Σύμφωνα με το Πρώτο Θέμα, η ιστορία της μαφιόζικης ομάδας απατεώνων που εξάρθρωσε η Δίωξη Εκβιαστών μετά από απόρρητη έρευνα δύο ετών δεν έχει προηγούμενο στα ελληνικά αστυνομικά χρονικά. Ουσιαστικά, όπως προκύπτει από τη δικογραφία, πρόκειται για τρεις διαφορετικές οργανώσεις που συνεργάζονταν αρμονικά και για τουλάχιστον πέντε χρόνια είχαν απλώσει τα πλοκάμια τους σε όλη την Ελλάδα.
Μεγάλο αφεντικό ολόκληρης της ετερόκλητης παρέας των 64 μελών, ένας 50χρονος επαγγελματίας απατεώνας με το ψευδώνυμο «Μανιάτης», ένας άνθρωπος που δεν έχει δουλέψει λεπτό στη ζωή του και ζούσε πλουσιοπάροχα ως ευυπόληπτος επιχειρηματίας. Μέχρι και εφοπλιστή μεγάλης οικονομικής επιφάνειας εξαπάτησε και με το πρόσχημα της πραγματοποίησης έργων σε μητρόπολη του απέσπασε 800.000 ευρώ!
Δίπλα του ένας πασίγνωστος αθλητής του κατς, ένας παπάς που πιάστηκε να πουλάει ψεύτικα διαμάντια σε κοσμηματοπωλεία, γνωστός αρχινονός του Πειραιά, παλιός πυροσβέστης που διηύθυνε ομάδα μπράβων και πέθανε από κορωνοϊό, απότακτος αξιωματικός της ΕΛ.ΑΣ., τρία αδέλφια αστυνομικοί που έψαχναν στο online σύστημα του Σώματος και πολλοί ακόμα ένστολοι που τους χαρτζιλίκωναν για να μαθαίνουν στοιχεία από τα αρχεία των υπηρεσιών.
Οι ίδιοι είχαν μια απίστευτη ικανότητα να παρουσιάζονται με διάφορες ιδιότητες και να πείθουν επιχειρηματίες για τις επενδυτικές τους ικανότητες. Κατά τη διάρκεια της προανάκρισης προέκυψε η δράση της οργάνωσης, η οποία λειτουργούσε είτε με την ίδια σύσταση, είτε με διαφορετικές, με σκοπό τα μέλη της να αποκομίζουν εν γνώσει τους παράνομα οικονομικά οφέλη και αναλόγως με τον ρόλο και τη θέση από την οποία συμμετείχε ο καθένας εξαπατούσαν τα θύματά τους, που ήταν επιφανείς επιχειρηματίες, και αποσπούσαν από αυτούς υπέρογκα χρηματικά ποσά.
«Οι 64 εντόπιζαν τα θύματά τους, στα οποία εμφανίζονταν οι ίδιοι ως άτομα μεγάλης οικονομικής επιφάνειας, με διασυνδέσεις σε δημόσιους και ιδιωτικούς οργανισμούς, όπως πολιτικούς, υψηλόβαθμους αστυνομικούς, δικαστικούς, διευθυντές τραπεζών κ.λπ., αλλά και με άτομα του οργανωμένου εγκλήματος. Στη συνέχεια, αφού κατάφερναν να κερδίσουν την εμπιστοσύνη των θυμάτων τους, τους εξαπατούσαν με την πρόφαση τεράστιου κέρδους από τη μεταξύ τους συνεργασία και τους αποσπούσαν μεγάλα χρηματικά ποσά.
Ειδικότερα, ο αρχηγός με το ψευδώνυμο “Μανιάτης” εμφανιζόταν στις περισσότερες των περιπτώσεων ως άτομο που συνεργάζεται με τα καζίνο του Λουτρακίου και της Θεσσαλονίκης και είχε ως αντικείμενο τον δανεισμό με τη μέθοδο της ενεχυρίασης σε επίσημους VIP πελάτες των καζίνο, οι οποίοι μετά τον δανεισμό επέστρεφαν αυτά τα ποσά προσαυξημένα. Ετσι έπειθε τα θύματα τόσο για το επιβεβαιωμένο κέρδος που θα είχαν από τη συνεργασία μαζί του όσο και για τη νομιμότητα και τυπικότητα των συναλλαγών τους, προτρέποντάς τους να επενδύσουν σε αυτόν, δίνοντάς του χρηματικά ποσά ως κεφάλαιο, το οποίο στη συνέχεια θα χρησιμοποιούσε στον δανεισμό και ακολούθως θα τους το επέστρεφε προσαυξημένο μετά από λίγες ώρες.
Αφού τους έπειθε και τελικά κατάφερνε να αποσπάσει το κεφάλαιο, εξαφανιζόταν χρησιμοποιώντας διάφορες δικαιολογίες, αποκομίζοντας το παράνομο περιουσιακό όφελος», αναφέρει το διαβιβαστικό που συνέταξε η Δίωξη Εκβιαστών. «Ο αρχηγός, χρησιμοποιούσε κι άλλου είδους προφάσεις, όπως αγοραπωλησία χρυσών λιρών, πλακών χρυσού, ορολογιών και άλλων αντικειμένων, τα οποία με την πρόφαση ότι θα τους τα πωλούσε σε πολύ χαμηλότερες τιμές από αυτές της αγοράς, τους αποσπούσε χρήματα, χωρίς όμως στην πραγματικότητα να προχωρήσει σε συναλλαγή και να δώσει το αντίστοιχο αντικείμενο στο θύμα.
Προκειμένου να γίνει πιστευτός, ο “Μανιάτης” για να εξαπατήσει τα θύματά του αποσπώντας τους τα χρηματικά ποσά, τους έδινε ως εγγύηση πλαστές επιταγές, πλαστές τραπεζικές επιταγές ή άλλα νόθα πολύτιμα αντικείμενα. Σε περίπτωση που τα θύματα αντιλαμβάνονταν την εξαπάτηση που είχαν υποστεί από τον αρχηγό ή από τα λοιπά μέλη της Εγκληματικής του Οργάνωσης, αυτοί απειλούσαν και εξύβριζαν τα θύματά τους προκειμένου να παραιτούνταν της όποιας αξίωσης για επιστροφή των χρημάτων τους.
Προς αυτό τον σκοπό, η Εγκληματική Οργάνωση του “Μανιάτη” “προστατεύονταν” από την Εγκληματική Οργάνωση του 38χρονου αρχινονού του Πειραιά και από τον 59χρονο πατέρα των τριών αστυνομικών που πέθανε από κορωνοϊό πριν από δυο χρόνια, οι οποίοι λάμβαναν σταθερά κάθε μήνα χρηματικά ποσά, αλλά και ποσοστό από το παράνομα αποκτηθέν ποσό, από κάθε απάτη που διαπράττονταν. Οι δυο επικεφαλής των ομάδων των μπράβων, εκτός από την “προστασία” της οργάνωσης, συμμετείχαν με πράξεις ενέργειας, λαμβάνοντας ρόλους στις απάτες που έπραττε η Οργάνωση.
Τα υπόλοιπα μέλη της Εγκληματικής Οργάνωσης υποδύονταν κάθε φορά διαφορετικούς ρόλους προκειμένου να καταστήσουν όσο το δυνατόν περισσότερο αληθοφανείς τις προφάσεις που χρησιμοποιούσε ο αρχηγός και ανάλογα με τον βαθμό συμμετοχής τους, να λαμβάνουν αντίστοιχα χρηματικά ποσά. Από την έως τώρα έρευνα έχει προκύψει ότι τόσο στο πλαίσιο της Εγκληματικής Οργάνωσης όσο και από τις κατά περιπτώσεις απάτες από τους ανωτέρω κατηγορούμενους, προκλήθηκε συνολική οικονομική ζημία στα θύματα που υπερβαίνει το χρηματικό ποσό των 2.568.380 ευρώ».
Το Τζόκερ και τα εκατομμύρια
Από τις έρευνες που έχουν πραγματοποιηθεί έχουν ταυτοποιηθεί περισσότερες από 80 μεγάλες υποθέσεις απάτης. Μερικές από αυτές ξεπερνούν σε φαντασία και τα πιο ευφάνταστα κινηματογραφικά σενάρια, όπως η περίπτωση μεγαλοεπιχειρηματία της Σύρου, όπου ανέλαβαν να του εισπράξουν και τα διεκδικούμενα κέρδη εκατομμυρίων από κλήρωση του Τζόκερ.
Σύμφωνα με τη δικογραφία της Δίωξης Εκβιαστών, «εξεταζόμενος το θύμα από τη Σύρο κατέθεσε ότι ο αρχηγός της οργάνωσης και άλλα 10 μέλη, λαμβάνοντας ο κάθε ένας διαφορετικό ρόλο, τον εξαπάτησαν χρησιμοποιώντας διάφορες προφάσεις και του απέσπασαν σταδιακά, συνολικά τουλάχιστον 885.000 ευρώ με το πρόσχημα αγοράς ακινήτων στο νησί».