρατείας για Βιώσιμη Γεωργία, από το μη κερδοσκοπικό οργανισμό, Greenpeace. «Οι μέλισσες είναι απαραίτητες για την παραγωγή της τροφής μας, μαζί με άλλα έντομα, όμως οι πληθυσμοί των μελισσών που παράγουν μέλι μειώνονται με ασυνήθιστα γρήγορους ρυθμούς. Αν εξαφανιστούν οι μέλισσες, πολλές και σημαντικές καλλιέργειες θα εξαφανιστούν μαζί τους», μας επισημαίνει η ίδια.
Τα στοιχεία της Grenpeace δείχνουν ότι πάνω από το 35% της παγκόσμιας παραγωγής τροφής εξαρτάται από τα έντομα-επικονιαστές. Εάν οι μέλισσες αφανιστούν, οι 71 από τις 100 πιο σημαντικές φυτικές καλλιέργειες παγκοσμίως που επικονιάζονται από τις μέλισσες, θα αρχίσουν να εξαφανίζονται και αυτές. Για παράδειγμα, καρποί όπως τα μήλα, οι φράουλες και τα αμύγδαλα θα εμφανίσουν απότομη πτώση και χωρίς τις καλλιέργειες αυτές, εκατομμύρια άνθρωποι και ζώα θα υπέφεραν από στέρηση τροφής, αφού το 1/3 των καλλιεργειών βασίζεται στην επικονίαση. Χαρακτηριστικά, στην Ευρώπη μόνο, πάνω από 4.000 είδη λαχανικών μεγαλώνουν χάρη στην ακούραστη δουλειά των μελισσών. «Η μέλλισα», άλλωστε, «είναι ο ρυθμιστής του περιβάλλοντός μας», αναφέρει ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας Μελισσοκομικών Συλλόγων Ελλάδος (ΟΜΣΕ), κ. Αναστάσιος Ποντίκης.
Οι προστάτες των μελισσών
Κάπου στο βόρειο Ιράκ υπάρχει μια οργάνωση που ονομάζεται Zahko Small Villages Project και η οποία επιτρέπει σε εκατοντάδες άπορες Κούρδες να διδάσκονται μελισσοκομία και να εξασκούν μόνες τους αυτό το επάγγελμα παραγωγής μελιού. Το πρόγραμμα στοχεύει ουσιαστικά στο να βοηθάει τους ανθρώπους να ξαναχτίσουν τη ζωή τους, η οποία έχει διαλυθεί από τον πόλεμο και τη βία, διαχειριζόμενοι τους φυσικούς πόρους της γης τους με βιώσιμο τρόπο. Η παραπάνω πρωτοβουλία, αποτελεί ένα τρανταχτό παράδειγμα του πως η φύση μπορεί βοηθήσει την ζωή μας και το αντίθετο, όταν της φερόμαστε με σεβασμό.
Επειδή αυτό όμως αποτελεί – χιλιομετρικά – ένα μακρινό παράδειγμα για εμάς, ήρθαμε σε επαφή με τον κ. Θανάση, μελισσοκόμο κοντά στην περιοχή της Τρίπολης, ο οποίος διατηρεί μελίσσια από το 1990. Ο ίδιος μας εξηγεί την δυσκολία του επαγγέλματός του, περικλείοντας ωστόσο, όλη του την αγάπη για την φύση στη φράση: «Υπάρχουν ιδιαίτερα μεγάλοι δεσμοί του ανθρώπου με αυτό το τόσο μικρό ζώο».
«Ως μικροί παραγωγοί ερχόμαστε αντιμέτωποι με πολλές δυσκολίες, που όμως προσπαθούμε να καταπολεμήσουμε. Άλλωστε εξαρτιόμαστε και εμείς οι ίδιοι από την μέλισσα και την μακροβιότητά της», συμπληρώνει ο ίδιος. Μας εξηγεί ότι πολλοί όπως αυτός καλούνται συχνά να καταπολεμήσουν ασθένειες των σμηνών που έρχονται από το εξωτερικό -μετά από εισαγωγή μελισσών-, με την πιο γνωστή να είναι η Βαρόα, ένα εκτοπαρασιτικό άκαρι που μεταπήδησε από την ασιατική μέλισσα στη δυτική και εξαφανίζει, από το 1980 που έφτασε στην Ελλάδα, πολλά άγρια μελισσοσμήνη.
«Εάν δεν υπήρχαν οι μελισσοκόμοι, οι μέλισσες, αυτά τα ευαίσθητα πλάσματα, δεν θα μπορούσαν να επιβιώσουν στις σημερινές εχθρικές περιβαλλοντικές συνθήκες», εξηγεί ο πρόεδρος της ΟΜΣΕ, κ. Αναστάσιος Ποντίκης. «Η μέλισσα ήρθε εδώ πριν από εμάς, δημιούργησε τις συνθήκες για να επιβιώσουμε και αν εκλείψει, δεν θα υπάρχουν πια άνθρωποι», συνεχίζει. Μας εξηγεί ότι είναι χρέος τους να διασφαλίζουν την επιβίωση των μελισσοσμηνών, γεγονός που ανάγει το επάγγελμά του μελισσοκόμου σε λειτούργημα.
Η αλήθεια είναι ότι η μελισσοκομία είναι μια πρακτική αλληλένδετη με την φύση και εντοπίζεται στην γη και στην Ελλάδα κατ’ επέκταση, εδώ και πολλούς αιώνες. Οι μελισσοκόμοι πλέον, πέρα από την συσσωρευμένη εμπειρική γνώση που έχουν αποκτήσει, διδάσκονται συνεχώς νέους χειρισμούς τους οποίους εφαρμόζουν στο πεδίο, ακολουθούν σεμινάρια και επιστημονικές καθοδηγήσεις, όλα με στόχο την εξέλιξη του λειτουργήματός τους. Οι ίδιοι αφιερώνουν πολλά χρήματα και χρόνο σε αυτό, καθώς «η μελισσοκομία είναι αγάπη, είναι μια σχέση ζωής», υποστηρίζει ο κ. Ποντίκης.
Ο χαμός των μελισσών και οι δασικές πυρκαγιές
Οι παράγοντες που εμποδίζουν αυτή την σχέση ζωής, δυστυχώς γιγαντώνονται. Η αλλαγή των καιρικών συνθηκών και η κλιματική κρίση καταστρέφουν τις ανθοφορίες με αποτέλεσμα τα μελισσοσμήνη να αδυνατούν να τραφούν και να επικονιάσουν. Αντίστοιχα οι πολύ ηψηλές θερμοκρασίες αναγκάζουν τα έντομα να παραμένουν μέσα στις κυψέλες τους, μας εξηγεί ο κ. Θανάσης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο περασμένος Μάιος, που λόγω των παρατεταμένων βροχοπτώσεων ανάγκασε τους μελισσό-συλλέκτες να μείνουν μέσα στις κυψέλες, με αποτέλεσμα να μειωθεί σημαντικά η συλλογή μελιού και να φτάσουμε σε πρωτοφανή χαμηλά ποσοστά παραγωγής του προϊόντος.
Τα στοιχεία δείχνουν ότι εντείνεται το φαινόμενο των αποχωρήσεων πολλών μελισσοκόμων, οι οποίοι αντιμετωπίζουν την καταστροφή των σμηνών τους, ένα απαγορευτικό κόστος παραγωγής – με τα κόστη των μελισσοτροφών να εκτοξεύονται στα ύψη – και τιμές πώλησης του μελιού που πολλές φορές δεν ξεπερνάνε καν το κόστος παραγωγής. «Δεν θα επιβιώσουμε έτσι» μας τονίζει ο πρόεδρος, κ. Ποντίκης Αναστάσιος.
Η μέλισσα που είναι τόσο άρρηκτα συνδεδεμένη με το περιβάλλον, κινδυνεύει όλο και περισσότερο από διάφορους παράγοντες που εντείνονται φυσικά από τις δασικές πυρκαγιές. Τα στοιχεία της ΟΜΣΕ συγκεκριμένα, δείχνουν ότι κάθε χρόνο – και ειδικά στις πυρκαγιές της Εύβοιας – χάνονται τεράστιες εκτάσεις με μελισσοβοσκές. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν τα πευκοδάση, από τα οποία βγαίνει το μέλι Πεύκου, υπεύθυνο για το 60- 70 τοις εκατό της ετήσιας παραγωγής μελιού στην Ελλάδα. Πλέον τα μόνα πευκοδάση που έχουν μείνει, σύμφωνα με την ομοσπονδία, είναι βρίσκονται στη Θάσο και την Χαλκιδική.
«Αντιλαμβανόμαστε την ανησυχία του κόσμου για το θέμα της αντιμετώπισης του χειρισμού των μελισσιών, αλλά πρέπει όλοι να ξεκινήσουν να βλέπουν την πρακτική μας και το μέγεθος της προσφοράς μας, με μεγαλύτερη ευαισθησία» τονίζει ο κ. Ποντίκης.
Καταλήγει στο ότι η προστασία αυτού του τόσο σημαντικού εντόμου, πρέπει να γίνει καθήκον όλων μας, να υπάρξει διαφορετική προσέγγιση και άμεση κρατική ενίσχυση. Ο ίδιος είχε την ευκαιρία να μιλήσει με την νέα ηγεσία του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και να εκφράσει σε μια εποικοδομητική συζήτηση όλους τους προβληματισμούς του. Ωστόσο, μετά την πυρκαγιά στην Αλεξανδρούπολη τα πράγματα έγιναν πρακτικά χειρότερα.