Πολύ ικανοποιητική χαρακτήρισε την τουριστική κίνηση στην Κρήτη, ο γενικός γραμματέας της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Διευθυντών Ξενοδοχείων Δημήτρης Κουμπαράκης.
Μιλώντας στον ΣΚΑΪ Κρήτης 92,1 και την Μαρία Μπινιχάκη, ο κ. Κουμπαράκης τόνισε πως οι αφίξεις τουριστών κινούνται σε πολύ καλά επίπεδα, ενώ σημείωσε πως αν δεν υπήρχαν οι απώλειες της Ρωσικής και Ουκρανικής αγοράς λόγω του πολέμου, αλλά και της Ρουμάνικης που φέτος καταγράφει πτωτικές τάσεις, το 2022 θα ήταν μια χρονιά που θα ξεπερνούσε και τις πιο αισιόδοξες προβλέψεις των τουριστικών παραγόντων.
«Τα μεγάλα ξενοδοχεία είναι γεμάτα, τα μεσαία έχουν πληρότητες άνω του 70%, ενώ τα μικρότερα το παλεύουν μέχρι να μπει ο Ιούλιος να αυξηθεί ακόμα περισσότερο η ροή των τουριστών», ανέφερε ο κ. Κουμπαράκης και συμπλήρωσε πως αν οι αφίξεις τουριστών συνεχιστούν στον ίδιο ρυθμό, όπως τον Απρίλιο και τον Μάιο, που σύμφωνα με τα στοιχεία από το αεροδρόμιο Ηρακλείου, έφτασαν το 95% των αντίστοιχων μηνών του 2019, τότε ο στόχος για μια πολύ καλή τουριστική σεζόν θα έχει επιτευχθεί.
Ωστόσο οι αφίξεις δεν μεταφράζονται και σε «καλό ταμείο», αφού σύμφωνα με τον κ. Κουμπαράκη, οι τουρίστες που φτάνουν στο νησί είναι πιο συγκρατημένοι στα έξοδά τους σε σχέση με άλλες χρονιές, λόγω του κύματος ακρίβειας σε όλη την Ευρώπη.
Όπως τόνισε ο ίδιος, για τα ξενοδοχεία αποτελεί μεγάλο πλήγμα η αύξηση του κόστους καθώς τα πακέτα έχουν κλειστεί με τιμές 2019, ενώ οι ξενοδόχοι είναι αντιμέτωποι και με τα ανταγωνιστικά πλέον καταλύματα τύπου AirBnB στα οποία κατευθύνεται το 30-40% των τουριστών που φτάνουν στην Κρήτη.
«Τα καταλύματα αυτά έχουν γίνει ο μεγαλύτερος ανταγωνιστής των ξενοδοχείων αφού μπορούν να πουλούν φθηνότερα καθώς δεν έχουν τις δικλείδες ασφαλείας που είναι υποχρεωμένα από τη νομοθεσία να τηρούν τα ξενοδοχεία», σημείωσε ο κ. Κουμπαράκης δίνοντας ωστόσο και την θετική πλευρά του φαινομένου.
«Από την άλλη πλευρά», κατέληξε ο κ. Κουμπαράκης, «αυτό μπορεί να είναι και θετικό για την τοπική κοινωνία αφού οι επισκέπτες αυτοί είναι υποχρεωμένοι να βγουν να φάνε έξω, να χρησιμοποιήσουν τα σούπερ μάρκετ, να κινηθούν στην τοπική αγορά».