Η αποτελεσματικότητα των εμβολίων κατά της λοίμωξης SARS-CoV-2 και των σοβαρών επιπλοκών της είναι ήδη γνωστές. Μια νέα έρευνα, όμως, υποστηρίζει τώρα ότι ο προληπτικός εμβολιασμός προστατεύει και από το ενδεχόμενο long covid, ενός συνδρόμου που παρατηρείται μετά τη λοίμωξη και ταλαιπωρεί μεγάλο ποσοστό ατόμων με χρόνια συμπτώματα.
Όπως υποστηρίζει, συγκεκριμένα, η μελέτη που δημοσιεύεται στο The BMJ, η λήψη τουλάχιστον μίας δόσης εμβολίου κατά της COVID-19 πριν από την πρώτη μόλυνση συνδέεται στενά με μειωμένο κίνδυνο εμφάνισης του συνδρόμου long covid.
Τα ευρήματα βασίζονται στα δεδομένα περισσότερων από μισό εκατομμύριο ενηλίκων από τη Σουηδία και δείχνουν ότι τα μη εμβολιασμένα άτομα είχαν σχεδόν τέσσερις φορές περισσότερες πιθανότητες να διαγνωστούν με μακροχρόνια covid σε σχέση με εκείνα που είχαν εμβολιαστεί πριν από την πρώτη μόλυνση.
Οι ερευνητές κατέληξαν σε αυτό το συμπέρασμα αφού διερεύνησαν την αποτελεσματικότητα του πρωτογενούς εμβολιασμού κατά της COVID-19 -που αναφέρεται στις πρώτες δύο δόσεις και την πρώτη αναμνηστική– στην αντιμετώπιση συμπτωμάτων long covid, αξιοποιώντας δεδομένα από το έργο SCIFI-PEARL, μια μελέτη που βασίζεται στο μητρώο που δημιούργησε η Σουηδία για την πανδημία.
Εξετάστηκαν οι περιπτώσεις 589.722 ενηλίκων που μολύνθηκαν για πρώτη φορά από τον κορωνοϊό την περίοδο μεταξύ 27 Δεκεμβρίου 2020 και 9 Φεβρουαρίου 2022. Τα άτομα παρακολουθήθηκαν ένα διάστημα 129 ημερών κατά μέσο όρο. Στην ανάλυση ελήφθησαν επίσης υπόψη μια σειρά παραγόντων, όπως η ηλικία, το φύλο, το μορφωτικό επίπεδο, η επαγγελματική κατάσταση και η κυρίαρχη παραλλαγή του ιού τη στιγμή της μόλυνσης.
Από τα 299.692 εμβολιασμένα άτομα με COVID-19, τα 1.201 (0,4%) διαγνώστηκαν με κατάσταση μετά την COVID-19 κατά τη διάρκεια της παρακολούθησης, σε σύγκριση με 4.118 (1,4%) από 290.030 μη εμβολιασμένα άτομα. Όσοι έλαβαν ένα ή περισσότερα εμβόλια για τη λοίμωξη COVID-19 πριν από την πρώτη μόλυνση είχαν 58% λιγότερες πιθανότητες να λάβουν διάγνωση long covid σε σχέση με τα μη εμβολιασμένα άτομα. Η αποτελεσματικότητα του εμβολίου έδειξε να αυξάνεται με κάθε διαδοχική δόση πριν από τη μόλυνση. Για παράδειγμα, η πρώτη δόση μείωσε τον κίνδυνο κατά 21%, δύο δόσεις κατά 59% και τρεις ή περισσότερες δόσεις κατά 73%.
Οι ερευνητές υποστηρίζουν ότι τα αποτελέσματά τους «τονίζουν τη σημασία του πρωτογενούς εμβολιασμού κατά της COVID-19 για τη μείωση των πιθανών μεταγενέστερων επιπτώσεων στον πληθυσμό. Τα αποτελέσματα αυτής της μελέτης υπογραμμίζουν τη σημασία της πλήρους κάλυψης πρωτογενούς εμβολιασμού κατά της COVID-19, όχι μόνο για τη μείωση του κινδύνου σοβαρής λοίμωξης COVID-19, αλλά και για τον περιορισμό των πιθανοτήτων εμφάνισης long covid».
Αυτά τα ευρήματα, σε συνδυασμό με στοιχεία από άλλες μελέτες, ενισχύουν τη συσχέτιση μεταξύ του ανοσοποιητικού συστήματος και της ανάπτυξης μετα-ιικών καταστάσεων και επισημαίνουν τη σημασία του έγκαιρου εμβολιασμού κατά τη διάρκεια πανδημιών, προσθέτουν οι ερευνητές, προτείνοντας τη συνέχιση της έρευνας για τη «βελτίωση της ακρίβειας της καταγραφής τόσο της ανάρρωσης όσο και της συνεχιζόμενης ασθένειας μετά τη μόλυνση».