Τόσο ως προς τη διάρκεια, όσο και ως προς την έκταση, η Κίνα δεν έχει ξαναβιώσει -βάσει των επίσημων καταγραφών των τελευταίων 60 ετών- τόσο καταστροφικό καύσωνα, όσο αυτόν που την πλήττει αυτό το καλοκαίρι.
Στο πυκνοκατοικημένο νοτιοδυτικό τμήμα της, όπου το φαινόμενο κρατά από τα μέσα Ιουνίου, οι θερμοκρασίες ξεπερνούν τους 40 βαθμούς Κελσίου σε πόλεις και χωριά. Σε ορισμένες περιοχές έχουν καταρρίψει ρεκόρ, αγγίζοντας τους 44-45 βαθμούς Κελσίου.
Σε έναν καταστροφικό δε συνδυασμό, έχει επιδεινώσει δραματικά την ξηρασία που έπειτα από τις μειωμένες βροχοπτώσεις των προηγούμενων μηνών πλήττει σχεδόν τη μισή επικράτεια της αχανούς ασιατικής χώρας.
Σε ορισμένα σημεία, οι βροχοπτώσεις είναι περισσότερο από 80% μειωμένες, φτάνοντας σε επίπεδα μέτριας έως σοβαρής μετεωρολογικής ξηρασίας και υψηλού κινδύνου δασικών πυρκαγιών.
Σε πολλά ποτάμια έχει μειωθεί δραματικά η στάθμη των υδάτων, ακόμη και σε αρκετά σημεία του Γιανγκτσέ: του μεγαλύτερου στην Κίνα και σε όλη την Ασία, καθώς και τρίτου μεγαλύτερου στον κόσμο, που μεταξύ άλλων αποτελεί κομβική πλωτή εμπορική οδό.
Οι συνθήκες είναι πλέον εφιαλτικές σε μια τεράστια ζώνη έκτασης 4,5 εκατομμυρίων τετραγωνικών χιλιομέτρων και συνολικού πληθυσμού άνω των 370 εκατομμυρίων κατοίκων.
Εκτείνεται από τις παράκτιες περιοχές στα ανατολικά -εκεί όπου χτυπά η οικονομική «καρδιά» της Κίνας- και φτάνει μέχρι τα δυτικά, στο οροπέδιο του Θιβέτ.
Σαν «χύτρα ταχύτητας» περιγράφει το σκηνικό η Τσεν Λιγουάν, επικεφαλής μετεωρολόγος του Εθνικού Κέντρου Κλίματος της χώρας. «Πρέπει να αντιμετωπίσουμε το γεγονός ότι παρόμοια κύματα καύσωνα θα συμβαίνουν συχνά στο μέλλον», ανέφερε. «Θα γίνει μια νέα κανονικότητα».
«Η κατάσταση του καιρού και του κλίματος στην Κίνα είναι σοβαρή και περίπλοκη», τονίζει ο Βοηθός Γενικός Γραμματέας του Παγκόσμιου Μετεωρολογικού Οργανισμού, Δρ. Γουεντζιάν Τσανγκ. «Παρατηρούμε ξεκάθαρα τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής».
«Αλυσίδα» επιπτώσεων
Τα ακραία καιρικά φαινόμενα -που συμπληρώνουν καταστροφικές πλημμύρες στον κινεζικό βορρά- συνιστούν πλέον μια τεράστια και πολύπλευρη πρόκληση για την δεύτερη οικονομία του πλανήτη.
Οι προβλέψεις για σταδιακή υποχώρηση του ιστορικού καύσωνα στον νότο από τις επόμενες ημέρες δεν αφήνουν ιδιαίτερα περιθώρια αισιοδοξίας.
Η έντονη ξηρασία έχει ήδη δημιουργήσει σοβαρά προβλήματα στις καλλιέργειες, κυρίως ρυζιού και σόγιας που χρειάζονται πολύ νερό.
Ήδη το Κρατικό Συμβούλιο της Κίνας ανακοίνωσε επιδοτήσεις ύψους 10 δισεκατομμυρίων γιουάν (1,45 δισεκατομμύρια ευρώ) για τη στήριξη των αγροτών, εν μέσω προειδοποιήσεων για «σοβαρή απειλή» στη φετινή φθινοπωρινή συγκομιδή ρυζιού.
Η μείωση της στάθμης του νερού στα ποτάμια έχει επηρεάσει εν τω μεταξύ την παραγωγή σε υδροηλεκτρικές μονάδες, εν μέσω καύσωνα και αυξημένης ζήτησης.
Ως εκ τούτου, οι αρχές σε αρκετές περιοχές επέβαλαν σε εργοστάσια και μεγάλες επιχειρήσεις την παροχή ηλεκτρικού ρεύματος με το δελτίο, την ώρα που οι κάτοικοι χρησιμοποιούν τα κλιματιστικά για να δροσιστούν.
Τις τελευταίες ημέρες, ορισμένες εταιρείες υπολειτουργούν και άλλες ανέστειλαν προσωρινά τη λειτουργία μονάδων τους. Μεταξύ των τελευταίων αναφέρεται ότι συγκαταλέγονται ο τεχνολογικός κολοσσός Foxconn -κύριος προμηθευτής της αμερικανικής Apple- η Toyota και η Tesla.
Ταυτόχρονα, η πτώση της στάθμης των υδάτων στον Γιανγκτσέ έχει προκαλέσει σε ορισμένα σημεία του σοβαρά προβλήματα στην ναυσιπλοΐα σε αυτή τη ζωτικής σημασίας πλωτή οδό για την κινεζική οικονομία, αλλά και την παγκόσμια αλυσίδα εφοδιασμού.
Πρόσθετες προκλήσεις
Οι οικονομικές επιπτώσεις από τα ακραία καιρικά φαινόμενα έρχονται να προστεθούν σε αυτές της πανδημίας της COVID-19 και του πολέμου στην Ουκρανία, αυξάνοντας τις προκλήσεις για τον Κινέζο πρόεδρο Σι, σε μια κρίσιμη συγκυρία για τον ίδιο και την εθνική οικονομία.
Μόνο τον Ιούλιο η ξηρασία και ο καύσωνας υπολογίζεται ότι προκάλεσαν άμεσες απώλειες 2,73 δισεκατομμυρίων γιουάν -σύμφωνα με το κινεζικό υπουργείο Διαχείρισης Εκτάκτων Αναγκών- επηρεάζοντας 5,5 εκατομμύρια ανθρώπους.
Είχαν προηγηθεί τα απογοητευτικά αποτελέσματα του β΄ τριμήνου, που έδειξαν ότι η κινεζική οικονομία διέφυγε… παρά τρίχα τη συρρίκνωση (αύξηση μόλις 0,4% του ΑΕΠ). Απόρροια κυρίως του ισχυρού πλήγματος που δέχθηκε από την άτεγκτη πολιτική του Πεκίνου έναντι της COVID-19 και τα μακρά lockdowns σε ζωτικής σημασίας περιοχές, με προεξάρχουσα τη Σαγκάη.
Αυτά, ενώ θεωρείτο ήδη δύσκολα επιτεύξιμος ο στόχος για ανάπτυξη της κινεζικής οικονομίας 5,5% για φέτος.
Η κατάσταση αποτελεί μια νέα δοκιμασία για τον Σι Τζινπίνγκ, εν μέσω αυξανόμενων γεωπολιτικών εντάσεων με τις ΗΠΑ και εν όψει του φθινοπωρινού συνεδρίου του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας, κατά το οποίο ο Κινέζος πρόεδρος αναμένεται -εκτός συγκλονιστικού απροόπτου- να επανεκλεγεί σε μια τρίτη ιστορική θητεία.
Σε έναν φαύλο κύκλο, αναλυτές προειδοποιούν ότι οι οικονομικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής θα καταστήσουν δυσκολότερη την απανθρακοποίηση της Κίνας, του μεγαλύτερου ρυπαντή με CO2 διεθνώς.
Ήδη ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Χαν Ζενγκ δήλωσε ότι, με φόντο την έντονη ξηρασία, το Πεκίνο θα αυξήσει την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας με καύση άνθρακα.
Κίνηση, στην οποία προχωρούν επίσης δυτικές οικονομίες εν μέσω ενεργειακής κρίσης λόγω πολέμου στην Ουκρανία και οικονομικής επιβράδυνσης.
Παράλληλα, αναφέρουν ειδικοί, μια μειωμένη συγκομιδή ρυζιού, σιταριού και καλαμποκιού στην Κίνα θα μπορούσε να σηματοδοτήσει αυξημένη ζήτηση για εισαγωγές στην πολυπληθέστερη χώρα του κόσμου.
Προοπτική που μοιραία θα εντείνει περαιτέρω τις πιέσεις στις παγκόσμιες προμήθειες, ωθώντας κι άλλο προς τα πάνω τις τιμές βασικών τροφίμων, οι οποίες έχουν ήδη εκτοξευτεί λόγω του πολέμου στην Ουκρανία, μέτρων προστατευτισμού από παραγωγές χώρες και των συνεχιζόμενων προβλημάτων στην παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα.
Όπως επισημαίνει δε το Foreign Affairs, «καθώς η Κίνα βρίσκεται στα πρόθυρα μιας υδάτινης καταστροφής» και «δεδομένης της πρωτεύουσας σημασίας της χώρας για την παγκόσμια οικονομία, πιθανές διαταραχές που προκαλούνται από το νερό θα γίνονταν γρήγορα αισθητές στις αγορές τροφίμων, ενέργειας και υλικών σε όλο τον κόσμο, προκαλώντας οικονομικές και πολιτικές αναταράξεις».