Σε κάθειρξη 15 ετών και χρηματική ποινή 500.000 ευρώ καταδικάστηκε ένας 40χρονος Σουηδός, ο οποίος κάθισε στο εδώλιο του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Θεσσαλονίκης με την κατηγορία ότι οργάνωσε και διηύθυνε την εισαγωγή 190 κιλών κοκαϊνης από την Λατινική Αμερική προς την πατρίδα του. Ύστερα από πολυήμερη ακροαματική διαδικασία, οι δικαστές τον έκριναν ένοχο χωρίς να του αναγνωρίσουν ελαφρυντικό. Υπό αυτές τις συνθήκες επέστρεψε στις φυλακές όπου κρατείται τους τελευταίους 25 μήνες.
Ήταν Αύγουστος του 2021, όταν Έλληνες αστυνομικοί τον συνέλαβαν στη Νέα Φώκαια Χαλκιδικής, όπου έκανε διακοπές με την Ελληνίδα σύζυγό του. Εις βάρος του εκκρεμούσε ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης των αρχών της Σουηδίας που ζητούσαν την έκδοσή του για τις πράξεις της διακίνησης κοκαϊνης και της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Το σουηδικό αίτημα έγινε δεκτό από το Συμβούλιο Εφετών Θεσσαλονίκης αλλά κατά της απόφασης ο 40χρονος προσέφυγε στον ‘Αρειο Πάγο που έκανε εν μέρει δεκτή την προσφυγή του.
Ειδικότερα, το Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας διέταξε μεν την έκδοσή του στη Σουηδία, αλλά μόνο για την νομιμοποίηση εσόδων, θεωρώντας ότι οι συνδεόμενες με τα ναρκωτικά πράξεις της διεύθυνσης και οργάνωσης (κατ΄ εξακολούθηση) τελέστηκαν στην ελληνική επικράτεια. Για το λόγο αυτό του ασκήθηκε ποινική δίωξη από την Εισαγγελία Πρωτοδικών Θεσσαλονίκης και μετά την απολογία του, το Μάρτιο του 2022, κρίθηκε προσωρινά κρατούμενος (με το 18μηνο να λήγει τις επόμενες μέρες).
Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, ο 40χρονος εμπλέκεται σε δύο περιπτώσεις διακίνησης κοκαϊνης: η πρώτη τον Σεπτέμβριο του 2020 με τη διακινηθείσα ποσότητα να προσεγγίζει τα 70 κιλά και η δεύτερη δύο μήνες αργότερα με την ποσότητα της ναρκωτικής ουσίας στα 120 κιλά. Και στις δύο περιπτώσεις, τα ναρκωτικά ήταν φορτωμένα σε εμπορευματοκιβώτια και απορρίφθηκαν από πλοία σε ύδατα νότια της Σουηδίας (στην πρώτη περίπτωση λόγω των καιρικών συνθηκών τα κιβώτια έσπασαν και η ναρκωτική ουσία περισυνελέγη από τις αρμόδιες σουηδικές Αρχές).
Κατά την ίδια δικογραφία, ο κατηγορούμενος συντόνιζε τις παραπάνω μεταφορές από την Ελλάδα αλλά κι άλλες ευρωπαϊκές χώρες όπου ταξίδευε (πχ Γερμανία, Δανία κ.ά.), πραγματοποιώντας συνεχείς τηλεφωνικές επαφές και συνεννοήσεις – μέσω διαδικτύου και μέσω εφαρμογών τηλεφώνου – με τους συνεργούς του. Οι τελευταίοι καταδικάστηκαν από δικαστήρια της Σουηδίας σε ποινές κάθειρξης τις οποίες εκτίουν στην πατρίδα τους.
Κατά την αποδεικτική διαδικασία, κατέθεσαν ως μάρτυρες κατηγορίας δύο Σουηδοί αστυνομικοί που αναφέρθηκαν στις έρευνες των διωκτικών Αρχών της χώρας τους. Στην απολογία του, ο 40χρονος, πατέρας δύο ανηλίκων παιδιών, αρνήθηκε κάθε εμπλοκή στις παράνομες διακινήσεις, αρνούμενος τις κατηγορίες, στάση την οποία κράτησε από την πρώτη στιγμή της σύλληψής του. Σύμφωνα με τη συνήγορό του, η ποινή – την οποία καλείται να εκτίσει στις ελληνικές φυλακές – είναι μία και δεν μπορεί να του επιβληθεί για την ίδια υπόθεση άλλη ποινή στην πατρίδα του.