«Eίναι στις προθέσεις μας οι μειώσεις των ασφαλιστικών εισφορών», δήλωσε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης στη χθεσινή του συνέντευξη, τονίζοντας ότι το κόστος θα καλυφθεί από μόνιμες και όχι προσωρινές πηγές χρηματοδότησης.
Πάντως το προεκλογικό πρόγραμμα της ΝΔ θα περιλαμβάνει εξαγγελίες για περαιτέρω μειώσεις εισφορών οι οποίες θα εφαρμοστούν αν ανανεωθεί η θητεία της παρούσας κυβέρνησης σε βάθος 4ετίας ανάλογα με τις αντοχές του προϋπολογισμού και τη γενικότερη οικονομική κατάσταση.
Σύμφωνα με πληροφορίες πρόθεση της κυβέρνησης είναι οι εισφορές να μειωθούν περαιτέρω κατά 2-3 ποσοστιαίες μονάδες.
Οσο για τη μείωση των εισφορών κατά 0,60 ποσοστιαίες μονάδες, ποσοστό που έχει απομείνει από τον προεκλογική δέσμευση της ΝΔ για σωρευτική μείωση 5 π.μ., πηγές του οικονομικού επιτελείου δε δεσμεύονται για το χρόνο εφαρμογής αλλά και δεν αποκλείουν το μέτρο να εφαρμοστεί έως το τέλος του α’ εξαμήνου.
Το ετήσιο κόστος της μόνιμης μείωσης των εισφορών ανέρχεται σε 900 εκατ ευρώ για τον ΕΦΚΑ, το οποίο καλύπτεται από τον προϋπολογισμό ενώ η περαιτέρω μείωση κατά 0.60 πμ θα κοστίσει επιπλέον 150-200 εκ ευρώ.
Υπενθυμίζουμε ότι έως τώρα οι εισφορές μειώθηκαν κατά 0,9 ποσοστιαίες μονάδες τον Ιούνιο του 2020 (0,42 π.μ. για τον εργαζόμενο και 0,48 π.μ. για τον εργοδότη) και κατά 3,0 π.μ. τον Ιανουάριο του 2021 (1,21 π.μ. για τον εργαζόμενο και 1,79 π.μ. για το εργοδότη. Επίσης από την 1/6/2022 μειώθηκε το ύψος των εισφορών επικουρικής ασφάλισης από 6,5% σε 6%, ισόποσα για εργοδότες και μισθωτούς.
Σύμφωνα με το υπουργείο εργασίας ως αποτέλεσμα αυτών των μειώσεων της λεγόμενης «φορολογικής σφήνας» (tax wedge), αυξάνεται το διαθέσιμο εισόδημα των εργαζομένων και, ταυτόχρονα, επέρχεται ελάφρυνση στο μη μισθολογικό κόστος των επιχειρήσεων. Αυτά με τη σειρά τους, οδηγούν σε αύξηση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων και ενίσχυση της απασχόλησης.
Δηλαδή, το ποσοστό των ασφαλιστικών εισφορών που ήταν 40,56% τον Ιούλιο του 2019, μειώθηκε αρχικά στο 39,66% και με την νέα μείωση των ασφαλιστικών εισφορών από 01.01.2021 κατέβηκε στο 36,66%. Έτσι, αυξήθηκε κατά το αντίστοιχο ποσοστό η επιχειρηματική ρευστότητα, αλλά και το καθαρό εισόδημα των εργαζομένων.
Οι εργοδοτικοί φορείς επαναφέρουν με αφορμή την έναρξη της διαδικασίας για τον καθορισμό του νέου κατώτατου μισθού το πάγιο αίτημά τους για περαιτέρω μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, τονίζοντας ότι παρά τις μειώσεις, το κόστος για τις επιχειρήσεις είναι υψηλό.
Με το σημερινό κατώτατο μισθό ύψους 713 ευρώ ένας άγαμος που δεν δικαιούται προσαύξηση λόγω τριετιών κοστίζει στην επιχείρηση 1.019 ευρώ, από 947,8 που κόστιζε πριν από την τελευταία αύξηση. Σύμφωνα με τον πίνακα που έχει επεξεργαστεί η ΕΣΕΕ, ο μεικτός μισθός για τον αμειβόμενο με τα κατώτατα όρια θα ανέλθει σε 831,8 ευρώ, ο καθαρός σε 714,3 (συνυπολογίζονται και τα δώρα), ενώ το κέρδος του θα είναι 50 ευρώ μηνιαίως.