Οι περισσότερες μεγάλες εταιρείες του κόσμου δεν έχουν κάνει σχεδόν τίποτα τα τελευταία πέντε χρόνια για να μειώσουν τη ρύπανση που προκαλούν και η οποία επιτείνει το φαινόμενο της κλιματικής αλλαγής και υπερθέρμανσης του πλανήτη μας.
Οι μεγάλες εταιρείες είτε είναι πιο πιθανό να συμβάλλουν σε ακραία επίπεδα υπερθέρμανσης είτε δεν αποκαλύπτουν καθόλου τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου που προκαλούν, σύμφωνα με μια νέα έκθεση του ESG Book, που δημοσιεύει το CNN.
Ο κορυφαίος πάροχος δεδομένων βιωσιμότητας διαπίστωσε ότι οι προσπάθειες μόλις του 22% των 500 μεγαλύτερων δημόσιων εταιρειών στον κόσμο κατά αγοραία αξία ευθυγραμμίζονται με τη Συμφωνία του Παρισιού, με στόχο τον περιορισμό της υπερθέρμανσης του πλανήτη σε 1,5 βαθμούς Κελσίου πάνω από τα προβιομηχανικά επίπεδα. Αυτό βέβαια το ποσοστό είναι πολύ χαμηλό όταν μόλις το 2018 κυμαινόταν στο 18% του συνόλου των επιχειρήσεων.
Οι κλιματικοί επιστήμονες θεωρούν την άνοδο κατά 1,5 βαθμό στη μέση παγκόσμια θερμοκρασία ένα βασικό σημείο καμπής, πέρα από το οποίο οι πιθανότητες ακραίων πλημμυρών, ξηρασίας, πυρκαγιών και ελλείψεων τροφίμων θα μπορούσαν να αυξηθούν δραματικά.
Αύξηση θερμοκρασίας κατά 2,9 βαθμούς
Σχεδόν οι μισές, ή το 45% των εταιρειών ευθυγραμμίζονται με μια πολιτική που οδηγεί σε αύξηση θερμοκρασίας τουλάχιστον κατά 2,7 βαθμών Κελσίου – ένα καταστροφικό επίπεδο υπερθέρμανσης που θα μπορούσε να εκθέσει δισεκατομμύρια ανθρώπους σε επικίνδυνες θερμοκρασίες. Το αντίστοιχο ποσοστά το 2018 κυμαινόταν στο 61% του συνόλου των μεγάλων εταιρειών.
«Τα δεδομένα μάς παρουσιάζουν ένα σαφές μήνυμα: πρέπει να κάνουμε περισσότερα και πρέπει να τα κάνουμε γρήγορα», δήλωσε ο CEO του ESG Book Daniel Klier.
«Χωρίς μια θεμελιώδη αλλαγή στον τρόπο λειτουργίας της παγκόσμιας οικονομίας, δεν είναι προφανές ότι θα δούμε κάποια σημαντική αλλαγή».
Η έκθεση είναι η πιο πρόσφατη σε μια σειρά αποδεικτικών στοιχείων ότι ο κόσμος είναι πολύ μακριά από το να επιτύχει τους κλιματικούς στόχους που έχουν τεθεί. Ταυτόχρονα, μεγάλοι ρυπαίνοντες, όπως η Shell και η BP επανεστιάζουν στην παραγωγή ορυκτών καυσίμων μετά από ένα έτος με μεγάλα κέρδη που ενισχύθηκαν από την άνοδο των τιμών του πετρελαίου και του φυσικού αερίου.
Αργή πρόοδος
Στην ανάλυσή του, το ESG Book όρισε «βαθμολογίες θερμοκρασίας» σε εταιρείες με βάση τα δημόσια αναφερόμενα δεδομένα εκπομπών και παραμέτρους όπως οι στόχοι μείωσης των εκπομπών, προκειμένου να καθορίσει τη συμβολή των εταιρειών στους παγκόσμιους στόχους για το κλίμα.
Η ανάλυση κάλυψε εταιρείες με αγοραία αξία τουλάχιστον 10 δισεκατομμυρίων δολαρίων στις Ηνωμένες Πολιτείες, το Ηνωμένο Βασίλειο, την Κίνα, την Ινδία και την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Αντιπροσώπευε τις άμεσες εκπομπές από τις δραστηριότητες των εταιρειών καθώς και τις έμμεσες εκπομπές από τη χρήση των προϊόντων των εταιρειών. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό για τις εταιρείες πετρελαίου και φυσικού αερίου, καθώς οι περισσότερες από τις εκπομπές τους παράγονται από την καύση των προϊόντων τους, όπως η βενζίνη και τα καύσιμα των αεροσκαφών. .
Στο Ηνωμένο Βασίλειο, την Ινδία και την ΕΕ, ο αριθμός των εταιρειών με στόχους μείωσης των εκπομπών που ευθυγραμμίζονται με τη Συμφωνία του Παρισιού έχει υποχωρήσει από το 2018.
Η πρόοδος στις Ηνωμένες Πολιτείες και την Κίνα ήταν καλύτερη, αν και σε χαμηλότερη βάση.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες, το 20% των εταιρειών είναι ευθυγραμμισμένες με τη Συμφωνία του Παρισιού, από 11% το 2018. Στην Κίνα, το 12% είναι ευθυγραμμισμένες με το Παρίσι, έναντι μόλις 3% πριν από πέντε χρόνια.
«Το ενθαρρυντικό είναι ότι γνωρίζουμε ποιους μοχλούς να τραβήξουμε και πολλές από αυτές τις εταιρείες είναι τώρα πολύ πιο ενεργές. Αλλά όπως δείχνουν τα δεδομένα, δεν κινούμαστε απαραίτητα όλοι με τον σωστό ρυθμό», είπε ο Klier στο CNN.
Κατά την άποψή του, ένας συνδυασμός αυστηρότερων κυβερνητικών πολιτικών, αλλαγών στη συμπεριφορά των καταναλωτών και τεχνολογικών ανακαλύψεων θα απαιτηθεί για να επιφέρει μια ουσιαστική αλλαγή στην τρέχουσα κατάσταση που αφορά στην κλιματική αλλαγή.
Οι θεσμικοί επενδυτές, όπως τα συνταξιοδοτικά ταμεία, έχουν επίσης σημαντικό ρόλο να διαδραματίσουν στην κατεύθυνση περισσότερων κεφαλαίων προς τις ανανεώσιμες τεχνολογίες, κατέληξε ο CEO του ESG Book.