Στη συνεχιζόμενη έρευνα σχετικά με τις νέες μορφές των εμβολίων που θα αναστείλουν τον κορωνοϊό, οι ερευνητές από το Centenary Institute και το Πανεπιστήμιο του Σίδνεϊ προσθέτουν τη δικιά τους στρατηγική. Ειδικότερα, ακολούθησαν μια νέα προσέγγιση μέσω του ρινικού εμβολίου, που προκαλεί ισχυρή πνευμονική ανοσία και προστασία έναντι του κορωνοϊού.
Το νέο αυτό εμβόλιο εφαρμόστηκε επιτυχώς σε πειραματόζωα και κατάφερε να ενισχύσει την προστασία από τη λοίμωξη και να δημιουργήσει έναν φραγμό στην εξάπλωση του ιού, σύμφωνα με τη μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Nature Communications.
Η σύνθεσή του βασίστηκε στην πρωτεΐνη ακίδα του ιού SARS-CoV-2 και σε ένα μόριο με την ονομασία Pam2Cys, το οποίο συμβάλλει στη διέγερση μιας ισχυρότερης ανοσολογικής απόκρισης του οργανισμού. Η φόρμουλα αναπτύχθηκε από τον καθηγητή Richard Payne, ερευνητή του Εθνικού Συμβουλίου Υγείας και Ιατρικής Έρευνας στη Σχολή Επιστημών του Πανεπιστημίου του Σίδνεϊ.
Μέσω της χορήγησης από τη μύτη και με μόλις μια εισπνοή, προκλήθηκαν σημαντικά επίπεδα εξουδετερωτικών αντισωμάτων και αυξημένες αποκρίσεις Τ-κυττάρων στους πνεύμονες και τους αεραγωγούς των ποντικών που εξετάσθηκαν.
Η επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης, δρ. Anneliese Ashhurst, ερευνήτρια στη Σχολή Ιατρικής και Υγείας και στο Centenary Institute του Πανεπιστημίου του Σίδνεϊ σημείωσε ότι αν και τα τρέχοντα εμβόλια είναι σημαντικά, υπάρχουν ορισμένοι περιορισμοί, όπως η μείωση της ανοσίας μετά τον εμβολιασμό, σε συνδυασμό με την ανάδυση των νεότερων παραλλαγών.
«Τα διαθέσιμα εμβόλια, αν και μειώνουν τη σοβαρότητα της νόσησης και τη θνησιμότητα, δεν προστατεύουν από τη μόλυνση το ίδιο αποτελεσματικά, καθώς τα εμβολιασμένα άτομα εξακολουθούν να μεταδίδουν τη νόσο. Για να σταματήσει λοιπόν η διασπορά του κορωνοϊού, αλλά και η ανάδυση μελλοντικών μεταλλάξεων, χρειαζόμαστε μια νέα μέθοδο που θα αποτρέπει και τη μετάδοση» δήλωσε ο Δρ Ashhurst.
Κατά τη διάρκεια των πειραμάτων, το εμβόλιο χορηγήθηκε ρινικά στα ποντίκια, διανύοντας μια διαδρομή μέσω της αναπνευστικής οδού και προσκολλώντας στους ιστούς της ρινικής κοιλότητας, των αεραγωγών και των πνευμόνων. Είναι σημαντικό ότι κανένα από τα εμβολιασμένα ποντίκια δεν μολύνθηκε από τη λοίμωξη COVID-19.
Μια διαφορά του ρινικού εμβολίου με τα περισσότερα διαθέσιμα εμβόλια είναι ότι επιτρέπει την ανοσολογική απόκριση απευθείας στις περιοχές του σώματος που είναι πιθανό να αποτελούν το πρώτο σημείο επαφής του ιού – τη μύτη, τους αεραγωγούς και τους πνεύμονες. Το γεγονός αυτό μπορεί να εξηγήσει την αποτελεσματικότητα του εμβολίου.
«Η προσέγγιση που αναπτύχθηκε εδώ θα μπορούσε να βοηθήσει να σπάσει ο κύκλος της μόλυνσης COVID-19 και πιθανότατα θα επηρεάσει μελλοντικές μελέτες που σχετίζονται με εμβόλια κατά των κορωνοϊών» σύμφωνα με τον καθηγητή Emeritus Warwick Britton, επικεφαλής του ερευνητικού προγράμματος για τη φυματίωση του Centenary Institute.
Μάλιστα, αυτή η μορφή του εμβολίου θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί και για τον εμβολιασμό ενάντια σε άλλες ιογενείς ή βακτηριακές αναπνευστικές νόσους, όπως η γρίπη, η γρίπη των πτηνών, τον ιό SARS και MERS.