Στα δικαστήρια των Χανίων βρίσκεται και πάλι ο εργολάβος από την Κίσσαμο που την περασμένη εβδομάδα συνελήφθη με την κατηγορία της πρόκλησης επικίνδυνων σωματικών βλαβών σε έναν 24χρονο αλλοδαπό εργάτη, όταν ο τελευταίος του ζήτησε τα δεδουλευμένα του.
Ο κατηγορούμενος είχε λάβει προθεσμία και η δίκη είχε αναβληθεί για τη Δευτέρα.
Έξω από τα δικαστήρια έχουν συγκεντρωθεί σήμερα, Δευτέρα 13 Ιουνίου, εκπρόσωποι εργατικών σωματείων, στηρίζοντας τον 24χρονο. «Κανένας εργαζόμενος μόνος του», έγραφε πανό που κρατούσαν.
Η υπεράσπιση ζήτησε την παρουσία ως μάρτυρα αξιωματικού του ΑΤ Κισσάμου, καθώς υποστήριξε ότι θύμα και θύτης συνυπήρξαν για κάποια ώρα στο τμήμα, χωρίς ο κατηγορούμενος να συλληφθεί. Για τον μπαλτά υποστήριξε ότι είχε αγοραστεί για εργασιακούς λόγους, καθώς η οικογένειά του έχει ζώα στο χωριό του.
Η πολιτική αγωγή ζήτησε να προσκομιστούν οι δυο αλυσίδες που βρέθηκαν στην κατοχή του κατηγορουμένου και τόνισε ότι η υπόθεση πρέπει να εκδικαστεί.
Η υπεράσπιση στη συνέχεια ζήτησε οι αλυσίδες να ελεγχθούν στα εγκληματολογικά εργαστήρια και να δοθεί αναβολή της δικής. Η εισαγγελέας της έδρας ζήτησε να απορριφθούν τα αιτήματα της υπεράσπισης και το δικαστήριο διέκοψε για να αποφανθεί σχετικά.
Το δικαστήριο αποφάσισε να συνεκδικαστούν οι δυο υποθέσεις, της επικίνδυνης σωματικής βλάβης και της οπλοκατοχής και η δίκη ξεκινά. Ενώ για τα αιτήματα παρουσίας αποδείξεων, επιφυλάχθηκε να απαντήσει όταν υποβληθούν στο σωστό σημείο της δικαστικής διαδικασίας.
Το θύμα της επίθεσης δήλωσε ότι γνώριζε τον κατηγορούμενο, γιατί δούλευε και ξεκίνησε να δουλεύει για εκείνον πριν τρεις μήνες. Ο εργολάβος, σύμφωνα με το θύμα, του χρωστούσε 270 ευρώ, τα οποία δεν του έδινε και δεν είχε να πληρώσει το νοίκι.
Στην ερώτηση, αν είπε στον κατηγορούμενο ότι θα πήγαινε στην αστυνομία αν δεν του έδινε τα λεφτά, ο 24χρονος απάντησε καταφατικά, αλλά το δικαστήριο αντιμετώπισε πρόβλημα με τη μετάφραση, καθώς υπέδειξαν στον μεταφραστή να μεταφράζει επακριβώς.
«Εγώ δεν θα περιμένω μέχρι το Σάββατο, θα πάω στην αστυνομία» είπε. Είπε ακόμα όμως ότι ένας άλλος άνδρας, τον οποίο φέρεται να μην γνώριζε, πήρε το κλειδί από το αυτοκίνητο του κατηγορουμένου και του είπε ότι δεν φεύγει από εκεί αν δεν πληρώσει.
Τελικά, σύμφωνα με τον 24χρονο, το κλειδί επιστράφηκε στον κατηγορούμενο. Στη συνέχεια ο 24χρονος είπε ότι ο κατηγορούμενος ξανασυνάντησε τον ίδιο και τον χτύπησε 6 με 7 φορές με αλυσίδα σε διάφορα σημεία του σώματος.
Ο κατηγορούμενος στη συνέχεια απομακρύνθηκε με δίκυκλο, ενώ ο ίδιος πήγε στο αστυνομικό τμήμα, είπε ακόμα ο εργάτης. Ο ίδιος επίσης αρνήθηκε ότι είχε πάρει το κλειδί από το αυτοκίνητο του κατηγορουμένου.
Το δικαστήριο διεκόπη, γιατί ο 24χρονος ένιωσε αδιαθεσία.
Απαντώντας σε ερώτηση της εισαγγελέως, ο 24χρονος είπε ότι τα χρήματα που του χρωστούσε ήταν χρέος που δημιουργήθηκε σε βάθος χρόνου και ότι ο ίδιος δεν ξαναπήγε στη δουλειά από τον Απρίλιο. Ο εργάτης διευκρίνισε μετά ότι το κλειδί από το αυτοκίνητο του κατηγορουμένου το πήρε ένας άλλος ομοεθνής του που έφυγε και έφυγε και ο ίδιος.
Από τις απαντήσεις του θύματος τώρα προκύπτει ότι με τον κατηγορούμενο συναντήθηκαν δυο φορές και αμφότερες φέρεται να τον χτύπησε. Την πρώτη φορά, σύμφωνα με το θύμα, ήταν με τα πόδια ενώ τη δεύτερη επέβαινε σε μηχανάκι. Είπε ότι τον ακούμπησε με το μηχανάκι, με αποτέλεσμα να πείσει κάτω και ότι όσο σηκωνόταν, ο κατηγορούμενος τον χτυπούσε στο χέρι και στο κεφάλι, με αποτέλεσμα να ζαλιστεί. Συνέχισε να δέχεται χτυπήματα μέχρι που ο κατηγορούμενος απομακρύνθηκε, ενώ φέρεται να του πηρέ και το κινητό του.
Ο ίδιος κατευθύνθηκε στο αστυνομικό τμήμα, στη συνέχεια στο κέντρο υγείας Κισάμου και μετά στο σπίτι του. Μήνυση δε κατέθεσε την επόμενη μέρα, όπως είπε. Η αλυσίδα, σύμφωνα με το θύμα, ήταν μήκους περίπου ενός μέτρου και από ξυλοκοπτική.
Η υπεράσπιση κατηγορίας ζήτησε σε αυτό το σημείο να προσκομιστούν τα κατασχεμένα πειστήρια, οι δυο αλυσίδες δηλαδή, για να τα αναγνώρισει ο 24χρονος. Το δικαστήριο διέκοψε για να προσκομιστούν τα πειστήρια.
Μετά τη διακοπή το δικαστήριο επέστρεψε με φωτογραφίες των αλυσίδων, καθώς, όπως ανέφερε ο πρόεδρος, τα πειστήρια δεν έχουν ακόμα αποσταλεί.
Το συμπέρασμα που βγήκε από την επίδειξη των φωτογραφιών ήταν ότι οι αλυσίδες δεν προέρχονται από ξυλοκοπτικό. Η υπεράσπιση ζήτησε διευκρινήσεις για την ώρα του συμβάντος και τι ακριβώς έγινε.
Ο 24χρονος επανέλαβε ότι δέχθηκε επίθεση δυο φορές και ότι μεταξύ των δυο μεσολάβησαν δέκα με δώδεκα λεπτά.
Από τις ερωτήσεις επίσης προέκυψε ότι ο σπιτονοικοκύρης του 24χρονου βρέθηκε επίσης στην πλατεία και πως το κλειδί από τον κατηγορούμενο αφαιρέθηκε περίπου στις 19:30. Ωστόσο η υπεράσπιση προσκόμισε έγγραφο ότι η κλήση του κατηγορούμενου προς το Α.Τ Κίσσαμου έγινε στις 9 και 5 το βράδυ, ενώ ακόμα, ο εργάτης είπε ότι συνολικά μαζί του βρίσκονταν 5 άτομα.
Η υπεράσπιση επισήμανε αντιφάσεις, ότι στην κατάθεση του το θύμα είχε δηλώσει ότι είχε δεχθεί επίθεση μια φορά, αλλά τώρα είπε ότι ήταν δυο οι φορές και ρώτησε τον λόγο. Ο 24χρονος απάντησε ότι ήταν ζαλισμένος όταν έδινε την κατάθεση. Η υπεράσπιση ανέφερε ακόμα ότι το θύμα, σε ερώτηση του αξιωματικού υπηρεσίας, είχε απατήσει ότι δεν ήξερε ποιος τον χτύπησε και ρώτησε πως γίνεται να τον κατηγορεί τώρα. Ο εργάτης απάντησε ότι είχε αναφέρει το όνομα.
Η υπεράσπιση όμως ακόμα ρώτησε αν ο 24χρονος, όσο ήταν στο τμήμα, έκανε χρήση του κινητού του κατηγορούμενου, για να καλέσει εκείνον που πήρε το κλειδί, με τον μάρτυρα να απαντάει ασαφώς, αλλά αρνητικά. Επίσης η υπεράσπιση υποστήριξε ότι ο εργολάβος του προσέφερε τα λεφτά που του χρωστούσε και εκείνος δεν τα δέχθηκε.
Και στην ερώτηση γιατί, απάντησε ότι έφαγε ξύλο πρώτα, ενώ τα λεφτά του τα πρότειναν μετά.
Το δικαστήριο προχώρησε σε εξέταση του πρώτου μάρτυρα, ενός Αιγύπτιου ο οποίος διαμένει στη Κίσσαμο και δήλωσε ότι γνωρίζει και τον μηνυτή και τον κατηγορούμενο.
Είπε ότι είδε τον κατηγορούμενο να βγάζει την αλυσίδα από το αμάξι και πως έλεγε ότι θα του σπάσει τα κοκάλα. Για το κλειδί, ο μάρτυρας είπε πως το πήρε ένας από τους ανθρώπους που ήταν μαζί με το θύμα. Ενώ είπε ακόμα ότι είδε τον κατηγορούμενο να χτυπάει τον 24χρονο στην πλατεία, πράγμα που επανέλαβε και σε ερώτηση της υπεράσπισης. Η υπεράσπιση ρώτησε γιατί κανείς δεν κάλεσε την αστυνομία η το ΕΚΑΒ και ότι αυτό δεν αναφέρεται στην κατάθεση του θύματος.
Στη συνέχεια κλήθηκε από την εισαγγελέα να καταθέσει ως μάρτυρας ο διοικητής του Α.Τ Κισσάμου, ο οποίος υποστήριξε πως “το βράδυ εκείνο, με ενημέρωσαν ότι είχε μεταβεί στο αστυνομικό τμήμα αιμόφυρτος ο θύτης. Ψάξαμε για ΕΚΑΒ όμως ήταν σε άλλο περιστατικό και έτσι τον μεταφέραν οι αστυνομικοί στο Κέντρο Υγείας Κισσάμου”.
Και συνέχισε λέγοντας: Ψάξαμε τον κατηγορούμενο στην εργασία του και στην οικία του αλλά δεν τον βρήκαμε. Έπειτα εμφανίστηκε αυτοβούλως. Εφόσον οι συνάδελφοι τον ενημέρωσαν ότι θα ακολουθηθεί η διαδικασία της σύλληψης του εκείνος αντέδρασε, δεν μπήκε στο κρατητήριο. Την επόμενη ημέρα ελέγξαμε το όχημα, εκείνος αρνήθηκε. Βρήκαμε στο πατάκι του οδηγού ένα μπαλτά. Βρέθηκαν και αλυσίδες και τις κατασχέσαμε προληπτικά.
Κατά την απολογία του ο κατηγορούμενος υποστήριξε: “Τον απασχολούσα πριν 2 μήνες περίπου. Ανά διαστήματα δεν ερχόταν στη δουλειά. Τον πλήρωνα και φαγητό και καφέδες και υπερωρίες και όλα. Είχε μείνει υπόλοιπο 170€.
Στην πλατεία εκείνη την ημέρα πήγα 8:30 ώρα για να ψωνίσω πράγματα για μια δουλειά. Ήταν αυτοί απέναντι από εκεί που πάρκαρα. Μόλις πάω να μπω στο κατάστημα ήταν αυτοί και μου φωνάζανε «φέρε τα λεφτά» λέω δεν τα έχω τα χρήματα «όλο ψέματα λες» λέω ρε παιδιά δεν τα έχω μόλις τα πάρω θα σας τα δώσω. Λέει πάμε στην Αστυνομία, άνοιξε πίσω να μπουν και οι υπόλοιποι. Λέω πάμε να υπογράψω χάρτη πως θα στα δώσω τα λεφτά. Αυτός με απειλούσε πως «θα σου κάψω το αυτοκίνητο».
Στη συνέχεια μου πήραν το κλειδί. «Εγώ παίρνω ένα μηχανάκι ενός φίλου μου πάω στην αστυνομία να καταθέσω το συμβάν και τον βλέπω χώρος παπούτσια, χώρος μπλούζα. “Του λέω που είναι το κλειδί; Πρέπει να φύγω έχω εργάτες πρέπει να τοις μαζέψω”. Αυτός το είχε χάσει. Καλούσε τους φίλους του να βρεθεί το κλειδί. Το απόγευμα με έπαιρνε αυτός που είχε το κλειδί και μου έλεγε να του πάω τα λεφτά. Πάω στην αστυνομία να το καταγγείλω λέω τοι θα κάνω με αυτούς; Μου λένε στην αστυνομία ότι θα κρατηθώ”.
Στη συνέχεια στην ερώτηση πως βρέθηκε ο μπαλτάς στο αυτοκίνητο, υποστήριξε πως μόλις τον είχε αγοράσει, γιατί η μητέρα του έχει ζώα, ενώ στη συνέχεια, αρνήθηκε ότι χτύπησε τον εργαζόμενο.
Η εισαγγελέας απευθυνόμενη στον κατηγορούμενο ανέφερε: Πέφτετε σε αντιφάσεις. Σας κάνει εντύπωση το πως αφού μιλούσατε μαζί, πως το κινητό του βρέθηκε μέσα στο αμάξι σας; Το κινητό βρέθηκε μετά το ξύλο Γεγονός που υποστηρίζει τον ισχυρισμό του θύματος.
Επιπροσθέτως ρώτησε τον κατηγορούμενο: Αφού μετά τα μεσάνυχτα πήρατε το αυτοκίνητο σας το κινητό του παθόντος πότε το εντοπίσετε;
-Το πρωί
-Και γιατί δεν το πήγατε στο τμήμα;
-Ήθελα να δω αν είναι του παθόντος
-Απορείτε πως βρέθηκε στο αμάξι σας γιατί σίγουρα το είχε μέχρι και πριν τον ξυλοδαρμό. Γιατί δεν το πήγατε στο ΑΤ;
-Εγώ ήμουν στο Κολυμπάρι για δουλειές. Δεν υπήρχε λόγος να κατέβω στο Καστέλι.
H εισαγγελέας πρότεινε την ενοχή του κατηγορούμενου για παράνομη οπλοφορία, για επικίνδυνη σωματική βλάβη, ενώ αίτημα μεταβολής της κατηγορίας υπέβαλλε ο συνήγορος υπεράσπισης του θύματος και πρότεινε να δικαστεί για τη πράξη βαριάς σκοπούμένης σωματικής βλάβης εις βάρος του αλλοδαπού.
Πηγή: zarpanews.gr