Προβληματισμός επικρατεί στην επιστημονική κοινότητα καθώς την ώρα που σημειώνεται ραγδαία αύξηση των ημερήσιων κρουσμάτων κορωνοϊού στην χώρα, υπάρχουν πολίτες που επιμένουν να μην εμβολιάζονται, αυξάνοντας τον κίνδυνο για τους γύρω τους και επιβαρύνοντας ταυτόχρονα το Εθνικό Σύστημα Υγείας το οποίο στις βόρειες περιοχές της χώρα έχει ξεπεράσει τα όριά του.
Ο αναπληρωτής διοικητής του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Ηρακλείου Στέλιος Κτενιαδάκης, μίλησε στον ΣΚΑΪ Κρήτης 92,1 και τους Σωτήρη Μεταξά και Μαρία Μπινιχάκη, τονίζοντας πως η επιδημιολογική εικόνα της Κρήτης είναι πολύ καλύτερη από αυτή της βόρειας Ελλάδας και μάλιστα αυτό οφείλεται κατά κύριο λόγο στο υψηλό ποσοστό εμβολιασμού που έχει επιτευχθεί στο νησί.
Ωστόσο ο κ. Κτενιαδάκης εξέφρασε την ανησυχία του ότι πολύ σύντομα θα δούμε αύξηση των κρουσμάτων και στις νότιες περιοχές της χώρας, συμπεριλαμβανομένης της Κρήτης και κάλεσε τους πολίτες να τηρούν τα μέτρα και να σπεύσουν να εμβολιαστούν.
«Για κάθε έναν ανεμβολίαστο ασθενή που έχουμε στη ΜΕΘ, δεν φταίει βέβαια ο ίδιος για το ότι νόσησε φταίει για το ότι δεν έχει εμβολιαστεί, χάνουμε ένα κρεβάτι μονάδας για έναν καρκινοπαθή ο οποίος περιμένει το χειρουργείο του και περιμένει να ανοίξει μονάδα, για ένα τροχαίο ένα νέο άνθρωπο ο οποίος τραυματίζεται στο δρόμο, για έναν άνθρωπο ο οποίος βρίσκεται από άλλες αιτίες σε σοβαρή κατάσταση και χρειάζεται να νοσηλευτεί», σημείωσε ο αναπληρωτής διοικητής του ΠΑΓΝΗ και περιέγραψε την κατάσταση που επικρατεί στην Μονάδα: «Φανταστείτε ότι αυτή την στιγμή όταν από 12 κρεβάτια ΜΕΘ που είχαμε, φτάνουμε να έχουμε 27 και από αυτά ένας μεγάλος αριθμός είναι δεσμευμένα για τον κορωνοϊό, με αποτέλεσμα να μην μπορούμε να προσφέρουμε αυτό που θέλουμε σε όλον τον πληθυσμό. Για κάθε έναν ασθενή ο οποίος είναι ανεμβολίαστος χάνεται ένα κρεβάτι για αυτούς τους ανθρώπους οι οποίοι το έχουν ανάγκη, είναι απαραίτητο και οι οποίοι δεν φταίνε σε τίποτα».
Ο κ. Κτενιδάκης ξεκαθάρισε πως η ιατρική κοινότητα αντιμετωπίζει όλους του ασθενείς με τον ίδιο τρόπο, ωστόσο θα πρέπει οι πολίτες να συνδράμουν το έργο της, επιλέγοντας να εμβολιαστούν, ενώ ήταν ιδιαίτερα φορτισμένη η αναφορά τους στο ιατρονοσηλευτικό προσωπικό των νοσοκομείων της βόρειας Ελλάδας, το οποίο για μία ακόμη φορά σε μικρό χρονικό διάστημα παλεύει νυχθημερόν για να σώζει ζωές. «Δεν είμαι σε καμία περίπτωση -και λόγω ιδιότητας ως γιατρός- υπέρ του διαχωρισμού ανάμεσα σε εμβολιασμένους και ανεμβολίαστους όσον αφορά τη νοσηλεία. Υποχρέωση των γιατρών και υποχρέωσή μας όλων είναι να αντιμετωπίζουμε ισότιμα όλους τους ασθενείς είτε έχουν εμβολιαστεί είτε δεν έχουν εμβολιαστεί, είτε έχουν προσωπική ευθύνη είτε όχι. Εμάς ευθύνη μας είναι να τους αντιμετωπίζουμε όλους και να τους αντιμετωπίζουμε ισότιμα. Αλλά όπως βλέπετε το προσωπικό, και οι γιατροί και οι νοσηλευτές, έχουν φτάσει πραγματικά στα όριά τους σε όλα τα νοσοκομεία της Ελλάδας. Εγώ πραγματικά λυπάμαι τους συναδέλφους μου στη Βόρεια Ελλάδα, οι οποίοι βιώνουν μια κατάσταση χωρίς σταματημό, μια κατάσταση η οποία είναι εκτός από τρομακτική, εκτός από τρομερά αγχωτική, είναι και μια κατάσταση την οποία δεν μπορούσε κανένας να φανταστεί όταν ξεκινούσε την ιατρική. Είναι άνθρωποι οι οποίοι κλαίνε πραγματικά γιατί δεν ξέρουν τι τους ξημερώνει», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Ιδιαίτερα σκληρά μίλησε και για τους γιατρούς οι οποίοι προτρέπουν πολίτες να μην εμβολιαστούν, με αφορμή τον θάνατο της εγκύου στην Θεσσαλονίκη, η γιατρός της οποίας σύμφωνα με πληροφορίες, της σύστησε να μην εμβολιαστεί. «Αισθάνομαι πολύ στεναχωρημένος ως γιατρός, για ένα πράγμα το οποίο δεν θα μπορούσε μεν αν ανακοπεί ή να ανασχεθεί, πάντα θα υπάρχουν και οι ανεμβολίαστοι και οι άνθρωποι οι οποίοι για τον οποιονδήποτε λόγο δεν θέλουν ή δεν μπορούν, αλλά νομίζω ότι είναι πολύ σημαντικό να είναι σύσσωμοι ο πολιτικός και ο ιατρικός κόσμος και να πιέζουν στο να γίνει ο εμβολιασμός. Είναι τρομακτικό να βλέπω έγκυες οι οποίες μένουν ανεμβολίαστες με προτροπή ή σιωπηλή αποδοχή από τον γιατρό τους. Το βρίσκω εντελώς απαράδεκτο από ιατρικής άποψης. Είναι ξεκάθαρο για όλους ότι όλες οι ηλικίες πρέπει οπωσδήποτε να εμβολιαστούν».
Τέλος αναφορικά με τα δημοσιεύματα που θέλουν τη χώρα τη επόμενη εβδομάδα να αναμένει «μαύρο ρεκόρ» με 10.000 κρούσματα, ο κ. Κτενιαδάκης εκτίμησε ότι δεν θα φτάσουμε σε αυτούς τους αριθμούς. «Θεωρώ ότι με την εφαρμογή των μέτρων θα υπάρξει σταθεροποίηση του αριθμού των κρουσμάτων, αλλά εδώ μπαίνει πάρα πολύ σημαντικά ο παράγοντας της ατομικής ευθύνης του καθενός», δήλωσε.