Ενώ οι λεπτομερείς αναλύσεις των οικονομικών τακτικών του Μεγάλου Αλεξάνδρου είναι λιγότερο καταγεγραμμένες σε σύγκριση με τις στρατιωτικές επιδιώξεις του, πολλές θεμελιώδεις αρχές αναδεικνύουν τη στάση του προς την χρηματοοικονομική υποστήριξη της επέκτασης της επικράτειάς του και την εξασφάλιση της μακροχρόνιας προοπτικής της. Οι οικονομικές πολιτικές και οι τακτικές που εφαρμόστηκαν συχνά στόχευαν στην αύξηση των εσόδων μέσω της φορολογίας, της ενίσχυσης του εμπορίου και της εκμετάλλευσης των φυσικών πόρων, καθώς και στην προώθηση μιας σταθερής οικονομικής βάσης που θα υποστήριζε τις μακροπρόθεσμες στρατηγικές επιδιώξεις.
Από πολύ νωρίς, ο Μέγας Αλέξανδρος αντιλήφθηκε ότι ο πλούτος μπορεί να προκύψει όχι μόνο μέσω της γεωργίας και της εξόρυξης αλλά και μέσω της μαζικής παραγωγής. Αντί να μεταφέρει τον χρυσό από τις κατακτήσεις του, πίσω στην Ελλάδα και να τον αποθηκεύσει σε υπόγεια, επέλεξε να τον χρησιμοποιήσει για τη χρηματοδότηση της κατασκευής περίπου 70 πόλεων, καθώς και για την παραγωγή όπλων και άλλων αναγκαίων εφοδίων δίδοντας εργασία στους ανθρώπους. Με το χρυσό και το ασήμι, «έκοβε» νομισμάτα, ενεργώντας σαν πρόδρομος των σύγχρονων οικονομικών πρακτικών, ενθαρρύνοντας την ανάπτυξη και προσφέροντας μια ουσιαστική ώθηση στην ευημερία τους. Χρειάστηκαν 2.00 έτη μετά για να καταγράψει αυτήν την πρακτική ο Άνταμ Σμιθ, στο έργο του ο «Πλούτος των Εθνών» το 1776, ο οποίος δίδαξε ότι το αίτιο αύξησης του εθνικού πλούτου είναι η εργασία και όχι η ποσότητα του χρυσού και του αργύρου.
Ο Μέγας Αλέξανδρος, με προνοητική διορατικότητα, αναγνώρισε την ανάγκη για μια ενιαία και σταθερή οικονομία εντός της εκτεταμένης αυτοκρατορίας που διαμόρφωσε. Προκειμένου να ενισχύσει την οικονομική ομοιογένεια και την εμπορική ομαλότητα, εισήγαγε την ασημένια δραχμή ως το κοινό νόμισμα, ενισχύοντας έτσι την οικονομική ολοκλήρωση των διάφορων κατακτηθείσων περιοχών. Η εναρμόνιση του νομίσματος υπό τη διακυβέρνησή του όχι μόνο διευκόλυνε το εμπόριο και την οικονομική διαχείριση σε ολόκληρη την αυτοκρατορία αλλά και συνέβαλε στην προώθηση της οικονομικής σταθερότητας.
Η εισαγωγή ενός ενιαίου νομίσματος αποτέλεσε μια καινοτόμο προσέγγιση για τη δημιουργία ενός κεντρικού οικονομικού πλαισίου, απλοποιώντας τις διαδικασίες συναλλαγών, μειώνοντας την πολυπλοκότητα του εμπορίου που επικρατούσε λόγω της χρήσης διαφορετικών τοπικών νομισμάτων και ενισχύοντας την οικονομική διαφάνεια. Η ασημένια δραχμή, ως πρότυπο νόμισμα, συνέβαλε καθοριστικά στην αποτελεσματική επικοινωνία και διαχείριση της μεγάλης οικονομίας της αυτοκρατορίας, εξασφαλίζοντας ένα σταθερό και αξιόπιστο μέσο ανταλλαγής.
Η πρωτοβουλία αυτή ενίσχυσε το διεθνές εμπόριο, καθώς το νόμισμα έγινε γνωστό και εκτιμήθηκε σε όλες τις γνωστές αγορές. Πέραν της πρακτικής σημασίας, η εισαγωγή ενός κοινού νομίσματος από τον Αλέξανδρο λειτούργησε και ως ισχυρό εργαλείο πολιτικής ολοκλήρωσης, εκφράζοντας την ενότητα και την κοινή ταυτότητα της αυτοκρατορίας. Η ασημένια δραχμή, με την τυποποιημένη αξία και ποιότητά της, κατέστησε σύμβολο της κυριαρχίας του Αλεξάνδρου, συμβάλλοντας στην εδραίωση μιας πολιτιστικής και οικονομικής συνοχής που επηρέασε την ελληνιστική περίοδο μακράν πέρα από την εποχή του.
Μέσω της ίδρυσης νέων πόλεων, όπως η Αλεξάνδρεια στην Αίγυπτο, και την επαναλειτουργία της Περσικής Βασιλικής Οδού, ο Μέγας Αλέξανδρος κατάφερε να ενισχύσει δραστικά τα εμπορικά δίκτυα στο εσωτερικό της αυτοκρατορίας του. Αυτές οι πρωτοβουλίες μετέτρεψαν τις εν λόγω πόλεις σε σημαντικούς οικονομικούς και πολιτισμικούς κόμβους, ενισχύοντας το εμπόριο και την πολιτιστική ανταλλαγή, με αποτέλεσμα οφέλη για την οικονομική δυναμική της αυτοκρατορίας. Επιπροσθέτως, οι στρατιωτικές επιτυχίες του Αλεξάνδρου παρείχαν ασφάλεια στους εμπορικούς δρόμους, εγγυώμενες ασφαλή μεταφορά αγαθών σε όλο το εύρος της αυτοκρατορίας και ενθαρρύνοντας έτσι την οικονομική ανάπτυξη.
Η επέκταση του εμπορίου κατέστη επίσης δυνατή με τη δημιουργία νέων εμπορικών δρόμων, όπως ο πρώτος Δρόμος του Μεταξιού, που αναπτύχθηκε από τον Πατροκλή. Η ανάπτυξη αυτού του δρόμου μεταξύ Δύσης και Ανατολής μέσω της Κασπίας θάλασσας και του Ώξου ποταμού, ανοίγοντας δρόμους προς την καρδιά της Ασίας, σηματοδότησε την αρχή της διεθνούς εμπορικής ανταλλαγής, περνώντας τον έλεγχο του εμπορίου από λίγα χέρια σε μια πιο εκτεταμένη και διαφοροποιημένη ομάδα εμπόρων.
Ο Αλέξανδρος χρησιμοποίησε την οικονομική διπλωματία ως βασικό εργαλείο για την επίτευξη των στόχων του, παρέχοντας εμπορικά προνόμια, μειώνοντας φόρους και προσφέροντας επιχορηγήσεις γης σε πόλεις ή περιοχές που ενδεχομένως θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ως στρατηγικοί σύμμαχοι.
Η στρατηγική χρήση των πόρων ήταν επίσης κεντρικό στοιχείο των εκστρατειών του Αλεξάνδρου, όπου η ικανότητά του να διατηρεί τις γραμμές ανεφοδιασμού σε λειτουργία σε μεγάλες αποστάσεις διασφάλισε την επιτυχία και τη διατήρηση της επέκτασης της αυτοκρατορίας του, καταδεικνύοντας μια πρωτοφανή διορατικότητα στην αξιοποίηση των διαθέσιμων πόρων για την επίτευξη των στρατιωτικών και οικονομικών του στόχων.
Έπειτα από τον θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου το 323 π.Χ., η εκτεταμένη αυτοκρατορία του διαμοιράστηκε μεταξύ των στρατηγών του, οδηγώντας στη δημιουργία πολλών ελληνιστικών βασιλείων. Αυτά περιλάμβαναν το Πτολεμαϊκό Βασίλειο στην Αίγυπτο, την Σελευκίδικη Αυτοκρατορία στην Εγγύς Ανατολή, κλπ. Καθένα από αυτά τα βασίλεια ανέπτυξε τα δικά του συστήματα διοίκησης, πολιτισμού και οικονομικής οργάνωσης. Ωστόσο, όλα διατήρησαν μια ενιαία ελληνιστική πολιτιστική ταυτότητα και πολλές κοινές οικονομικές πρακτικές, συμπεριλαμβανομένης της νομισματικής πολιτικής.
Η επιρροή των νομισμάτων του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ειδικότερα με το πορτρέτο του να απεικονίζεται στα νομίσματα, διατήρησε τη δύναμή του για αιώνες μετά το θάνατό του. Μέχρι και το 5ο αιώνα μ.Χ., πολύ μετά το τέλος της ελληνιστικής εποχής και εντός της περιόδου της Ρωμαϊκής και βυζαντινής Αυτοκρατορίας, οι εικόνες και οι συμβολισμοί του Μεγάλου Αλεξάνδρου εξακολούθησαν να αποτελούν αντικείμενο σεβασμού και να χρησιμοποιούνται σε διάφορες περιοχές της πρώην ελληνιστικής αυτοκρατορίας, καταδεικνύοντας τη διαχρονική αξία της κληρονομιάς του.
Στα ελληνιστικά ινδικά βασίλεια, η χρήση νομισμάτων με το πορτρέτο του Αλεξάνδρου συνεχίστηκε μέχρι και το 440 μ.Χ., υποδηλώνοντας μια συνεχή σύνδεση με την κληρονομιά του. Αυτό αποτελεί ένδειξη της εκτεταμένης επιρροής του Μεγάλου Αλεξάνδρου, που ξεπέρασε τα γεωγραφικά και χρονικά όρια. Σήμερα στο μουσείο του Σιάν στην σύγχρονη Κίνα, εκτίθενται χρυσά νομίσματα με το κεφάλι του Μεγάλου Αλέξανδρου που εκδόθηκαν το 440 μ.χ. (περίπου 700 χρόνια μετά το θάνατό του).
Το γεγονός ότι οι εικόνες του Αλεξάνδρου στα νομίσματα συνεχίστηκαν 700 χρόνια μετά τον θάνατο του, υπογραμμίζει τη συμβολική δύναμη, την καλλιτεχνική παράδοση, την πολιτιστική συνέχεια, την οικονομική σταθερότητα, και τη βαθιά και διαρκή επίδραση του Μεγάλου Αλεξάνδρου στους πολιτισμούς που τον ακολούθησαν, γεφυρώνοντας τους κόσμους της αρχαίας Ελλάδας, των ελληνιστικών βασιλείων και της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.