Τι ήτανε πάλι ετούτο το αναπάντεχο στα καλά του καθουμένου; Από ώρα ακουγότανε το βουητό έξω, στον μικρό μας δρόμο, κι άνοιξα το παράθυρο, να δω τι συμβαίνει. Ένα σύννεφο μέλισσες, να πεταρίζουνε πέρα δώθε σαν αλαφιασμένες και να σκεπάζει τα πάντα ο εκκωφαντικός τους βόμβος.
Πρώτα στερεύουν οι ουρανοί, έπειτα φυσομανά ο λίβας μέσα στο καταχείμωνο, μετά μας κατσικώνεται η σκόνη της Σαχάρας κι ύστερα ήρθαν οι μέλισσες, σκέφτηκα.
Μάλλον πως κάτι κάνουμε πολύ στραβά και μας καταράστηκε η μάνα φύση στην Κρήτη, δεν εξηγείται αλλιώς. Κάθομαι πίσω απ’ το παράθυρο και τις παρατηρώ· δε δείχνουν να έχουν επιθετική διάθεση, φαίνονται μάλιστα σαν να ψάχνουνε κάτι, έτσι που πηγαίνουν πάνω κάτω σχεδόν διερευνητικά.
Μια γειτόνισσα καλεί την αστυνομία. Δεν περνούνε πέντε λεπτά και καταφτάνει ένα αγροτικό περιπολικό· επειδή το θέμα είναι αγροτικού ενδιαφέροντος, γι’ αυτό στείλανε και το κατάλληλο όχημα, σκέφτηκα. Μπράβο τους, πάντως, για την άμεση ανταπόκριση.
Κατεβήκανε οι άνθρωποι και κοιτάζανε αμήχανα το παράξενο σινάφι. Αν ήμασταν στις Ηνωμένες Πολιτείες μάλλον πως θα τους διαβάζανε τα δικαιώματά τους και θα βγάζανε χειροπέδες να τις συλλάβουνε, αλλά εδώ είναι Μεσόγειος και –δόξα τω Θεώ- συνήθως αποφεύγουμε ακόμη τέτοια καουμποϊλίκια.
Θυμούμαι ξαφνικά πως λίγο παραπάνω μένει ένας μελισσοκόμος. Λες να είναι οι μέλισσες δικές του και να του ξεφύγανε από πουθενά; Δεν είναι δα και σκύλος, να σπρώξει την αυλόπορτα και να την κοπανήσει πίσω από καμιά αδέσποτη σκυλίτσα· δε χάνεις έτσι ένα ολάκερο μελίσσι. Παρόλα αυτά του στέλνω το χαμπέρι και μου αποκρίθηκε ο άνθρωπος πως δεν είναι δικές του, ότι τις έχει επισημάνει και να μη φοβόμαστε γιατί δεν είναι επικίνδυνες. Το πιθανότερο, να το σκάσανε μαζί με τη βασίλισσά τους από καμιά κυψέλη στο γειτονικό βουνό, δυο τρία χιλιόμετρα πιο πέρα, και ψάχνουνε κατάλληλο σημείο για να ξαναφωλιάσουνε, μου είπε.
Δεν περάσανε λίγα λεπτά και εξαφανιστήκανε. Μάλλον πως δεν τους κάναμε για γείτονες και πήγανε παραπέρα, να βρούνε καλύτερο σημείο. Εδώ που τα λέμε, κι εγώ θα παρεξηγούσα αν έψαχνα κάπου για καινούργιο σπιτικό και οι περίοικοι, αντί για πληροφορίες, μού στέλνανε το εκατό.
Ελπίζω, πάντως, να βρήκανε αυτό που γυρεύανε. Εκ των υστέρων χάρηκα που τις είδα, καθότι παρά τις δυσκολίες και τα τεράστια εμπόδια που βάζει συνεχώς ο άνθρωπος, φαίνεται πως η φύση βρίσκει εντέλει τρόπο να κάνει τη δουλειά της.
Από το αρχείο του Λευτέρη Κουγιουμουτζή στην «Εφημερίδα των Συντακτών»