Την εμφάνιση της και στην Κρήτη, έχει κάνει η υποπαραλλαγή «Κένταυρος» του κορωνοϊού, κινητοποιώντας τις υγειονομικές αρχές του νησιού.
Μιλώντας στον Περιφερειακό Τηλεοπτικό Σταθμό CRETA, ο καθηγητής Κλινικής Ιολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κρήτης, διευθυντής του Εργαστηρίου Κλινικής Ιολογίας του ΠΑΓΝΗ και μέλος του Δ.Σ. του ΕΟΔΥ Γιώργος Σουρβίνος, ανέφερε πως αυτή τη στιγμή επικρατεί κατά 98% η υποπαραλλαγή Όμικρον 5, όμως το τελευταίο διάστημα ανιχνεύονται κρούσματα από την υποπαραλλαγή «Κένταυρος», τόσο στην Κρήτη όσο και στην Αττική!
Πάντως, ο κ. Σουρβίνος, εξήγησε πως με τα μέχρι τώρα στοιχεία, η υποπαραλλαγή «Κένταυρος» δεν φαίνεται να εκτοπίζει την Όμικρον 5.
«Και σε άλλες χώρες που εμφανίστηκε η υποπαραλλαγή Κένταυρος δεν κατάφερε να εκτοπίσει την Όμικρον 5, παρόλα αυτά, έχουμε μια κινητικότητα, την οποία παρακολουθούμε, πάντα εφαρμόζοντας τα πρωτόκολλα της γονιδιωματικής που επιβάλλει ο ΕCDC» σημείωσε.
Έρχεται νέο επιδημικό κύμα;
Την ίδια στιγμή, όπως ανέφερε ο κ. Σουρβίνος, υπάρχουν στοιχεία για τον ελλαδικό χώρο αλλά και για την Κρήτη που δείχνουν μια ελαφρά αυξητική τάση κρουσμάτων κορωνοϊού, ωστόσο η χώρα βρίσκεται ακόμη σε πολύ πρώιμο στάδιο, σε σχέση με την Ευρώπη, όπου έχει ήδη χειμωνιάσει.
«Οι καιρικές συνθήκες εδώ είναι πολύ καλύτερες, όμως αναμένουμε σαν φυσική εξέλιξη, την κάθοδο αυτού του επιδημικού κύματος στην χώρα μας προς το τέλος Οκτωβρίου – αρχές Νοεμβρίου, εκεί σίγουρα θα έχουμε την εμφάνιση ενός κύματος, που ελπίζουμε ότι δεν θα πιέσει σε μεγάλο βαθμό το σύστημα υγείας και δεν θα φέρει σε δύσκολη θέση τις κλινικές» τόνισε ο κ. Σουρβίνος.
Κλείνοντας, ο καθηγητής επεσήμανε πως η υποπαραλλαγή «Κένταυρος», δεν φαίνεται να είναι ο «υπαίτιος» για την εμφάνιση ενός νέου κύματος κορωνοϊού στη χώρα.
«Τα στοιχεία που υπάρχουν για το επικρατούμενο στέλεχος Όμικρον 5 αλλά και για την Κένταυρος, είναι ότι δεν προκαλούν βαριά νόσο, πνευμονία στο κατώτατο αναπνευστικό σύστημα, έχουν όμως αυξημένη μεταδοτικότητα και διαφεύγουν σε μεγαλύτερο βαθμό, σε ότι αφορά την ανοσολογική απάντηση. Εκεί είναι το πρόβλημα. Ότι θα υπάρξουν πληθυσμοί ευάλωτοι, ηλικιωμένοι, ανοσοκατασταλμένοι, που σε περίπτωση μόλυνσης υπάρχει το ενδεχόμενο να αποσυντονιστούν τα συνοδά τους νοσήματα και οδηγούνται σε νοσηλείες στα νοσοκομεία» κατέληξε.